Από το brain drain στο brain gain - Κωστής Χατζηδάκης και Νίκη Κεραμέως μιλούν στη «ΜτΚ» για τη στρατηγική της κυβέρνησης

Επιστήμονες και ερευνητές που επέστρεψαν στην Ελλάδα τονίζουν ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα

Εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που ξενιτεύτηκε την περίοδο της οικονομικής κρίσης, επαναπατρίζεται σταδιακά, με το πρώτο «κύμα» να έχει ξεκινήσει ήδη από το 2019, σύμφωνα με έρευνα του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕKT) για το brain gain. Η τεχνογνωσία, οι δεξιότητες και οι εμπειρίες που απέκτησαν κατά την περίοδο που εργάστηκαν στο εξωτερικό - με τις κύριες χώρες εισδοχής να είναι η Γερμανία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ολλανδία - μόνο κέρδος μπορούν να επιφέρουν στην ελληνική οικονομία αλλά και στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας.

«Η Ελλάδα αποτελεί πλέον επιλογή επιστροφής» τονίζει στη «ΜτΚ» ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης. Σύμφωνα με την Eurostat, 400.000 από τις 600.000 Έλληνες της γενιάς του brain drain επέστρεψαν, μέχρι το τέλος του ‘23. «Το 2023 ήταν η πρώτη χρονιά, από το 2008, που είχαμε θετικό ισοζύγιο μετανάστευσης. Πιο συγκεκριμένα, 47.200 Έλληνες γύρισαν, ενώ 32.800 έφυγαν. Μέχρι τώρα δεν έχει βρεθεί κάποιος να αμφισβητήσει τα στοιχεία αυτά. Αποδεικνύεται ότι η δουλειά της κυβέρνησης αποδίδει αποτελέσματα. Και συνεχίζουμε, φυσικά, την προσπάθεια για να συγκλίνουμε ακόμα περισσότερο με τις πιο προηγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης», τονίζει ο κ. Χατζηδάκης.

Η αναστροφή του brain drain αποτελούσε «εθνική υποχρέωση για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη», υπογραμμίζει. Στο πλαίσιο αυτό, θεσπίστηκαν φορολογικά κίνητρα για την επιστροφή της γενιάς του brain drain: 50% μειωμένος φόρος εισοδήματος για επτά χρόνια. «Προωθούμε ακόμα πρωτοβουλίες όπως το ReBrain Greece και οι Ημέρες Καριέρας της ΔΥΠΑ. Ενώ, παράλληλα, προωθούμε σημαντικές θεσμικές παρεμβάσεις, όπως αυτή του Πρωθυπουργού για την αυτόματη αναγνώριση της ιατρικής ειδικότητας από τις ΗΠΑ. Η προσπάθεια αυτή φυσικά συνδυάζεται με μία σοβαρή οικονομική πολιτική. Οι νέοι μας δεν θα επέστρεφαν στην Ελλάδα, αν η οικονομία δεν αναπτυσσόταν με πολλαπλάσιους ρυθμούς σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αν δεν γίνονταν επενδύσεις που δημιουργούν καλές δουλειές, αν δεν αυξάνονταν οι μισθοί», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης.

Η στρατηγική

Μέσα σε πέντε χρόνια δημιουργήθηκαν 500.000 θέσεις εργασίας, σύμφωνα με την Νίκη Κεραμέως, υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Λέει στη «ΜτΚ» πως ο επαναπατρισμός Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες, κυρίως τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, συνιστά σημαντική προτεραιότητα του Υπουργείου. «Τα τελευταία χρόνια έχουμε εργαστεί επίμονα και συστηματικά, προκειμένου να φέρουμε πίσω τα χιλιάδες λαμπρά μυαλά που έφυγαν από τη χώρα μας. Η προσπάθειά μας αυτή εδράζεται σε τρεις άξονες. Πρώτον, δημιουργούμε τις κατάλληλες προϋποθέσεις, καθιστώντας την ελληνική αγορά πιο ανταγωνιστική, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και αυξάνοντας τους μισθούς. Από το 2019 έως το 2024 δημιουργήθηκαν σχεδόν 500.000 θέσεις εργασίας. Δεύτερον, δημιουργούμε κίνητρα αμιγώς για τους απόδημους Έλληνες, όπως π.χ. η μείωση κατά 50% της φορολογίας εισοδήματος για 7 χρόνια για όσους επιστρέφουν μετά από 5 χρόνια απουσίας στο εξωτερικό. Τρίτον, μέσω των δράσεων εξωστρέφειας του Rebrain Greece και των εκδηλώσεων “Ημέρες Καριέρας” που διοργανώνουμε στο εξωτερικό, δημιουργούμε γέφυρα μεταξύ επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και αναζητούν εξειδικευμένο προσωπικό και Ελλήνων που επιθυμούν να επιστρέψουν στην πατρίδα».

