Διονύσης Σαββόπουλος: Η «Συννεφούλα» που αναλήφθηκε στους ουρανούς και μια συνάντηση τριάντα χρόνια πριν. Της Κυριακής Τσολάκη

Οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχνάμε, γι’ αυτό ο δημιουργός θα ζει για πάντα

Ξέραμε από καιρό ότι δεν ήταν καλά, γνωρίζαμε ότι μετράει αντίστροφα, ελπίζαμε στη μεγάλη παράταση. Αλλά ο Διονύσης Σαββόπουλος «μας την έκανε», όπως ίσως θα έλεγε και ο ίδιος με το γνωστό χιούμορ του, με την αγάπη που κάποιες φορές είχε στην αργκό και στους ιδιωματισμούς.

Ευφυέστατος, ιδιόρρυθμος, απρόβλεπτος. Πριν τριάντα περίπου χρόνια η 25χρονη δημοσιογράφος ενός επαρχιακού καναλιού που ήταν κολλημένη με τον πολιτισμό και ακόμη και στα δελτία ειδήσεων ενέτασσε τους σπουδαίους καλλιτέχνες που περνούσαν από την περιοχή, ζήτησε συνέντευξη στη διάρκεια μιας συναυλίας του σε γνωστό περιφερειακό φεστιβάλ.

Εκείνος ήταν στο απόγειο της καριέρας του, εκείνη πάλι μόλις ξεκινούσε. Υπέροχος, με τη ζωντάνια που είχε στη σκηνή δεν άφηνε τον κόσμο να τον αφήσει να φύγει… Βγήκε για πολλά encore. Προκαλούσε δέος, είχε ένα ξεχωριστό εκτόπισμα η παρουσία του.

Ο μάνατζερ δεν ήταν ενθαρρυντικός. «Σπάνια δίνει συνεντεύξεις αλλά έλα μαζί μου να σε δει», της είπε. Στη στιγμή της γνωριμίας την κοίταξε εξεταστικά και δέχτηκε αμέσως να της μιλήσει. «Άσε με μόνο να βάλω μια μπουκιά στο στόμα μου πρώτα», της είπε ανθρώπινα και κατευθύνθηκε στο τραπέζι που του είχαν ετοιμάσει.

savvopoulos.jpg?v=0

Αργότερα, στις δηλώσεις του στην κάμερα, είχε εκείνη τη μοναδική ικανότητα μέσα από όλα όσα έλεγε να κάνει τους ανθρώπους να τον κατανοούν και ταυτόχρονα να μην τον καταλαβαίνουν. Όπως όλες οι διάνοιες… «Πώς είπαμε πως σε λένε;», τη ρώτησε στο τέλος. «Σου αρέσει η δουλειά σου;», συμπλήρωσε. Όταν εκείνη του έγνεψε ναι εκείνος της είπε: «Μπράβο, θα πας καλά».

Της έδωσε θάρρος, ένα πάτημα να συνεχίσει. Εκείνο το βράδυ είδε ένα αεροπλάνο να απογειώνεται στον ύπνο της…

Τα χρόνια πέρασαν και καθώς εκείνη πήρε σταθερά τον δρόμο του πολιτιστικού ρεπορτάζ, στη Θεσσαλονίκη πια, συναντήθηκαν πολλές φορές στη δουλειά. Άλλοτε τηλεφωνικά, άλλοτε από κοντά. Πάντα στις συζητήσεις την αποκαλούσε «πουλάκι» μου, του θύμιζε κάποιες φορές το πρώτο αντάμωμα, που ασφαλώς εκείνος είχε ξεχάσει. «Έλα να σε φιλήσω πουλάκι μου», είπε ολοκληρώνοντας την τελευταία από κοντά συνέντευξά τους, γεμάτος τρυφερότητα. Ήταν στην ηλικία του πατέρα της.

Μια από τις τελευταίες φορ'ες που εμφανίστηκε δημόσια στη γενέτειρά του, εκείνη ήταν ασφαλώς εκεί καλύπτοντας την εκδήλωση. Η συγκίνηση ήταν μεγάλη από όλους. Ο δήμος Θεσσαλονίκης τον τίμησε για την προσφορά του στην τέχνη και λίγο πολύ όλοι υποπτεύονταν ότι μπορεί να είναι και η τελευταία φορά που εμφανίζεται στη σκηνή. Δεν ήταν... Είχε τη δύναμη να συνεχίσει. Τότε, είπε πολλές ιστορίες, είχε κέφι, άλλοτε έσπαγε η φωνή του, αλλά κατάπινε με αξιοπρέπεια το δάκρυ, με δυσκολία πάντως τραγουδούσε από τη φόρτιση.

savvopoulos1.jpg?v=0

Χθες το βράδυ η «Συννεφούλα» του (Ίσως η έννοια της πιο ανιδιοτελούς αγάπης σε ένα τραγούδι, αν και απέκτησε αργότερα και πολιτική χροιά…) ανέβηκε ξανά στους ουρανούς. Εκείνος την κατέβασε ως θεία έμπνευση, εκείνη είναι και το σωστό να τον συνοδεύσει στην άλλη, άγνωστη για όλους μας, πλευρά.

Δεν ξέρω αν θα ξαναπεράσει ποτέ παρόμοια περίπτωση ανθρώπου, δημιουργού, συνθέτη, «ποιητή» από την Ελλάδα. Με την ίδια ευφυία, την ίδια πρωτοποριακή σκέψη, το ίδιο αίσθημα συμπερίληψης σε μια εποχή που δεν σήκωνε πολλά – πολλά τέτοια.

Αυτό που ξέρω είναι ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχνάμε, γι’ αυτό ο Σαββόπουλος θα ζει διαρκώς. Όχι μόνο μέσα από τα τραγούδια του, αλλά και μέσα από το ευρύτερο στίγμα που άφησε σε πολιτικοκοινωνικό επίπεδο, μη διστάζοντας πάντα να δηλώσει ευθέως την άποψή του, ακόμη και αν διαφωνούσες κάποιες φορές μαζί του.

Γι’ αυτό αρνούμαι να του γράψω αντίο…

Loader