Φλώρινα: Συνελήφθη 44χρονος που εκκρεμούσε εναντίον του καταδικαστική απόφαση
Θα οδηγηθεί στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Φλώρινας
- Newsroom
Τη δουλειά της Δέσποινας Μεϊμάρογλου και του Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους παρουσιάζει -κάτω από τον γενικό τίτλο «Γκένιους Σέκουλι»- το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης στην Αποθήκη Β1 του ΟΛΘ μέχρι τις 30 Απριλίουτης Έλσας Σπυριδοπούλου
Τους δύο καλλιτέχνες απασχολεί το «Πνεύμα της εποχής», δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο βιώνεται το κυρίαρχο κλίμα μιας εποχής και γίνεται εμφανές κυρίως σε περιόδους κοινωνικών και πολιτισμικών αλλαγών, αλλά και ο τρόπος που αυτό αλλάζει - σε συνάρτηση με τη διαλεκτική εξέλιξη της κοινωνίας.
Η «επιλεκτική μνήμη» είναι κάτι που επιστρατεύουν -εκούσια ή ακούσια- οι άνθρωποι προκειμένου να ξεχάσουν ή να μεταπλάσουν γεγονότα και καταστάσεις του παρελθόντος που τους ενοχλούν, που τους προκαλούν ανησυχία, ντροπή, πόνο και άλλα δυσάρεστα συναισθήματα, ή αντιθέτως στην προσπάθειά τους να ανατρέχουν στο παρελθόν μόνο όταν αυτό αποτελεί πηγή ευχαρίστησης. Όμως οι δύο καλλιτέχνες που παρουσιάζουν τα έργα τους στο πλαίσιο της έκθεσης «Το πνεύμα της εποχής» επιλέγουν να αντιμετωπίσουν «κατά μέτωπο» το παρελθόν, χωρίς να επιχειρούν να το ωραιοποιήσουν ή να το καταδικάσουν. Έτσι, η Δέσποινα Μεϊμάρογλου διηγείται ιστορίες με τις εγκαταστάσεις της, οι οποίες βασίζονται κυρίως στη φωτογραφία, ενώ ο Λιθουανός Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους χρησιμοποιεί το βίντεο χρησιμοποιώντας φωτογραφίες, συνεντεύξεις, ακόμη και τηλεοπτικά πλάνα, προκειμένου να αναπτύξει τον προβληματισμό του που αφορά το σχετικά πρόσφατο παρελθόν της χώρας του. Για παράδειγμα, στο έργο του «Μια φορά στον 20ό αιώνα» μοντάρει εικόνες από τηλεοπτικά ντοκουμέντα και ιδιωτικές λήψεις που απαθανατίζουν την αποκαθήλωση ενός υπερμεγέθους μπρούντζινου αγάλματος του Λένιν (τον Σεπτέμβριο του 1991 στην πρωτεύουσα της Λιθουανίας, Βίλνιους), η οποία, σύμφωνα με πολλούς, σηματοδοτούσε την «απαλλαγή από τη σοβιετική κατοχή». Ο καλλιτέχνης όμως αντιστρέφει τη ροή των εικόνων σκηνοθετώντας την επανέγερση του αγάλματος και θέτοντας ταυτόχρονα το ερώτημα εάν η βίαιη απαλλαγή από τις υλικές μαρτυρίες του παρελθόντος εξασφαλίζει όχι μόνο τη λήθη αλλά και ένα καλύτερο μέλλον.
Η ΜΝΗΜΗ ΩΣ ΠΑΡΟΝ
Υπάρχουν όμως και άνθρωποι που επιλέγουν να ζουν με τις τραυματικές τους αναμνήσεις, όπως διαπιστώνει η Δέσποινα Μεϊμάρογλου στην περιήγησή της στο Ντέρι της Βόρειας Ιρλανδίας, τον τόπο όπου κατά τη διάρκεια του αγώνα των Ιρλανδών για την αποτίναξη του -εν μέρει θρησκευτικού αλλά κυρίως ταξικού- ζυγού των Βρετανών διαδραματίστηκαν τα γεγονότα της «Ματωμένης Κυριακής», στις 30 Ιανουαρίου 1972. Λίγους μήνες νωρίτερα, στις 6 Σεπτεμβρίου του 1971, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ η Ανέτ Μακ Γκάβιγκαν, μια δεκατετράχρονη μαθήτρια η οποία, -επιστρέφοντας από το σχολείο στο σπίτι της, βρέθηκε «στον λάθος τόπο τη λάθος ώρα». Η εγκατάσταση της καλλιτέχνιδας, που θέλει να διηγείται ιστορίες, όπως λέει και η ίδια, μεταφέρει τους επισκέπτες της έκθεσης στο Ντέρι, όπου οι ήρωες του ιρλανδικού αγώνα είναι και σήμερα «παρόντες», όχι μόνο στη μνήμη των συγγενών και των φίλων τους αλλά και στη συλλογική μνήμη των κατοίκων της πόλης, οι οποίοι τους αντικρίζουν καθημερινά είτε σε υπερμεγέθεις υπαίθριες τοιχογραφίες είτε στις φωτογραφίες που κοσμούν τις διάφορες παμπ, τους πιο δημοφιλείς χώρους αναψυχής.
