Μεταξύ Σεβρών και Λωζάννης. Πλευρές της μικρασιατικής τραγωδίας

Τι λέει στη «ΜτΚ» ο διδάκτωρας Σύγχρονης Ιστορίας του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής σχολής του AΠΘ Βλάσης Αγτζίδης

Στις 20 Απριλίου του 1924 στην εφημερίδα «Ελεύθερος Λόγος» αναγράφεται: «Το ολλανδικό ατμόπλοιο Venus φέρει φορτίο οστών ανθρώπινων σκελετών εκ των πεσόντων στη Μικρά Ασία. Διήλθε το Γιβραλτάρ κατευθυνόμενον εις το Άμστερνταμ όπου φτάνει μετά από τρεις ημέρας…». Η εφημερίδα αναφέρει ότι το Αθηναϊκό Πρακτορείο ειδήσεων ενημέρωσε την Ευρώπη για το φορτίο των ανθρώπινων οστών καθώς και τις διαμαρτυρίες του ελληνικού κόσμου προς την ελληνική κυβέρνηση η οποία ανέχθηκε την βεβήλωση. Η πράξη αυτή σύμφωνα με την εφημερίδα παραβίαζε την συμφωνία της Λωζάννης. Το πλοίο πέρασε από Σάμο, Ικαρία και Πειραιά…

Αυτά διαβάζουμε στο τέλος του νέου βιβλίου του Βλάση Αγτζίδη, με τίτλο: «Μεταξύ Σεβρών και Λωζάννης. Πλευρές της μικρασιατικής τραγωδίας». Είναι η τελευταία πράξη της Γενοκτονίας των Ελλήνων που συντελέστηκε από τους Κεμαλικούς. Οι Έλληνες χριστιανοί που έμειναν άταφοι στη Μικρά Ασία και στον Πόντο και έγιναν τροφή στα κοράκια και τους λύκους, στο τέλος έγιναν εμπόρευμα από Ευρωπαίους επιχειρηματίες! Τα οστά τους, που ζύγιζαν περισσότερο από 1.200 τόνους, με τρία φορτηγά πλοία μεταφέρθηκαν στο Άμστερνταμ και τη Μασσαλία. Ο χαρακτηρισμός του μακάβριου φορτίου ήταν υλικά λιπασμάτων…

efimerida-agtzidis.jpg

Όπως δήλωσε στη «Μακεδονία της Κυριακής» ο Βλάσης Αγτζίδης, οι νικητές κεμαλικοί πούλησαν τα οστά των θυμάτων τους σε δυτικούς επιχειρηματίες για λίπασμα στα χωράφια, λεύκανση της ζάχαρης, ενίσχυση των πορσελάνων και των πήλινων αγγείων...

Στο βιβλίο του, αναλύονται οι δύο συνθήκες (Σεβρών και Λωζάννης), το γεωπολιτικό περιβάλλον εντός του οποίου υπογράφτηκαν, καθώς και οι πρόνοιές τους, ο εθνικός διχασμός και η διαχείριση της μικρασιατικής πρόκλησης, οι προσδοκίες και οι ματαιώσεις για το ζήτημα του Πόντου, η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων, οι αιτίες της μικρασιατικής καταστροφής και το τέλος της τραγωδίας.

Πώς ακυρώθηκε μία από τις σημαντικότερες επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας, η συνθήκη των Σεβρών και αντικαταστάθηκε από τη συνθήκη της Λωζάννης;

Μία από τις σημαντικότερες διεθνείς επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας υπήρξε η συνθήκη των Σεβρών στις 28 Ιουλίου του 1920. Η συνθήκη αυτή όμως, τρία χρόνια αργότερα, ακυρώθηκε και αντικαταστάθηκε από τη Συνθήκη της Λωζάννης, λόγω της ελληνικής ήττας τον Αύγουστο του 1922. Δυστυχώς το πλαίσιο, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε διεθνές, άλλαξε δραματικά πολύ σύντομα. Δυόμιση μήνες μετά την υπέρτατη αυτή διπλωματική επιτυχία έγιναν οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου στην Ελλάδα. Το κλίμα έγινε ξαφνικά δυσμενές γιατί πέθανε ο βασιλιάς Αλέξανδρος Α’, με τον οποίο υπήρξε πλήρης συναντίληψη του Ελευθερίου Βενιζέλου για τα εθνικά θέματα. Το κενό αυτό έδωσε την αφορμή στο φιλοκωνσταντινικό μπλοκ να επικεντρώσει την προεκλογική του εκστρατεία πάνω στην κούραση των ψηφοφόρων: «Ειρήνη, αποστράτευση, επάνοδο των στρατευμένων στα σπίτια τους», επιστροφή στην Ελλάδα από τη Μικρά Ασία. Είναι γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ορισμένοι αντιβενιζελικοί κομματάρχες έδιναν άμεσα ή έμμεσα υποσχέσεις περί αποστράτευσης.

