Οι τράπεζες ευημερούν, οι επιχειρήσεις αγκομαχούν

Οι δανειοδοτήσεις με το σταγονόμετρο στους μικρομεσαίους φέρνουν φουρτούνες σε 700.000 επιχειρήσεις - Πώς οι τράπεζες «θησαυρίζουν» από το χάσμα στα επιτόκια χορηγήσεων-καταθέσεων και την «αποθήκευση» ρευστότητας στην ΕΚΤ

- Newsroom

Tου Μανώλη Στεφανίδη


Γκάζι στα κέρδη πατούν οι τράπεζες την ώρα που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκουν ερμητικά κλειστές πόρτες όταν ζητούν δάνεια από τα πιστωτικά ιδρύματα.

Αναλυτές εκτιμούν ότι τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών ομίλων (Εθνική, Alpha Bank, Πειραιώς, Eurobank) θα μπορούσαν να προσεγγίσουν φέτος τα 4,5 δισ. ευρώ έναντι 3,5 δισ. ευρώ το 2023. Στο πρώτο εξάμηνο του 2024 τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων leaders της αγοράς ξεπέρασαν τα 2,3 δισ. ευρώ με την προηγούμενη καλύτερη επίδοση να εντοπίζεται στο μακρινό 2008!

Οι τράπεζες ποντάρουν σε πιστωτική επέκταση (νέα επιχειρηματικά δάνεια) της τάξης των 5 δισ. ευρώ το 2024, από 4,9 δισ. ευρώ το 2023. Κινητήριος μοχλός των αυξημένων χρηματοδοτήσεων είναι τα επενδυτικά σχέδια του Ταμείου Ανάκαμψης, που αποτελούν και την αιχμή του δόρατος των νέων εκταμιεύσεων από τις τράπεζες.

Το ζήτημα είναι όμως πού κατευθύνονται αυτά τα δάνεια…

Εκτός τραπεζικών ραντάρ οι ΜμΕ

Η έλλειψη χρηματοδότησης από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα όσα λένε εκπρόσωποι της αγοράς. Εκτιμάται πως περί τις 700.000 επιχειρήσεις δεν… γνωρίζουν τι σημαίνει η λέξη δάνειο.

Μάλιστα, με δεδομένο πως τα αυστηρά κριτήρια του Ταμείου Ανάκαμψης επί της ουσίας αποκλείουν τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜμΕ (η μεγαλύτερη πίτα των πόρων κατευθύνεται στα μεγάλα ψάρια της αγοράς και με κυβερνητική ενθάρρυνση) διαμορφώνονται δυσχερείς συνθήκες για τη «ραχοκοκκαλιά» της ελληνικής οικονομίας, μέσα σε ένα περιβάλλον γενικευμένης ακρίβειας και χρηματοδοτικής ασφυξίας.

Το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών επιχειρήσεων παραμένει σήμερα εκτός τραπεζικού συστήματος λόγω δυσμενών οικονομικών στοιχείων. Πάντως, βάσει έρευνας της ΕΚΤ για την περίοδο Απριλίου-Σεπτεμβρίου 2023, οι ΜμΕ στην Ελλάδα συνέχισαν να αναφέρουν βελτίωση στη διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων. Για έκτη διαδοχική φορά στην εν λόγω έρευνα, οι ΜμΕ δεν δήλωσαν την πρόσβαση σε χρηματοδότηση ως βασικότερο πρόβλημά τους, όπως καταγραφόταν όλα τα προηγούμενα έτη, μία ενθαρρυντική ένδειξη πως γυρνά ο τραπεζικός τροχός, απελπιστικά αργά όμως…

Οι επιχειρήσεις που μπορούν να δανειοδοτηθούν εκτιμάται ότι δεν υπερβαίνουν τις 60.000. Είναι κατά κανόνα υγιείς και δυναμικές εταιρείες που δεν εξαρτώνται σημαντικά από τον τραπεζικό δανεισμό και αυτό φάνηκε με την απότομη άνοδο των επιτοκίων που έφερε ένα κύμα αποπληρωμής υφιστάμενων δανείων.

