Αυτοδιοίκηση και Κράτος: Μικραίνει το χάσμα, αλλά οι Δήμοι παραμένουν «φτωχοί συγγενείς»

Μεγάλα ζητούμενα από το 2010 και μετά παραμένουν για τους ΟΤΑ οι πόροι, το προσωπικό και οι αρμοδιότητες

Ήταν τον Δεκέμβριο του 2016 στο Συνέδριο της ΚΕΔΕ στη Θεσσαλονίκη, όταν η πρωτοβάθμια Αυτοδιοίκηση επιδίωξε να στείλει ηχηρό μήνυμα στην κεντρική εξουσία ότι «ήρθε η ώρα να αναλάβει την ευθύνη για να ‘χτίσει’ την Ελλάδα από την αρχή». Ήταν επίσης τα δύσκολα χρόνια των μνημονίων με την κρίση να μαστίζει τα πάντα, αλλά με τους Δήμους να παλεύουν για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, με πάνω από 4.000 κοινωνικές δομές να εξυπηρετούν εκατοντάδες χιλιάδες που είχαν ανάγκη.

Και τότε, αλλά και στα χρόνια που ακολούθησαν έως το 2022, οπότε η χώρα αποτίναξε τα δεσμά των μνημονίων, σύσσωμοι οι αιρετοί με τα συλλογικά τους όργανα δήλωναν σε υψηλούς τόνους ότι «η Αυτοδιοίκηση δεν αντιμετωπίζεται με την πρέπουσα σοβαρότητα, με ευθύνη κυρίως της κυβέρνησης και πως δεν μπορεί να υπάρξει μεταρρύθμιση στο Κράτος με υποχρηματοδότηση των Δήμων».

Οκτώ χρόνια μετά, και παρά το ηχηρό μήνυμα του Συνεδρίου της ΚΕΔΕ τον Νοέμβριο του 2024 στη Ρόδο για «επανεκκίνηση με ισχυρούς Δήμους, κάθε μέρα δίπλα στον πολίτη», ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει στην Αυτοδιοίκηση. Οι αιρετοί υποστηρίζουν ότι σημειώνονται βήματα προόδου και το χάσμα μεταξύ Κράτους και Αυτοδιοίκησης δείχνει να μικραίνει, αλλά η ΤΑ λένε χρειάζεται εκσυγχρονισμό, ξεκάθαρο και σαφές θεσμικό πλαίσιο αλλά και μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας, οικονομικής και διοικητικής.

Και αυτό γιατί, η περίφημη, εδώ και πολλά χρόνια, δέσμευση των εκάστοτε κυβερνήσεων για τη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Δήμων παραμένει γράμμα «κενό».

Μεγάλα ζητούμενα από το 2010 και μετά είναι η διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των Δήμων για την ομαλή λειτουργία των υπηρεσιών, προς όφελος των πολιτών, το ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων, μεταξύ Κράτους και Αυτοδιοίκησης αλλά και η στελέχωση των υπηρεσιών με επαρκές προσωπικό.

Άλλωστε, ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατεί και σήμερα στην Αυτοδιοίκηση είναι τα συμπεράσματα της έρευνας του ανεξάρτητου οργανισμού Έρευνας και Ανάλυσης «διαΝΕΟσις», που είχε ως στόχο να καταγράψει τις ανάγκες αλλά και τις παθογένειες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα.

Τα συμπεράσματά της είναι ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση βασίζεται σε μεταρρυθμίσεις αποσπασματικού χαρακτήρα, ότι στους περισσότερους Δήμους δεν υπάρχει ικανή διοικητική οργάνωση, ότι ο ψηφιακός τους μετασχηματισμός παραμένει σε επίπεδο υποβολής αιτήσεων και όχι πλήρους διεκπεραίωσης, ότι η συνεργασία με την κεντρική διοίκηση είναι τουλάχιστον προβληματική, ότι σε πολλά πεδία της τοπικής πολιτικής δεν υφίστανται οι αναγκαίες οικονομικές, οργανωσιακές και επιχειρησιακές ικανότητες για την άσκηση των υφιστάμενων αρμοδιοτήτων και πολλά ακόμη.

Το… λιβάνι του Λιβάνιου

Αιρετοί από όλα τα κομματικά «στρατόπεδα» πιστώνουν την όποια πρόοδο σημειώνεται στον Θεόδωρο Λιβάνιο, που δείχνει να αφουγκράζεται την Αυτοδιοίκηση και να αντιλαμβάνεται τις παθογένειές της, αλλά όπως λένε, το Κράτος δεν είναι μόνο το υπουργείο Εσωτερικών. Μάλιστα, εκτιμούν ότι το Κράτος συνεχίζει να κρατά άλλη «ατζέντα» από εκείνη τη Αυτοδιοίκησης και να αντιμετωπίζει τους Δήμους όχι ως αυτοτελείς οργανισμούς αλλά ως ένα ακόμη υπουργείο.

«Η διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Δήμων είναι πράγματι ένα πάγιο αίτημα, αλλά θεωρώ ότι γίνονται πλέον σημαντικά βήματα σε όλους τους κρίσιμους τομείς. Ευελπιστούμε όμως ότι οι παθογένειες και τα προβλήματα της Αυτοδιοίκησης θα βρουν θεραπεία μέσω του νέου Κώδικα Αυτοδιοίκησης που φέρει τη σφραγίδα του Θ. Λιβάνιου», τονίζει στη «ΜτΚ» ο δήμαρχος Παγγαίου και πρόεδρος του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Φίλιππος Αναστασιάδης.