Όπως γράφει ο Γεώργιος Βεντήρης, «ἡ πλειοψηφία τοῦ λαοῦ τῆς Παλαιᾶς Ἑλλάδας, συστηματικῶς ἐξαπατηθεῖσα, παραγνώριζε κατὰ βάση τὴν πραγματικότητα».

Στη συνέχεια οι βασιλικοί νικητές των εκλογών, οι οποίοι δεν είχαν ξεκάθαρη άποψη για τα ζητήματα Μικράς Ασίας και Πόντου διέπραξαν ολέθρια λάθη σε κάθε επίπεδο: διπλωματικό, πολιτικό, στρατιωτικό. Θα δώσουν την ευκαιρία στους Ιταλούς και τους Γάλλους να διαρρήξουν τη συμμαχική σχέση και να υπογράψουν συμφωνίες με τον Μουσταφά Κεμάλ. Κατάφεραν να μετατρέψουν μία διασυμμαχική επιχείρηση για τη διαμόρφωση του μεταπολεμικού οθωμανικού χώρου σε ελληνοτουρκικό πόλεμο με την Ελλάδα εντελώς απομονωμένη με τις χειρότερες πια πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες. Η συνθήκη της Λωζάννης, που αναθεωρούσε τη συνθήκη των Σεβρών, υπήρξε το τελικό και πλέον βίαιο επιστέγασμα αυτής της διαδικασίας που κορυφώθηκε με την συντριβή των ελληνικών στρατευμάτων τον Αύγουστο του 1922.

Στη συνθήκη της Λωζάννης οι σύμμαχοί μας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στήριξαν τα ελληνικά συμφέροντα ή ενδιαφέρονταν για τα δικά τους συμφέροντα, το καθεστώς των Δαρδανελίων και τη ρύθμιση των οθωμανικών χρεών;

Στη συνδιάσκεψη κλήθηκαν όλες οι νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς και η Ελλάδα και η Τουρκία. Η κεμαλική αντιπροσωπεία κατά τις διαπραγματεύσεις της Λωζάννης κράτησε μία στάση που χαρακτηρίστηκε αλαζονική. Πρόβαλε παράλογες απαιτήσεις τόσο οικονομικές όσο και εδαφικές. Απαίτησε την απόδοση του μισού εμπορικού στόλου της Ελλάδας ως αποζημίωση σε περίπτωση που η Ελλάδα αδυνατούσε να πληρώσει το ποσό που ζητούσε σε χρυσές λίρες. Η στάση όμως αυτή εξόργισε πολλούς από τους συμμετέχοντες στη συνδιάσκεψη, με αποτέλεσμα να περιοριστεί η τουρκική αντιπροσωπεία στα όσα τελικά υπογράφτηκαν.

Παρότι η κυβέρνηση συνασπισμού του Λόιντ Τζορτζ είχε πέσει, ο λόρδος Κώρζον παρέμενε υπουργός Εξωτερικών και προσπάθησε να υποστηρίξει και τα ελληνικά συμφέροντα έχοντας ως το καλύτερο επιχείρημα τον ελληνικό στρατό (4 μεραρχίες) που βρισκόταν δυτικά του Έβρου. Σε πρώτη φάση ο Κώρζον κατάφερε να βγάλει εκτός συζητήσεως τη Δυτική Θράκη και το Κάραγατς. Στη δεύτερη φάση των συζητήσεων όμως το Κάραγατς παραχωρήθηκε στην Τουρκία έναντι της οικονομικής αποζημίωσης που απαιτούσε η τουρκική αντιπροσωπεία για τις ζημιές που είχαν προκληθεί με υπαιτιότητα του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία.