Από την άλλη μεριά υπάρχει η περίπτωση της γενοκτονίας της Καμπότζης (1975-79), κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των «Ερυθρών Χμερ», που είχε σαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους περίπου 1.700.000 άνθρωποι, σχεδόν το 21% του πληθυσμού της χώρας. Εκεί η διατήρηση της μνήμης αποτελεί επιταγή στην προσπάθεια να αποφευχθεί ίσως η επανάληψη παρόμοιων καταστάσεων στο μέλλον. Έτσι, στην πρωτεύουσα Πνομ Πενχ ένα σχολείο που είχε μετατραπεί σε κέντρο βασανιστηρίων για τουλάχιστον 14.000 ανθρώπους -από τους οποίους έχουν επιζήσει μέχρι σήμερα πέντε ή έξι- μετατράπηκε στο «Μουσείο Γενοκτονίας» που φωτογραφίζει η καλλιτέχνις. Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου μάλιστα «ιδιοποιείται» την προσωπικότητα των θυμάτων, τα πορτρέτα των οποίων έχει τυπώσει σε χαρτοσακούλες με τις οποίες καλύπτει το κεφάλι της ενώ φωτογραφίζεται σε χαρακτηριστικές στάσεις.
Η ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ
Δεν μπορεί παρά να θυμηθεί κανείς τη φράση που αποδίδεται στον Λένιν, ότι «κομμουνισμός είναι τα σοβιέτ μαζί με τον εξηλεκτρισμό», όταν βλέπει το βίντεο «Energy Lithuania», με το οποίο εκπροσωπήθηκε η Λιθουανία στην 49η Μπιενάλε της Βενετίας το 2000, που αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτή την προσπάθεια της αύξησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, της κινητήριας δύναμης της βιομηχανίας, που επρόκειτο να αλλάξει την τύχη του κόσμου. Αν αυτό αποδείχθηκε στην πορεία ουτοπικό, το ίδιο ουτοπικό ήταν και η βεβαιότητα ότι ο φιλελευθερισμός και η ελεύθερη αγορά αποτελούν εγγύηση για την ανθρώπινη ευτυχία. Ο Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους επισκέφτηκε μια πόλη που χτίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 γύρω από ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και προσπάθησε να ανιχνεύσει το παρελθόν των ανθρώπων που εργάστηκαν και έζησαν σ’ αυτή. Κατέγραψε την καθημερινότητά τους με μια κάμερα Σούπερ 8, μίλησε μαζί τους για να ακούσει από πολλούς -ακόμη και αργότερα αμφισβητίες του καθεστώτος- ότι τότε ένιωσαν ότι πραγματικά η ζωή τους είχε αποκτήσει ένα καινούργιο νόημα.
Με την «Ενεργειακή Λιθουανία» ο καλλιτέχνης φαίνεται να αναρωτιέται σχετικά με το είδος της ουτοπίας που μπορεί να δημιουργηθεί στα μέτρα της ανθρώπινης κλίμακας, χωρίς όμως να προσφέρει κάποια απάντηση.
Τέλος, με το βίντεο «Η εξαφάνιση μιας φυλής» ο Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους ανασυνθέτει την ιστορία του πατέρα του, και μιας ολόκληρης εποχής, με υλικό τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες από το οικογενειακό άλμπουμ, τις οποίες συνδυάζει με ήχους που μαγνητοφώνησε στα ίδια σημεία όπου τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες.
