- Newsroom
«Δεν τους θεωρώ συναδέλφους μου» κατέθεσε στο ΜΟΔ, για τους συναδέλφους του που άφησαν αβοήθητη την Κυριακή Γρίβα, ο αστυνομικός της Άμεσης Δράσης που έφτασε πρώτος στο Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων, έξω από το οποίο είδε να κείτεται νεκρή η 28χρονη.
Ο μάρτυρας κατέθεσε πως η τραγική αποτυχία των συναδέλφων του να αντιμετωπίσουν το περιστατικό με την Κυριακή, ήταν η αφορμή να αλλάξει άρδην ο σχεδιασμός της ΕΛΑΣ για την ανταπόκριση σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, φράση που προκάλεσε σφοδρή συγκίνηση στην μητέρα του θύματος.
Όπως κατέθεσε ο αστυνομικός της Άμεσης Δράσης, εκείνο το βράδυ της 1ης Απριλίου 2024: «Μας ενημέρωσαν από το Κέντρο. Ακούγονταν φωνές και ουρλιαχτά στον ασύρματο. Όταν φθάσαμε στο Τμήμα, η κοπέλα ήταν ήδη νεκρή» είπε, μεταφέροντας παράλληλα στο δικαστήριο την κατάσταση που αντιμετώπισαν. Ο μάρτυρας περιέγραψε συνθήκες χάους, απόλυτης αμηχανίας και σοκ, δίνοντας χαρακτηριστικά την εικόνα του φρουρού του Τμήματος: «τα είχε χαμένα, δεν ήξερε πού βρισκόταν» είπε για τον -απότακτο πλέον για άλλη υπόθεση- αστυνομικό, συμπληρώνοντας πως «έπρεπε να μπει στη μάχη και όχι να έχει αυτή την απάθεια». Είπε παράλληλα ότι εντός της ΕΛΑΣ, η σκοπιά «αντιμετωπίζεται ως τιμωρία και όχι ως θέση ευθύνης». Ο μάρτυρας κατέθεσε επίσης πως τους αστυνομικούς του Τμήματος, τους είδε σε δεύτερο χρόνο, καθώς «είχα επικεντρωθεί στην κοπέλα και τον δράστη», αναφέροντας πως «μόνο κοιτάζανε».
Ο αστυνομικός αναφερόμενος στην όλη στάση που επέδειξαν οι αστυνομικοί του Τμήματος, είπε ότι «δεν τους θεωρώ συναδέλφους μου. Δεν μπορείς να ανταποκριθείς σε τέτοια κατάσταση χωρίς εκπαίδευση και -κυρίως- χωρίς διάθεση».
Όπως είπε, «πρέπει να είσαι σε εγρήγορση όταν φέρεις όπλο. Η παρουσία σου και μόνο μπορεί να αποτρέψει μια τραγωδία...», Αναφέροντας πως απαιτείται επαγγελματισμός για να τηρηθούν τα πρωτόκολλα και να παρέμβει ο αστυνομικός προς αποτροπή του δράστη χωρίς να προκληθεί μέγιστος κίνδυνος για πολίτες.
Κατόπιν ερωτήσεων, ο αστυνομικός σχολίασε την απάντηση «το περιπολικό δεν είναι ταξί κυρία μου» του τηλεφωνητή στο κέντρο του «100» στην Κυριακή, όταν κάλεσε φεύγοντας από το Τμήμα:
«Ήταν λάθος απάντηση. Ίσως επειδή πίστευε ότι αφού βρίσκεται ήδη σε Τμήμα, (η 28χρονη) είναι ασφαλής. Δεν ήταν», ανέφερε.
Στην κατάθεσή του, άλλος αστυνομικός, που ήταν στην συνοδεία που μετέφερε τον αυτοτραυματισμένο δράστη στο νοσοκομείο μετά την δολοφονία, κατέθεσε πως «όταν συνήλθε, η πρώτη του φράση ήταν: πού είναι η Κυριακή;"». Είπε επίσης ο ένστολος πως απέφευγε να του απαντήσει.
Την εικόνα του 40χρονου κατηγορούμενου αμέσως μετά την δολοφονία μετέφερε στο δικαστήριο η γιατρός- χειρουργός στο «Γ. Γεννηματάς» που εξέτασε τον δράστη.
Σύμφωνα με την γιατρό, ο 40χρονος «ήταν πλήρως επικοινωνιακός, σε σταθερή κατάσταση και με πλήρη αντίληψη και προσανατολισμό». Είπε επίσης η μάρτυρας, πως «η νευρολογική του εικόνα ήταν απόλυτα φυσιολογική».
Όπως κατέθεσε η γιατρός, ο δράστης της δολοφονίας έφερε ένα τραύμα στο λαιμό που «δεν ήταν απειλητικό για την ζωή», χωρίς καμία άλλη κάκωση.