Και αν όντως, συνεχίζει ο ίδιος, είχε δημιουργηθεί ένα χάσμα μεταξύ Αυτοδιοίκησης και Κράτους, αυτό γεφυρώνεται χάρη στις παρεμβάσεις Λιβάνιου, που βλέπει πως η Αυτοδιοίκηση πρέπει να μπει σε μία άλλη εποχή, εκσυγχρονίζοντας το πλαίσιο λειτουργίας της.

Τα βήματα θετικά, αλλά δεν φτάνουν

Με βάση τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στον τομέα των πόρων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης η Ελλάδα είναι ακόμη πολύ πίσω, καθώς οι Δήμοι λαμβάνουν από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους (ΚΑΠ), την τακτική κρατική επιχορήγησή τους, ποσό 2,2 δισ. ευρώ, αντί των 6,2 δισ. ευρώ. Μάλιστα τα 2,2 δισ. ευρώ είναι αυτά που έχουν προϋπολογιστεί για το 2025, όμως το ποσό αυτό στην αρχή μετά βίας έφτανε το 1,7 δισ. ευρώ.

Την ίδια ώρα σε ό,τι αφορά το μείζον ζήτημα του προσωπικού, σύμφωνα με στοιχεία της ΚΕΔΕ, και αυτό έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Συγκεκριμένα έχει μειωθεί κατά 23.000 άτομα, λόγω των συνταξιοδοτήσεων, μετακινήσεων (κινητικότητα) και των μη προσλήψεων εξαιτίας των μνημονιακών απαγορεύσεων. Και το ζήτημα αυτό, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, Λάζαρος Κυρίζογλου, είναι κυρίαρχο, γιατί οι Δήμοι έχουν μεγάλη ανάγκη σε προσωπικό τεχνικό και επιστημονικό π.χ. σε μηχανικούς για να μελετήσουν, δημοπρατήσουν, επιβλέψουν και εκτελέσουν έργα. «Σήμερα όμως με τις αποδοχές που λαμβάνουν στους Δήμους οι μηχανικοί, κανείς δεν έρχεται να εργασθεί. Το ίδιο ισχύει και για άλλες ειδικότητες εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού, και αυτό είναι μεγάλη πληγή», σημειώνει ο ίδιος.

Το κεντρικό Κράτος, προσθέτει ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, οφείλει στο πλαίσιο της εφαρμογής της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 102 του συντάγματος να διασφαλίζει την διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Δήμων. Εκτιμά, πάντως, ότι τα τελευταία χρόνια έγιναν θετικά βήματα και συνεχίζονται, αλλά, όπως λέει, «απέχουμε όμως πολύ από την ευρωπαϊκή Τοπική Αυτοδιοίκηση. Πρέπει να συγκλίνουμε ταχύτερα για μία καλύτερη και αποτελεσματικότερη άσκηση αρμοδιοτήτων προς όφελος των πολιτών των τοπικών κοινωνιών».

Οι Δήμοι δεν μπορούν άλλο να είναι οι φτωχοί συγγενείς

Δήμαρχοι πάντως, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης, υποστηρίζουν πως βήματα μπορεί να γίνονται, για να βγει από το τέλμα η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά αν δεν λυθούν οι σοβαρές ελλείψεις προσωπικού των Δήμων, καθώς η υποστελέχωση είναι συνεχής, αν δεν υπάρξει άμεση παρέμβαση με στρατηγική ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού, αν δεν ενισχυθούν οικονομικά οι Δήμοι για να αυτενεργούν και δεν ξεκαθαρίσουν οι αρμοδιότητες για να μην είναι μόνιμα «φταίχτες» και «επαίτες» οι δήμαρχοι, η κατάσταση δεν θα αλλάξει.

Ύστερα από πάνω από μία δεκαετία δημοσιονομικών περιορισμών, όπως λένε, η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί ως ο «φτωχός συγγενής του κράτους». ΚΕΔΕ και Περιφερειακές Ενώσεις Δήμων ανά τη χώρα τονίζουν διαρκώς ότι είναι επιτακτική ανάγκη να αρθούν οι περιορισμοί που εμποδίζουν τις προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, γιατί οι Δήμοι έχουν αποδείξει την αντοχή και την υπευθυνότητά τους κατά τη διάρκεια των κρίσεων, διατηρώντας την κοινωνική συνοχή.

Εκτιμούν ότι η ΤΑ βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επαφής με τον πολίτη, και οι πολίτες έχουν ανάγκη από ουσιαστικές υπηρεσίες, όχι από αυτοσχέδιες λύσεις ανάγκης. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο η Πολιτεία να ενισχύσει τους Δήμους και να ακούσει τις ανάγκες τους, ώστε να βρουν από κοινού λύσεις. Κυρίως όμως οι Δήμοι χρειάζεται άμεσα να εξαιρεθούν από τους μνημονιακούς κανόνες, τόσο για την ενίσχυση του προσωπικού τους, όσο και των οικονομικών τους.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 25.05.2025

Loader