Η διαχρονική γοητεία της Μούμιας

- Newsroom

Του Αλέξη Ν. Δερμεντζόγλου dermetzo@otenet.gr Η νέα “Μούμια” του Άλεξ Κούρτζμαν με τον Τομ Κρουζ στο βασικό ρόλο, που εξέρχεται από την Πέμπτη, επιβεβαιώνει για ακόμα μία φορά τη μαγεία αυτού του κλασικού μύθου, που προέρχεται βέβαια από τον αρχαίο αιγυπτιακό πολιτισμό. Ανέκαθεν ασκούσε μία γοητεία στο δυτικό ορθολογισμό. Η εξωτική μεταφυσική, η μαγεία των χώρων, η μακάβρια πιθανότητα μιας νεκρανάστασης, τα φοβικά σύνδρομα που ευνοούνται από τις οικονομικές και άλλες συγκυρίες των εποχών, όλα αυτά κατάφεραν επί 85 τουλάχιστον χρόνια να γίνουν σταθερά σημεία αναφοράς, για να επανέρχεται κινηματογραφικά η μούμια με τις ανατριχίλες της. Ακόμα και χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού είχαν εντυπωσιαστεί από αυτόν τον τρομολαγνικό μύθο: ο Πολωνός Μπόλεσλαβ Πρους έγραψε ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα και ο Γέρζι Καβαλιέροβιτς γύρισε στα 1966 τους “Φαραώ”, που στην επόμενη χρονιά προτάθηκαν για ξενόγλωσσο Όσκαρ. Απρόσμενο, κατά την εκτίμησή μου, γεγονός ότι στα 1955 ο μέγας Χάουαρντ Χοκς υπέγραψε την “Κοιλάδα των βασιλέων”, πολύ μακριά από το προσωπικό του στιλ. Στα 1956 ο Σεσίλ Ντε Μιλ θα γυρίσει το ριμέικ της δικής του ασπρόμαυρης ταινίας “Οι 10 Εντολές” με τους Τσάρλτον Ίστον και Γιουλ Μπρίνερ. Είναι η μεγάλη έξοδος των εβραίων από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη χάρη στον Μωυσή, που θα παραλάβει στο Όρος Σινά τις 10 Εντολές. Πολύ εντυπωσιακά εφέ, υψηλό κόστος παραγωγής, μεγάλη εμπορική επιτυχία αλλά άκρως αμφιλεγόμενο το νόημα. Πρόσφατα, ο Αλεχάντρο Αμεναμπάρ θα γυρίσει την ταινία “Αgora”, την ιστορία της Υπατίας στην Αλεξάνδρεια. Μια νοσταλγική γοητεία Οι παλιότεροι νιώθουν γοητευμένοι όταν ο Μάικλ Κέρτιζ στα 1954 μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Μίκα Βαλτάρι “Ο Αιγύπτιος”, μια πολύ ευγενική ταινία γεμάτη μυστήριο για τον αιγυπτιακό πολιτισμό. Στα 1963 συμβαίνει ένα πολύ παράξενο γεγονός: ο μέγας Τζόζεφ Μάνκιεβιτς αξιοποιεί τους Λιζ Τέιλορ και Ρίτσαρντ Μπάρτον αλλά η “Κλεοπάτρα” του, που κόστισε το τεράστιο ποσό των 300 εκατομμυρίων δολαρίων, έγινε η μεγαλύτερη εμπορική αποτυχία όλων των εποχών, καθώς έφερε πίσω μόνο ένα εκατομμύριο και η εταιρεία κατέρρευσε. Έτσι άρχισαν όλα Η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου γεννά ουσιαστικά την πρώτη “Μούμια” (1932) του Καρλ Φρόιντ. Το κραχ μετασχηματίζεται σε φοβικό αλλά γοητευτικό και αντιρροπιστικό φιλμ του φανταστικού. Ο Μπόρις Καρλόφ είναι μια γοητευτική ζώσα μούμια, που καταφέρνει και προσελκύει το ενδιαφέρον μιας όμορφης δυτικής γυναίκας. Είναι φανερό πως πλέον οι αξίες επαναπροσδιορίζονται, καθώς και τα στερεότυπα. Έχουμε ένα από τα πιο