Ήδη έχουν πραγματοποιηθεί τέσσερις δράσεις εξωστρέφειας σε Άμστερνταμ, Ντίσελντορφ, Στουτγκάρδη και Λονδίνο, ενώ σχεδιάζεται ακόμα μία στη Νέα Υόρκη τον Δεκέμβριο. «Είναι καθήκον μας ως κυβέρνηση να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες και να δώσουμε στους συμπατριώτες μας την επιλογή της επιστροφής. Η τελική απόφαση είναι βεβαίως δική τους. Συμπληρωματικά σε αυτές τις δράσεις, συνεχίζεται η προσπάθεια σύζευξης των ελληνικών πανεπιστημίων με κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ευρώπης που ξεκίνησε ενεργά όταν υπηρετούσα από τη θέση της Υπουργού Παιδείας καθώς και η δημιουργία αγγλόφωνων προπτυχιακών τμημάτων που απευθύνονται σε φοιτητές από το εξωτερικό, σε ελληνικά πανεπιστήμια».

Από την Αγγλία και τη Γενεύη στο ΔΙΠΑΕ

Ο Μάριος Αγγελόπουλος, από τον Μάιο είναι επίκουρος καθηγητής στην Πολυτεχνική Σχολή του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδος. Όπως λέει στη «ΜτΚ», όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ελλάδα, έλαβε υποτροφία αριστείας από την ελβετική κυβέρνηση και βρέθηκε στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης όπου και παρέμεινε για 3,5 χρόνια. Στα μέσα του ’16 βρέθηκε ως λέκτορας σε Πανεπιστήμιο της Αγγλίας όπου ανελίχτηκε σε καθηγητής πρώτης βαθμίδας και παρέμεινε εκεί για δέκα χρόνια. «Ήθελα να ακολουθήσω μία πορεία στο εξωτερικό, για επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους ωστόσο, χρονικά αυτό συνέπεσε με την οικονομική κρίση στην Ελλάδα και αυτό, με κράτησε για αρκετά χρόνια στο εξωτερικό», αναφέρει. Διερευνούσε τις επιλογές του προκειμένου να επιστρέψει στην Ελλάδα και όταν του δόθηκε η ευκαιρία, την άρπαξε. «Αυτές οι ευκαιρίες, στον ακαδημαϊκό χάρτη της Ελλάδας δεν είναι συχνές».

Λέει χαρακτηριστικά ότι τα τελευταία χρόνια η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει βήματα, για να περάσουμε από το brain drain στο brain gain. «Δίνονται οικονομικά κίνητρα, όπως η μειωμένη φορολόγηση και φαντάζομαι πως όσο βελτιώνεται το οικονομικό κλίμα στη χώρα, ο ιδιωτικός τομέας θα μπορεί να προχωρήσει σε δελεαστικότερες προσφορές σε επαγγελματίες που μπορεί να έχουν επιστημονικό υπόβαθρο. Όσον αφορά τομείς του Δημοσίου, θα πρέπει να αναληφθούν πιο στοχευμένες δράσεις και πρωτοβουλίες. Το μεγάλο στοίχημα βέβαια δεν είναι η επιστροφή αυτή καθαυτή αλλά, η Ελλάδα να μπορέσει να κρατήσει όσους επαναπατρίζονται, εις το διηνεκές. Δεν θα πρέπει λοιπόν να είναι μία μυωπική προσέγγιση αλλά, να δημιουργηθούν οι συνθήκες έτσι ώστε αυτοί οι άνθρωποι να ριζώσουν», επισημαίνει.

Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφέρει πως έχει εκπλαγεί θετικά από το ελληνικό, δημόσιο πανεπιστήμιο. «Πολλοί γνωστοί μου, μου ανέφεραν τους προβληματισμούς τους για την κατάσταση των πανεπιστημίων μας. Οφείλω να πω ότι η εικόνα που έχω από την Πολυτεχνική του ΔΙΠΑΕ είναι πολύ θετική. Στα αρνητικά είναι οι υποδομές όμως, η υποδοχή ήταν πολύ θερμή και οι άνθρωποι του πανεπιστημίου ενδιαφέρονται πηγαία για να αναδυθεί ο ρόλος που μπορεί αυτό να παίξει στην κοινωνία. Από την πρώτη ημέρα μου παρασχέθηκε ο απαραίτητος υλικοτεχνικός εξοπλισμός ο οποίος, δεν υπολείπεται σε τίποτα από αυτόν, πανεπιστήμιων του εξωτερικού».