Στιγμιότυπα από νεανικά πάρτι και τη στρατιωτική θητεία, από εκδρομές και φιλικές συγκεντρώσεις, οδηγούν σταδιακά τον θεατή σ’ ένα πανόραμα των φίλων και συγγενών που συγκεντρώνονται γύρω από το φέρετρο του πατέρα που μοιάζει σαν να εκτυλίσσεται μέσα από τη ματιά του εκλιπόντος. Το παρελθόν που καταγράφει -ή ανιστορεί- ο καλλιτέχνης είναι η σκληρή πραγματικότητα της Λιθουανίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν -παρ’ όλες τις στερήσεις και τις κακουχίες- κυριαρχούσαν η αισιοδοξία και η συντροφικότητα που αποπνέουν και αυτές οι φωτογραφίες εποχής, σε σημείο που να αναρωτιέται κανείς τι είναι αυτό που χάθηκε για τη Λιθουανία και την ανθρωπότητα γενικότερα κατά την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΕΪΜΑΡΟΓΛΟΥ
Ιστορίες που τρυπούν τη σκέψη
Κορυφαία γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας φιλτράρονται μέσα από προσωπικά βιώματα και ξαναγεννιούνται ως εικαστικά έργα που φέρνουν μπροστά μας εικόνες όχι και τόσο ευχάριστες. Μ’ αυτές καταπιάνεται η έκθεση «Genius Seculi», με έργα των Ντεϊμάντας Ναρκάβιτσους και Δέσποινας Μεϊμάρογλου. Η Ελληνίδα καλλιτέχνις μιλά για τη δουλειά της, που κινείται ανάμεσα στα εικαστικά και το ντοκιμαντέρ, και για τις ιστορίες που αφηγείται, οι οποίες τρυπούν τη σκέψη και την ψυχή του θεατή.
Στον όροφο του Κέντρου, στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης, έχει στηθεί από τη μία πλευρά ένα μικρό δωμάτιο, αντίγραφο ενός κελιού βασανιστηρίων, της φυλακής «Tuol Sleng» στην Πνομ Πενχ, που ήταν παλιότερα σχολείο, ενώ σήμερα λειτουργεί ως Μουσείο της Γενοκτονίας. Δίπλα, 14 φωτογραφίες των θυμάτων των Ερυθρών Χμερ. Στην άλλη πλευρά -μέσα από μία βιντεοπροβολή, φωτογραφίες και γραπτό υλικό- μαθαίνουμε για τη μαθήτρια Ανέτ Μακ Γκάβιγκαν, που δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από Βρετανούς στρατιώτες στις 6 Σεπτεμβρίου του 1971, στο Ντέρι της Βόρειας Ιρλανδίας.
Οι ιστορίες της Μεϊμάρογλου μας μεταφέρουν στη σύγχρονη ιστορία της Καμπότζης και της Βόρειας Ιρλανδίας. Η εξόντωση εκατομμυρίων πολιτών από το καθεστώς των Χμερ και η «Ματωμένη Κυριακή» αναδύονται από τα έργα της. Η δουλειά της είναι «ψυχοφθόρα», όπως ομολογεί σε κουβέντα μας, αλλά πιστεύει ακράδαντα ότι αν ο κόσμος ενδιαφερθεί να μάθει έστω και κάτι ελάχιστο από όσα συμβαίνουν γύρω μας, το κέρδος είναι μεγάλο.
Η δουλειά σας θυμίζει λιγότερο εικαστικά και περισσότερο ντοκιμαντέρ.
Σίγουρα. Κι εγώ αναρωτιέμαι σχετικά πολλές φορές, αλλά αυτό που με τραβούσε πάντοτε ήταν το να διηγούμαι ιστορίες, και βλέπω ότι με τα χρόνια η δουλειά μου εξελίχθηκε προς αυτή την κατεύθυνση. Έτσι, όταν ετοιμάζω μια δουλειά που θα εκτεθεί αργότερα, όσο μαζεύω και επεξεργάζομαι το υλικό, κρατάω σημειώσεις, βγάζω φωτογραφίες κτλ. Βέβαια, δεν καταγράφω το γεγονός αυτό καθαυτό. Εμένα με ενδιαφέρει το πολιτικό σκέλος ενός θέματος και εννοώ το τι συμβαίνει γύρω μου. Αυτό είναι πολιτικό. Να είσαι ενήμερος για το τι συμβαίνει στον κόσμο.