Στο μεταξύ πολύ νωρίτερα, το Ποντιακό ζήτημα είχε εγκαταλειφθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Γιατί δεν στήριξαν τις προσπάθειες για ανεξαρτησία ή την ενσωμάτωση του Πόντου με την Ελλάδα;

Το Ποντιακό ζήτημα βρέθηκε στο περιθώριο των ελληνικών διεκδικήσεων μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ένεκα της αδύναμης θέσης της Ελλάδας στην ομάδα των νικητών. Δυστυχώς η δίχρονη φολογερμανική ουδετερότητα της περιόδου 1915-1917 είχε οδηγήσει στην υποβάθμιση της Ελλάδας. Επιπλέον, μετά την ανοχή της βουλγαρικής επίθεσης στην Ελλάδα και την απώλεια της Ανατολικής Μακεδονίας αυτή η φιλογερμανική ουδετερότητα από το καλοκαίρι του 1916 είχε μετατραπεί σε άτυπη συμπαράταξη με τις δυνάμεις των Γερμανο-αυστριακών και των συμμάχων τους. Να θυμίσουμε στους αναγνώστες μας τον Εθνικό διχασμό. Δηλαδή εκείνη τη μοιραία χρονιά του 1915, που η γερμανική κατασκοπεία κατάφερε να οδηγήσει την Ελλάδα σε μία ουδετεροποίηση που ευνοούσε μόνο τα γερμανικά συμφέροντα. Συμφέροντα που συνδέονταν απολύτως με την προστασία των συμμάχων της: Νεότουρκων και Βουλγαρίας.

Το πρώτο θύμα αυτής της πολιτικής ήταν η Κύπρος. Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 τα νέα θύματα ήταν η Μικρά Ασία και ο Πόντος, καθώς και η Ανατολική Θράκη που η μοίρα της εξ αρχής ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Σμύρνη.

Επίσης να πούμε ότι η έστω και την τελευταία στιγμή εκδίωξε του Κωνσταντίνου από την Αθήνα και η συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, μας χάρισε τη δυτική Θράκη. Εάν συνεχιζόταν η φιλογερμανική «ουδετερότητα» έως το τέλος του πολέμου, τα σημερινά σύνορα θα βρίσκονταν στην Καβάλα.

Πότε αποφάσισαν οι Νεότουρκοι και έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο για την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου;

Η Γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο είναι μία σελίδα της ευρύτερης Γενοκτονίας των ελληνικών πληθυσμών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία με τη σειρά της είναι μέρος της Γενοκτονίας των χριστιανικών κοινοτήτων, όπως αποφάσισαν οι Νεότουρκοι το 1911 στην οθωμανική Θεσσαλονίκη. Η πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας από τους Νεότουρκους το 1908 είχε αλλάξει άρδην τις εσωτερικές ισορροπίες και πολιτικές που έως εκείνη τη στιγμή επικρατούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ο εκτοπισμός στις περιοχές του μικρασιατικού Πόντου ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 1915, χωρίς να λάβει καθολικό χαρακτήρα -αυτό θα γίνει έναν χρόνο αργότερα. Ο ιθύνων νους του εκτοπισμού των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου και της Γενοκτονίας τους υπήρξε o διοικητής της Τραπεζούντας Tζεμάλ Αζμί, γνωστός και ως «χασάπης της Τραπεζούντας» λόγω του ρόλου του στη γενοκτονία των Αρμενίων.

Γιατί ο Βενιζέλος απέρριψε τελικά τις προτάσεις Ελλήνων διπλωμάτων και στρατιωτικών που του υποδείκνυαν ως ρεαλιστική και επιβεβλημένη λύση την ελληνική επέμβαση στον Πόντο;