Ναι μεν, αλλά

Η Ελένη Καλέση, σήμερα είναι εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο 3ο Πειραματικό Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου. Έφυγε από την Ελλάδα το 2012 προκειμένου να κάνει τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Βέλγιο, προχώρησε στο διδακτορικό της και ταυτόχρονα, έκανε ένα ακόμα μεταπτυχιακό. «Έμεινα εκεί εφτά χρόνια και παράλληλα με τις σπουδές μου εργαζόμουν ως εκπαιδευτικός στο Ευρωπαϊκό Σχολείο των Βρυξελλών. Στην Ελλάδα επέστρεψα στα τέλη του 2018 κι αυτό γιατί άνοιξε μία θέση που μ’ ενδιέφερε πάρα πολύ, στο Cedefop στη Θεσσαλονίκη». Το 2019 όταν ολοκληρώθηκε η σύμβασή της μετανάστευσε στην Κύπρο και, στην Ελλάδα επαναπατρίστηκε, εν μέσω πανδημίας. «Είχα κάνει τα χαρτιά μου για να διοριστώ και πλέον εργάζομαι ως δασκάλα στη Θεσσαλονίκη». Περιγράφει στη «ΜτΚ» ότι η επαγγελματική ευκαιρία που της δόθηκε στο Cedefop ήταν ο λόγος για να επιστρέψει όμως, «δυστυχώς, σκέφτομαι να ξαναφύγω κι αυτό γιατί δεν είμαι ευχαριστημένη από αυτό που κάνω. Οι απολαβές είναι χαμηλές, επικρατεί αναξιοκρατία σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και οι υποδομές των σχολείων είναι ιδιαίτερα κακές. Κατά τη γνώμη μου, δεν δίνονται επαρκή κίνητρα για να επαναπατριστούν οι επιστήμονες του εξωτερικού», επισημαίνει.

Επίσπευση των διαδικασιών

Για διευκολύνσεις που επετεύχθησαν την τελευταία τριετία, με στόχο την επιστροφή ελλήνων ερευνητών, δασκάλων και καθηγητών κάνει λόγο ο πρόεδρος του ΔΟΑΤΑΠ, Ορέστης Καλογήρου. Υπενθυμίζει ότι υπάρχουν περιπτώσεις στον Νόμο 4957/ 2022 για τα ΑΕΙ που διευκολύνουν, όσους θέλουν να επιστρέψουν. Συγκεκριμένα, καταργήθηκε η ατομική πράξη του ΔΟΑΤΑΠ για την αποδοχή αίτησης και εγγραφής για εισαγωγή σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών ή εκπόνησης διδακτορικής διατριβής (κατ’ αναλογία και για τη συμμετοχή σε κατατακτήριες εξετάσεις), για την αποδοχή αίτησης στο πληροφοριακό σύστημα «ΑΠΕΛΛΑ» για την πρόσληψη είτε ως μέλος του τακτικού προσωπικού ή για την αποδοχή αίτησης και πρόσληψη σε θέση μόνιμου ερευνητή σε δημόσια ερευνητικά κέντρα που εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας, για την αποδοχή αίτησης και πρόσληψη σε θέση Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, για την πλήρωση θέσης μεταδιδακτορικού ερευνητή (post-doc) σε εθνικά και ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα. Αρμόδια για την αναγνώριση του τίτλου σπουδών είναι τα ΑΕΙ και τα Ερευνητικά Κέντρα (ΕΚ). Για τον σκοπό αυτόν, τα ΑΕΙ και τα ΕΚ εξετάζουν, αν το ίδρυμα απονομής του τίτλου ανήκει στο Εθνικό Μητρώο Αναγνωρισμένων Ιδρυμάτων της αλλοδαπής και αν ο τύπος τίτλου ανήκει στο Εθνικό Μητρώο Τύπων Τίτλων αναγωρισμένων ιδρυμάτων της αλλοδαπής που είναι αναρτημένα στον ιστότοπο του ΔΟΑΤΑΠ. Ο κ. Καλογήρου εξηγεί ότι κατά το παρελθόν, η γραφειοκρατία αποτελούσε τεράστιο ζήτημα για όσους επέστρεφαν από το εξωτερικό και πλέον, αυτό το «εμπόδιο» δεν υπάρχει.