Σφίγγουν τα λουριά για να δώσουν δάνεια

Το 2023 στις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων των τραπεζών παρατηρήθηκε συχνά το φαινόμενο να αυξάνεται η πιστωτική επέκταση, αλλά ταυτόχρονα να συρρικνώνεται το δανειακό χαρτοφυλάκιο λόγω των αποπληρωμών δανείων.

Πολλές δεκάδες χιλιάδες εταιρείες παραμένουν αποκλεισμένες από τον τραπεζικό δανεισμό λόγω και της υπερβολικής ρύθμισης του πλαισίου λειτουργίας των συστημικών τραπεζών. Οι τράπεζες προκειμένου να ενισχυθούν τα κεφάλαια τους ζητούν από τις εταιρείες να παρουσιάζουν διατηρήσιμη κερδοφορία ώστε να εγκριθεί η χρηματοδότηση τους.

Βάσει έρευνας της Τράπεζας της Ελλάδας, κατά το β’ τρίμηνο του 2024, τα κριτήρια χορήγησης δανείων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (ΜΧΕ) παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2024, εξέλιξη σύμφωνη με τις προσδοκίες που είχαν διατυπωθεί στην έρευνα του προηγούμενου τριμήνου. Επιπλέον, οι τράπεζες εκτιμούν ότι τα κριτήρια θα παραμείνουν αμετάβλητα και κατά τη διάρκεια του γ’ τριμήνου του 2024.

Κατά το β’ τρίμηνο του 2024, η συνολική ζήτηση δανείων από τις ΜΧΕ παρέμεινε αμετάβλητη, παρόλο που οι ανάγκες χρηματοδότησης για σχηματισμό αποθεμάτων και για κεφάλαια κίνησης αυξήθηκαν ως ένα βαθμό.

Το επόμενο τρίμηνο, η συνολική ζήτηση δανείων αναμένεται να παραμείνει σχεδόν αμετάβλητη, αν και προβλέπεται μικρή αύξηση στη ζήτηση από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η αναλογία των αιτήσεων για επιχειρηματικά δάνεια που απορρίφθηκαν παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να διευρυνθεί η δεξαμενή των αξιόχρεων επιχειρήσεων, να διπλασιαστεί τουλάχιστον ο αριθμός των εταιρειών που έχουν άνετη πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα για να κλείσει η μεγάλη αυτή πληγή που άφησε η υπερδεκαετής οικονομική κρίση, να αναπνεύσουν οι μικρομεσαίοι και να κινηθεί η «βάση» στην πυραμίδα της ελληνικής οικονομίας.

Κόκκινα δάνεια και φοροδιαφυγή αφήνουν… με την όρεξη τις επιχειρήσεις

Γιατί όμως οι τράπεζες «κόβουν» την πρόσβαση των μικρομεσαίων σε δανειακές χρηματοδοτήσεις;

Τα συστηματικά πολύ υψηλότερα «κόκκινα» δάνεια των μικρών-μεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών αλλά και τα χαμηλά εισοδήματα που δηλώνουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι επιτηδευματίες αποτελούν τους δυο μεγάλους «κόφτες» που εμποδίζουν την πρόσβαση μεγάλου μέρους μικρών επιχειρήσεων στο τραπεζικό σύστημα.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΤτΕ, στο τέλος Δεκεμβρίου 2023 το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων ανήλθε στο 6%.

Ωστόσο η επιμέρους εικόνα είναι αποκαλυπτική, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ότι όσο μικρότερο είναι το μέγεθος των επιχειρήσεων τόσο μεγαλύτερες είναι οι επισφάλειες.

Αναλυτικότερα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μεγάλων επιχειρήσεων διαμορφώνονται στο 2,6%, στα ναυτιλιακά δάνεια μόλις στο 0,4% ενώ οι καθυστερήσεις δανείων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων διαμορφώνονται σχεδόν σε 4πλάσια επίπεδα στο 9,6%. Ακόμα δυσμενέστερη είναι η εικόνα των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς ελεύθερους επαγγελματίες που διαμορφώνονται στο 23,6%.

Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλο μέρος των πιστώσεων προς μικρές επιχειρήσεις χορηγούνται μέσω ειδικών προγραμμάτων που παρέχουν εγγύηση από το Δημόσιο και όχι με αμιγώς τραπεζικά κριτήρια.

Το πολύ μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων οδηγεί σε προβλήματα ανταγωνιστικότητας διώχνοντας… μακριά τις τράπεζες ενώ ένα μεγάλο μέρος των μικρομεσαίων επιλέγει να λειτουργεί στη «μαύρη» ζώνη της οικονομίας αποφεύγοντας να δηλώσουν το σύνολο των εσόδων-δραστηριοτήτων τους με τις τράπεζες να κατεβάζουν… ρολά στην χρηματοδότησή τους επικαλούμενες τους χαμηλούς τζίρους.

Περισσότερες οι αποπληρωμές από τις χορηγήσεις δανείων

Η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις, με βάση στοιχεία της ΤτΕ, τον Ιούλιο του 2024, ήταν αρνητική κατά 1.066 εκατ. ευρώ, έναντι θετικής καθαρής ροής 3.158 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα, ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής αυξήθηκε στο 10,6% από 10,3% τον προηγούμενο μήνα.

Τι σημαίνει αυτό; Οι αποπληρωμές παλαιότερων δανείων ξεπέρασαν τις νέες χορηγήσεις, με τις τράπεζες να ανοίγουν την στρόφιγγα με το σταγονόμετρο.

Τον Ιούλιο του 2024, η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τους ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ατομικές επιχειρήσεις ήταν αρνητική κατά 67 εκατ. ευρώ, έναντι θετικής καθαρής ροής 67 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησής τους αυξήθηκε στο 0,2% από -0,5% τον προηγούμενο μήνα.

Το μεγάλο «κόλπο» των τραπεζών

Σύμφωνα με την ΤτΕ, τον περασμένο Ιούλιο, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,57%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των νέων δανείων αυξήθηκε στο 5,86%.

Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων αυξήθηκε στις 5,29 εκατοστιαίες μονάδες. Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των υφιστάμενων καταθέσεων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,53%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των δανείων μειώθηκε στο 6,09%. Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων μειώθηκε στις 5,56 εκατοστιαίες μονάδες.

Οι αιτίες που δεν ανοίγουν οι στρόφιγγες

Με απλά λόγια, οι τράπεζες δανείζουν πανάκριβα, δίνουν ψίχουλα στα επιτόκια καταθέσεων, αποκομίζουν τη διαφορά και εκτοξεύουν στα ύψη την κερδοφορία τους, λειτουργώντας περισσότερο σαν μηχανές παραγωγής κερδών (κάτι απολύτως θεμιτό) χωρίς όμως να αιμοδοτούν την «καρδιά» της οικονομίας, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η πλεονάζουσα ρευστότητα που υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα και η οποία καθηλώνει τα επιτόκια καταθέσεων, παρά την παράλληλη άνοδο των επιτοκίων χορηγήσεων δανείων αλλά και οι χαμηλές ταχύτητες με τις οποίες κινείται ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά «κόβουν» πολλές ΜμΕ που ζητούν δάνειο.

Bέβαια ο πέμπτος τραπεζικός πυλώνας που σταδιακά στέκεται στα πόδια του, με την συγχώνευση Παγκρήτιας-Attica Bank, εκτιμάται πως θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό, προς όφελος των ΜμΕ.

Με δεδομένο λοιπόν το μεγάλο επιτοκιακό περιθώριο οι τράπεζες… δεν καίγονται να δανείσουν καθώς η κερδοφορία τους, για την ώρα τουλάχιστον, είναι διασφαλισμένη. Με καθαρά κέρδη πάνω από 12 δισ., οι τράπεζες ζουν δοξασμένες ημέρες…

Κερδοφορία με βούλα ΕΚΤ

Σήμερα το επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για καταθέσεις τραπεζών είναι 3,75% και οι ελληνικές τράπεζες μεταφέρουν εκεί τα χρήματα των καταθέσεων, για τα οποία δίνουν σχεδόν μηδενικό επιτόκιο και κερδίζουν τη διαφορά. Επιπλέον, τα τραπεζικά ιδρύματα «παρκάρουν» την ρευστότητά τους σε έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου (εξασφαλίζοντας αποδόσεις άνω του 3%) και άλλες υψηλότοκες τοποθετήσεις.