Την πρόταση για επέμβαση στον Πόντο την υπέδειξαν οι εκπρόσωποί του στην περιοχή Γιάννης Σταυριδάκης και Δημ. Καθενιώτης. Η αντίδραση των Βρετανών στην διεύρυνση των ελληνικών μεταπολεμικών κερδών εμπόδισε οποιαδήποτε υλοποίηση της πολιτικής υπέρ των Ποντίων. Ακριβώς γι’ αυτό στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης, στις 30 Δεκεμβρίου 1919, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος πρότεινε την ενσωμάτωση του Πόντου στην Αρμενία ως μία λύση σωτηρίας του ποντιακού ελληνισμού. Ενώ ο μητροπολίτης Χρύσανθος υπέβαλε ξεχωριστό υπόμνημα στη συνδιάσκεψη του Παρισιού. Με το υπόμνημά του ο Χρύσανθος ζητούσε -χωρίς αποτέλεσμα- τη δημιουργία ελληνικού κράτους στην περιοχή του Πόντου και ανέπτυσσε εκτενώς την επιχειρηματολογία για τα δίκαια των Ελλήνων της περιοχής.

Αυτό όμως έως τη στιγμή της εμφάνισης του εθνικιστικού κεμαλικού κινήματος που ενόχλησε τους Βρετανούς. Τότε ο Ελ. Βενιζέλος βρήκε ευκαιρία στις 5 Οκτωβρίου 1920, να επαναφέρει το Ποντιακό ζήτημα ζητώντας κοινή ελληνοβρετανική επιχείρηση για την καταστολή του κινήματος του Κεμάλ και τη δημιουργία κράτους στον Πόντο.

Όμως ο διχασμός και οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στην Αθήνα δεν επέτρεψαν την υλοποίηση της νέας γραμμής στο Ποντιακό Ζήτημα. Στις 1/14 Νοεμβρίου 1920 ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές. Η φιλομοναρχική παράταξη δεν είχε καμιά άποψη για το θέμα του Πόντου.

Τι έγινε στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου και ακολούθησε η δεύτερη φάση της γενοκτονίας;

Η διπλωματική απομόνωση της μοναρχικής Ελλάδας μαζί με τη διαφαινόμενη στρατιωτική αδυναμία της χώρας να επιλύσει το ζήτημα μόνη της, οδήγησε τους συμμάχους στη διερεύνηση νέων λύσεων. Το ορόσημο αυτής της μεταβολής ήταν η Διασυμμαχική συνδιάσκεψη του Λονδίνου από 21 Φεβρουαρίου έως 18 Μαρτίου 1921 (ν.η). Η απομόνωση και η υποβάθμισή της ήταν γεγονός.

Προσπαθώντας η ελληνική αντιπροσωπεία να διαμορφώσει θετικό κλίμα, υποσχέθηκε τη στρατιωτική κατανίκηση του κεμαλικού κινήματος. Ο Έλληνας στρατιωτικός εκπρόσωπος διαβεβαίωσε ότι ήταν εφικτή η νίκη επί του Κεμάλ με βάση τη μελέτη για την εκστρατεία στην Άγκυρα. Τόνισε ότι υπήρχε και η λύση να γίνει απόβαση στον Πόντο, όπου διαβιούσε σημαντικός ελληνικός, πληθυσμός και στη συνέχεια να καταληφθούν η Σεβάστεια και το Ερζερούμ σε συνεργασία με τους Αρμένιους.

Τα νέα και οι υποσχέσεις δημοσιεύτηκαν αναλυτικά στον ελληνικό Τύπο. Οι κεμαλιστές ενημερώθηκαν για τις προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για στρατιωτική επέμβαση στον Πόντο και άρχισαν να προετοιμάζονται γι’ αυτό. Και οι άμεσες προετοιμασίες ήταν η εκκαθάριση του Πόντου από τον εναπομείναντα ελληνικό πληθυσμό. Έτσι με τις μαζικές εκτοπίσεις στο εσωτερικό της χώρας και την άγρια δολοφονική επέλαση συμμοριών, όπως αυτή του Τοπάλ Οσμάν, πραγματοποιήθηκε η δεύτερη φάση της Γενοκτονίας του ελληνικού πληθυσμού στον Πόντο.

Γιατί οι Σοβιετικοί αποφάσισαν να συνεργαστούν με τους Κεμαλικούς;

Η γεωπολιτική αντίληψη του Λένιν περιοριζόταν στα της Ανατολής και στη σύγκρουση με τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Τη Δύση, όπως και το εργατικό της κίνημα, τα είχε εγκαταλείψει ήδη από τον Μάρτιο του 1918 όταν υπέγραψε τη μονομερή συνθήκη ειρήνευσης στο Μπρεστ Λιτόφσκ με τους Γερμανο-αυστριακούς, τους Νεότουρκους κ.λπ. Κατά συνέπεια όλη η μεταγενέστερη πολιτική του ήταν να συνάψει συμφωνίες με όλα τα αντιβρετανικά κινήματα της Ανατολής, από το Αφγανιστάν έως την Άγκυρα, τα οποία όμως ήταν εθνικιστικά, ισλαμιστικά, παντουρκιστικά κ.λπ.