Φαντάζομαι ότι είναι απαραίτητο να κρατάτε ισορροπίες. Όταν έχετε να κάνετε με τόσο δυνατά γεγονότα, είναι εύκολο να γίνουν μελοδραματικά.
Ακριβώς. Ένα θέμα δεν πρέπει να γίνει μελό, κι αυτό είναι πολύ δύσκολο. Στην περίπτωση της Ιρλανδίας, για παράδειγμα, η ιστορία του κοριτσιού με άγγιξε πάρα πολύ. Εδώ και τέσσερα χρόνια ζω συνέχεια μ’ αυτό το θέμα και, όπως και οι προηγούμενοι «πρωταγωνιστές» μου, υπάρχει μέσα μου όλη μέρα.
Αν δεχτούμε πάντως ότι σήμερα έχουμε βολευτεί στον καναπέ μας και βλέπουμε σε ένα γυαλί όλα αυτά τα δραματικά γεγονότα, μια τέτοια έκθεση προκαλεί το ενδιαφέρον του κόσμου;
Δεν πιστεύω ότι η τέχνη αλλάζει τα πράγματα ή ότι μπορεί να βάλει όλους να σκέφτονται διαφορετικά. Αλλά παρατηρούμε σήμερα όλες τις μορφές τέχνης (κινηματογράφος, θέατρο, λογοτεχνία) να ασχολούνται με συγκλονιστικά γεγονότα και ο κόσμος να τα παρακολουθεί. Έτυχε να έρθουν νέα παιδιά στην έκθεση και ρωτούσαν να μάθουν τι έγινε στο Ντέρι της Ιρλανδίας. Κάτι μένει, κι αυτό έχει σημασία. Από την άλλη, δεν θέλω να κάνω μάθημα στο κοινό, γιατί και αυτό είναι μια παγίδα στην οποία μπορείς να πέσεις. Δεν μου αρέσει δηλαδή η στρατευμένη τέχνη.
Σίγουρα δεν μπορούμε να προχωρήσουμε χωρίς να γνωρίζουμε το παρελθόν μας. Ωστόσο, πολλές φορές η διατήρηση ορισμένων γεγονότων γίνεται σχεδόν εμμονή, όπως στην ιστορία της Ιρλανδίας...
Ναι, στο διάστημα που ήμουν στο Ντέρι, το έζησα αυτό με τους νέους εκεί. Σκεφτείτε ότι είναι 20 χρονών, δεν έχουν ζήσει τις έντονες ταραχές που ξεκίνησαν το ’69 και κορυφώθηκαν το ’75 (μολονότι συνεχίστηκαν και αργότερα), αλλά όλα αυτά τα παιδιά έχουν κάτι βίαιο μέσα τους. Πίνουν τα βράδια και μετά αρχίζουν τις φασαρίες. Υπάρχει ένας αναβρασμός στην καθημερινότητά τους. Έχουν τις μνήμες δημόσια, ως ένα μουσείο ανοιχτού χώρου. Στα καφέ αντί για πίνακες έχουν τις φωτογραφίες από τις ταραχές και τα θύματα! Έτσι ζουν. Στην Καμπότζη, πάλι, είναι φοβισμένοι οι άνθρωποι. Συνάντησα ανθρώπους που νομίζουν ακόμη ότι βρίσκονται στην εξουσία οι Χμερ!
Το επόμενο σχέδιό σας θα αφορά το Βιετνάμ;
Ναι. Νομίζω όλη η δική μου γενιά το έχει έντονα στη μνήμη της. Ήταν η αρχή όλων αυτών των καταστάσεων που βλέπουμε σήμερα μπροστά μας.
Η Ελλάδα δεν σας δίνει αφορμή για ένα έργο;
Νομίζω, επειδή ο τόπος αυτός με αφορά άμεσα, επειδή ακριβώς ζω εδώ, δεν θα ήμουν αντικειμενική, θα έπαιρνα αναπόφευκτα μια θέση. Ενώ τα άλλα θέματα τα βλέπω ως τρίτη, είμαι έξω από αυτά.
Θα οδηγηθεί στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Φλώρινας
Επέβαιναν περισσότερα από 50 άτομα - μεταξύ αυτών και παιδιά
Ένα σύστημα που βασίζεται σε πατενταρισμένη τεχνολογία
"Καμίνι" και η Θεσσαλονίκη- Πόσο θα διαρκέσει το νέο κύμα ζέστης