Τα εμπόδια

«Οι επιστήμονες που θα επιστρέψουν θα έχουν πολλές εμπειρίες, γνωριμίες και συνεργασίες τις οποίες θα μπορούν να εφαρμόσουν στην ελληνική πραγματικότητα. Αλλά, για την ώρα δεν εμφανίζεται τέτοια τάση (επιστήμονες να επαναπατρίζονται)», σύμφωνα με τον Γρηγόρη Ζαρωτιάδη, καθηγητή Οικονομικών Επιστημών στο ΑΠΘ και πρόεδρο της Ένωσης Οικονομικών Πανεπιστημίων της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης και της Παρευξείνιας Ζώνης (ASECU). Υπογραμμίζει ότι δεν υπάρχουν θέσεις στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια καθώς, «οι θέσεις που ανοίγουν για νέους ερευνητές είναι λιγότερες από αυτές που χάνονται κάθε χρόνο, λόγω των αφυπηρετήσεων. Η υποστελέχωση των πανεπιστημίων συνεχίζεται και άρα, δεν υπάρχει χώρος για να επιστρέψουν επιστήμονες που βρίσκονται στο εξωτερικό. Δυνητικά θα υπήρχε αλλά, απαιτείται μία σοβαρή επένδυση από την ελληνική Πολιτεία». Δεν παραλείπει να επισημάνει ότι στο ΑΠΘ, η αναλογία φοιτητών/τριων ανά διδάσκοντα είναι 70 προς έναν, με την αναλογία στα πανεπιστήμια του εξωτερικού να είναι 20 προς έναν.

Οι προτάσεις

Ο Νικηφόρος Σταματιάδης διδάσκει εδώ και 35 χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Κεντάκι (University of Kentucky) και είναι εξωτερικό μέλος του συμβουλίου διοίκησης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μεταφέρει στη «ΜτΚ» πως «ήδη μερικοί συνάδελφοι έχουν κάνει το βήμα της επιστροφής στην ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα και υπάρχουν άλλοι οι οποίοι επιθυμούν να επιστρέψουν αλλά φοβούνται την ελληνική πραγματικότητα στα πανεπιστήμια, κυρίως συνάδελφοι από τις ΗΠΑ. Οι φόβοι εστιάζονται στην έλλειψη προγραμματισμού στα ελληνικά πανεπιστήμια και στις ελλείψεις υποδομών». Τον ρωτώ τι πρέπει να γίνει, για να αναστραφεί το brain drain. «Βασικές αρχές για να επιτευχθεί αυτό είναι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες υποδομές, οικονομική ευρωστία, άνοιγμα κατάλληλων θέσεων εργασίας, και πολιτική σταθερότητα. Μία πρώτη δραστηριότητα θα μπορούσε να εστιαστεί στη δημιουργία ειδικών θέσεων εργασίας που θα προσελκύσει συναδέλφους να συνεργαστούν με Έλληνες και να αποκτήσουν μία “θετική” εμπειρία σχετικά με την ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα. Στην προκειμένη περίπτωση, η κυβέρνηση θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει τις θέσεις αυτές ώστε να δημιουργηθούν στενές σχέσεις μεταξύ συναδέλφων σε Ελλάδα και εξωτερικό και να δοθεί η ευκαιρία στους συναδέλφους από το εξωτερικό να δουν το ελληνικό πανεπιστήμιο με άλλο βλέμμα. Μία τέτοια προσπάθεια έγινε πριν λίγα χρόνια με τη σύνδεση στη βιομηχανία αλλά οι γραφειοκρατικές απαιτήσεις ήταν πολλές που το εγχείρημα δεν ευδοκίμησε».

Τονίζει πως η δημιουργία θέσεων με ελκυστικούς μισθούς είναι μία άλλη επιλογή που θα προσελκύσει καθηγητές και ερευνητές από το εξωτερικό. «Οι περισσότεροι συνάδελφοι έφυγαν για ένα καλύτερο οικονομικό μέλλον και θα είναι δύσκολο να επιστρέψουν αφήνοντας πίσω πιο καλοπληρωμένες θέσεις. Σήμερα δεν υπάρχει μία ανταποδοτική σχέση μεταξύ προσπάθειας για αύξηση έρευνας και αποδοχών σε κάποια μορφή μπόνους, κάτι που είναι πολύ συνηθισμένο σε άλλες χώρες και κυρίως στις ΗΠΑ. Επιπλέον, αναγνώριση της προσπάθειας και προσφοράς θα είναι ένα θετικό βήμα. Η επένδυση και δημιουργία κατάλληλων υποδομών σε εργαστήρια και εγκαταστάσεις καθώς και σε κέντρα καινοτόμου έρευνας είναι απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε συνάδελφοι από το εξωτερικό να δελεαστούν και να επιστρέψουν. Οι περισσότεροι συνάδελφοι εργάζονται σε παρόμοια ή αντίστοιχα κέντρα και εργαστήρια, οπότε θα είναι δύσκολο να κάνουν αυτήν την αλλαγή αν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές», καταλήγει ο κ. Σταματιάδης.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 31.08.2025

Loader