Η σοβιετική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια -όπως επίσης και η αντίστοιχη ιταλική και γαλλική μαζί με την αμερικανική διπλωματική υποστήριξη, καθώς και η αποστολή σοβιετικών συμβούλων οι οποίοι έως το τέλος πλαισίωσαν τον κεμαλικό στρατό- είχε καθοριστικό στη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος του ελληνο-τουρκικού πολέμου (1919-1922). Η επίσημη θέση της Τρίτης Διεθνούς που ίδρυσε ο Λένιν (Κομιντέρν) ήταν ότι «η νίκη των Τούρκων είναι ήττα του ιμπεριαλισμού». Παρότι βεβαίως οι ιμπεριαλιστικές χώρες, πλην Μεγάλης Βρετανίας, είχαν συνάψει συμφωνίες με το κεμαλικό κίνημα μετά τις μοιραίες ελλαδικές εκλογές του Νοεμβρίου του 1920.

Πώς φτάσαμε στο σημείο η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο να εγκαταλείπει τον λαό στο έλεος της γενοκτονίας αλλά να ψηφίζει νόμο που να απαγορεύει τους διασωθέντες πρόσφυγες να έρθουν στην Ελλάδα;

Η πολιτική των μοναρχικών ήταν εσωστρεφής και αντιμάχονταν την πολιτική της εθνικής ολοκλήρωσης που εξέφραζε ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Λόγω του Εθνικού διχασμού η στάση τους ήταν ανταγωνιστική με τους εξωελλαδικούς και ειδικά τους Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό και μπροστά στην ενδεχόμενη αποχώρηση από τη Μικρά Ασία, ψήφισε το νόμο 2870 του Ιουλίου του 1922, πρώτα κατά των Ποντίων, ο οποίος όμως εφαρμόστηκε έναν μήνα μετά στην Σμύρνη.

Στο τέλος του βιβλίου σας διαβάζουμε για τους 100-160.000 αιχμάλωτους αμάχους που συνέλαβαν οι Τούρκοι στη Μικρά Ασία. Ποια ήταν η τύχη τους;

Ως αποτέλεσμα του νόμου 2870/1922 καθώς και της τελευταίας εντολής του Έλληνα πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη προς την Αρμοστεία στη Σμύρνη πέντε ημέρες πριν καταληφθεί η Σμύρνη από τους κεμαλικούς, οι Μικρασιάτες απαγορεύτηκε να διαφύγουν και παραδόθηκαν κυνικά στους νικητές. Οι νικητές όμως είχαν ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα εθνικής εκκαθάρισης. Ακριβώς γι’ αυτό πυρπόλησαν τη Σμύρνη και συνέλαβαν ως ομήρους όλους τους άνδρες μεταξύ 15 και 50 περίπου ετών. Από τον αριθμό αυτό θα φτάσουν στη Ελλάδα μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης μόλις 15.000 άτομα.

Και μετά οι Ευρωπαίοι επιχειρηματίες άρχισαν το εμπόριο των οστών;

Αυτή ήταν η τελευταία πράξη της μικρασιατικής τραγωδίας. Οι νικητές κεμαλικοί θα πουλήσουν τα οστά των θυμάτων τους σε δυτικούς επιχειρηματίες για εμπορική χρήση (λίπασμα για τα χωράφια, λεύκανση της ζάχαρης, ενίσχυση των πορσελανών και των πήλινων αγγείων κ.λπ.). Μέχρι τώρα έχουμε εντοπίσει τρία τέτοια φορτία πλοίων. Τα δύο αναχώρησαν από τα Μουδανιά και το ένα από τη Σμύρνη. Μεταφέρθηκαν με εμπορικά βρετανικά πλοία. Τα δύο ξεφόρτωσαν στη Μασσαλία και το ένα στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19.05.2024

Loader