Ακόμα και η νέα μείωση επιτοκίων που αναμένεται από την ΕΚΤ μέσα στον Σεπτέμβριο (είχε προηγηθεί αντίστοιχη κίνηση τον Ιούνιο) θεωρείται πως δεν θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην κερδοφορία τους, με τις τράπεζες να έχουν χτίσει «γερό» μαξιλάρι ασφαλείας.

Δεν πρέπει πάντως να παραβλέπονται το πολύ στενό μαρκάρισμα της ΕΚΤ στις τράπεζες όπως και το… ευαγγέλιο των τραπεζικών κριτηρίων σε επίπεδο ΕΕ για την χορήγηση δανείων, δύο παράγοντες που κάνουν τις ελληνικές τράπεζες ιδιαίτερα επιφυλακτικές στην χρηματοδότηση της αγοράς χωρίς εξαντλητικό έλεγχο του πιστωτικού προφίλ.

Προμήθειες: Το μεγάλο κόλπο Νο2

Πέρα όμως από την χρυσή διαφορά μεταξύ επιτοκίων δανείων-καταθέσεων που καταλήγει… στις τσέπες των τραπεζών, οι υπέρογκες χρεώσεις στις προμήθειες (για απλές συναλλαγές όπως πληρωμές λογαριασμών) αβγατίζουν την κερδοφορία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Υπό αυτό το πρίσμα, στα ύψη εκτινάχθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2024 τα έσοδα των τεσσάρων συστημικών τραπεζών από προμήθειες, που ξεπέρασαν για πρώτη φορά το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, με αύξηση 14% από την αντίστοιχη περίοδο του 2023.

Οι τραπεζικές διοικήσεις καταβάλλουν προσπάθεια, αφενός, να αυξήσουν τη συμμετοχή των προμηθειών στα συνολικά τους έσοδα, πλησιάζοντας τις τράπεζες της ευρωζώνης, και, αφετέρου, να αλλάξουν το μείγμα των προμηθειών, αυξάνοντας τα έσοδα από συναλλαγές μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας, όπως η διαχείριση περιουσίας και λιγότερο από τις συναλλαγές της καθημερινότητας.

Όπως δείχνουν τα στοιχεία α’ εξαμήνου των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών το σύνολο των προμηθειών που εμφάνισαν οι τράπεζες στις καταστάσεις αποτελεσμάτων ανήλθαν στα 1,009 δισ. ευρώ, από 884 εκατ. ευρώ το α' εξάμηνο του 2023.

Δάνεια με κριτήρια αλλά χωρίς αποκλεισμούς

Σε κάθε περίπτωση και πέρα από άσκοπους λαϊκισμούς, καμία οικονομία στον πλανήτη δεν μπορεί να λειτουργήσει εύρυθμα χωρίς τράπεζες. Σε αυτό το πλαίσιο τα πιστωτικά ιδρύματα καλούνται να ανεβάσουν επειγόντως ταχύτητα δανειοδοτώντας την αγορά με τα αναγκαία κεφάλαια για να διαχυθεί η ανάπτυξη στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας.

Προφανώς οι τράπεζες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, προφανώς και πρέπει να υπάρχουν κριτήρια στις δανειοδοτήσεις (δεν θα άντεχε η οικονομία νέα έκρηξη κόκκινων δανείων) προφανώς όμως και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν πρέπει να αποτελούν τους «φτωχούς συγγενείς».

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι τράπεζες από το 2013 μέχρι το 2015 έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί (καλώς καθώς κάθε άλλη λύση θα ήταν καταστροφική για τους καταθέτες) τρεις φορές, με τους φορολογούμενους να συνεισφέρουν πάνω από 30 δισ. ευρώ.

Έχει φτάσει η στιγμή οι τράπεζες να στηρίξουν έμπρακτα, τώρα, όχι αύριο, τον παραγωγικό ιστό της ελληνικής οικονομίας.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 07-08.09.2024

Loader