- Newsroom
Εκεί, όπου σήμερα βρίσκονται τα απομεινάρια μιας παλιάς σιδερένιας γέφυρας, τύπου Μπέλεϋ, στον ποταμό Λούρο, ανάμεσα στα χωριά Νέα Κερασούντα και Άγιος Σπυρίδωνας, έμελλε τη νύχτα της 27ης προς 28η Απριλίου 1941 να γραφτεί μια άγνωστη σε πολλούς τραγωδία.
Θύματα, δεκατρείς εξαντλημένοι φαντάροι από το αλβανικό μέτωπο, που απεγνωσμένα μαζί με χιλιάδες άλλους μετά τη συνθηκολόγηση, κατηφόριζαν για να φτάσουν στον τόπο τους, και πνίγηκαν στον ποταμό Λούρο.
Οι περαταριές, που ήταν ξύλινες αυτοσχέδιες εξέδρες για να γεφυρώνεται ο ποταμός Λούρος, ήταν η μοναδική λύση για τους χιλιάδες στρατιώτες, ως παράκαμψη και ταχύτερη διαφυγή από τον συνωστισμό του γεφυριού της Άρτας και τα γερμανικά μπλόκα στη γέφυρα Καλογήρου. Στις όχθες του ποταμού κατέφθαναν συνεχώς με τα μουλάρια ή τα άλογα τους, χωρίς οπλισμό, πεινασμένοι, ταλαιπωρημένοι, με ψείρες. Ο προορισμός τους ήταν περιοχές στη νότια Ελλάδα.
Φτάνοντας στο χωριό Νέα Κερασούντα, συνέχιζαν την πορεία τους με τη βοήθεια της περαταριάς, περνώντας από το χωριό του Αγίου Σπυρίδωνα.
Οι ερευνητές Φώτης Βράκας και Αποστόλης Μπρέντας από τον Άγιο Σπυρίδωνα κατέγραψαν μαρτυρίες για την «τραγωδία της περαταριάς», ως μνημόσυνο στα παλληκάρια που γλίτωσαν στο μέτωπο, αλλά η μοίρα είχε άλλα σχέδια. Δεν γύρισαν ποτέ στο σπίτι. Τα κάταπιε το ποτάμι.
Ο κ. Βράκας αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πως «ο άδικος χαμός των νεαρών αντρών συγκλόνισε και τη μικρή κοινωνία του χωριού. Οι μαρτυρίες προέρχονται από άτομα που ήταν στις όχθες, όχι πάνω στην περαταριά».
Ο Αποστόλης Μπρέντας καταγράφει τη μαρτυρία του Στάθη Τσιόντζου από τη γειτονική Πέτρα:
«…Πέρασαν πολλοί φαντάροι από δω, πολλοί Κρητικοί και χαμπέρια. Είχαν βρει εδώ τη γέφυρα (περαταριά) να πάρουν λίγο ψωμί, νηστικοί και να περάσουν απέναντι. Από την Πρέβεζα, από τα Γιάννενα ερχόταν, δεν ήξεραν τον τόπο τα παιδιά αυτά και Κρητικοί είχαν πέσει εδώ, με τ' άλογα. Το ατύχημα έγινε στην περαταριά στο χωριό Άγιος Σπυρίδωνας. Εκεί μπατάρισε η περαταριά με τα σανίδια. Με το τράβηγμα που έκαναν στο καρούλι, τα μουλάρια που είχαν οι στρατιώτες φοβήθηκαν, έσπασαν τα καδρόνια, μπατάρισαν κι έτσι πνίγηκαν τα παιδιά…»
Μια ακόμη μαρτυρία είναι της κ. Μάνθας Ρώσιου, που έζησε την τραγωδία μικρή:
«Ήμουν 4 ή 5 χρονών τότε, πηγαίναμε με τη μάνα μου για νερό στην πηγή. Μόλις φτάσαμε στην περαταριά, γίνονταν χαμός. Μόλις πρέπει να είχε αναποδογυρίσει η περαταριά και πνίγονταν οι φαντάροι. Φωνές από δω, φωνές από τα Λεβούνια, άλλοι φαντάροι τρέχαν να βοηθήσουν… Χρόνια αργότερα συνάντησα μια ταλαιπωρημένη γυναίκα, να κλαίει στο ποτάμι και να έχει αναμμένο κερί. Ήταν η Ελένη Παππά από τους Μελισσουργούς, που είχε χάσει το παιδί της…»
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος και η Κοινότητα Αγίου Σπυρίδωνα Άρτας, μετά από 84 χρόνια, πραγματοποίησαν για πρώτη φορά εκδήλωση μνήμης και επιμνημόσυνη δέηση, ακούγοντας τα ονόματα όλων των νεκρών και τις μαρτυρίες.
Ο Αποστόλης Μπρέντας και ο Φώτης Βράκας επισημαίνουν ότι το τραγικό δυστύχημα ήταν ένα από τα πολλά που συνέβησαν κατά την οπισθοχώρηση του Ελληνικού Στρατού από την Αλβανία.
«Ένα κεφάλαιο της νεότερης ιστορίας που δεν έχει καταγραφεί. Είναι οι μικρές λεπτομέρειες της ιστορίας που πέρασαν απαρατήρητες, δεν συγκίνησαν ποτέ την επίσημη πολιτεία, εκτός από τις οικογένειες που βίωσαν το δράμα για τον άδικο χαμό των παιδιών τους».