συναρπαστικά και αποτρόπαια φιλμ όλων των εποχών. Στα 1940 το ριμέικ που γίνεται (“Το χέρι της μούμιας”) δεν έχει τη βαρύτητα της πρώτης ταινίας. Στα 1944 ο Λον Τσάνεϊ Τζούνιορ, ένας εξίσου μεγάλος ηθοποιός με τον Καρλόφ, θα πρωταγωνιστήσει στην “Κατάρα της μούμιας” του Λέσλι Γκούντγουινς. Όταν στη δεκαετία του 1950 αναβιώνει από τη βρετανική “Hammer” η χρυσή εποχή του φανταστικού, τότε ο Τέρενς Φίσερ θα γυρίσει τον “Βρικόλακα των πυραμίδων” (1959) με τους μετρ του είδους Κρίστοφερ Λι και Πίτερ Κάσινγκ. Η μούμια πλέον αποτυπώνεται σε έγχρωμα φιλμ σε αντίθεση με την πρώτη χρυσή εποχή του φανταστικού. Οι αρχικές ασπρόμαυρες ταινίες διέθεταν μία υπόγεια σεξουαλικότητα και την προσπάθεια παράκαμψης της κρίσης μέσω του ανατολίτικου πάθους. Η βρετανική αναβίωση με τεχνικολόρ χρώματα είναι ψυχρή, αυστηρά γεωμετρημένη και βαθύτατα φοβική. Κάθε ίχνος γοητείας έχει εξαφανιστεί, ο φόβος είναι ολοκληρωτικός και υπάρχει η μετωνυμία της πτώσης της αποικιοκρατίας της Μεγάλης Βρετανίας. Φτάνοντας στο σήμερα Πριν να φτάσω στις πολύ σύγχρονες ταινίες, να σημειώσω μία άλλη πολύ πικρή βρετανική δημιουργία: “Το ξύπνημα των φαραώ” (1980) του Μάικ Νιούελ, με τους Τσάρλτον Ίστον και Σούζαν Γιορκ, ένας αρχαιολόγος ανακαλύπτει πως πρέπει να βρεθεί στην τραγική μοίρα να εξοντώσει την κόρη του. Αλλιώς αυτή θα καταστρέψει τον κόσμο, επειδή αποτελεί μετενσάρκωση μιας αρχαίας αιγύπτιας βασίλισσας. Ιδεολογικοπολιτικά η ταινία εκφράζει τα μεγάλα πολιτικά ερωτήματα και διλήμματα της δεκαετίας του ’80 και τις καταστροφικές επιλογές που έρχονται από τους Ρίγκαν και Θάτσερ. Στα 1999 ο Στίβεν Σόμερς γυρίζει τη “Μούμια” με τους Μπρένταν Φρέιζερ και Ρέιτσελ Βάις, που καμία σχέση δεν έχει με τη γοητεία εκείνης του ’30, γιατί είναι μία άχαρη συσσώρευση ειδικών εφέ. Τα ίδια συμβαίνουν και το 2001, όταν έχουμε τη συνέχεια με τους ίδιους συντελεστές στο “Η μούμια επιστρέφει”. Εδώ η πολιτική προειδοποίηση είναι σαφής: η μούμια στέλνεται σε ένα μουσείο στο Λονδίνο και τα κάνει γυαλιά καρφιά. Είναι φανερές οι νύξεις για το φόβο του άλλου και για εκρήξεις τρομοκρατικών ενεργειών στο εθνικό εδώ. Η μούμια, λοιπόν, πάντα θα επιστρέφει. Αλληγορικά, πολιτικά και μεταφορικά, ο όρος είναι ξεκάθαρος: σημεία συντήρησης, παλιές ιδέες, αντιδραστικές καταστάσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι κορυφαίοι ανατολικογερμανοί ντοκιμαντερίστες Χαϊνόφσκι και Σόιμαν γύρισαν μεταξύ των άλλων και τον “Πόλεμο με τις μούμιες”. Ως γνωστόν, αυτή η έξοχη δημιουργία αναφέρεται στο άθροισμα των συντηρητικών δυνάμεων, οικονομικών συμφερόντων, επεκτατικών βλέψεων που έστειλαν τη Χιλή στη δικτατορία του Πινοσέτ.
Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής» στις 11 Ιουνίου 2017
Loader