POS παντού έως το τέλος του 2023 - Ακόμη και σε ταξί, σινεμά και περίπτερα
Οι έλεγχοι δείχνουν ότι η φοροδιαφυγή οργιάζει σε συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες - Θα επανεξετασθούν τα κίνητρα και οι εκπτώσεις
Από την 1η Ιουλίου 2021 και εφεξής - Από την 30η Μαρτίου 2020 οπότε και υιοθετήθηκε το συγκεκριμένο μέτρο, η ανταπόκριση του συναλλακτικού κοινού υπήρξε καθολική
- Newsroom
Τη διατήρηση του ορίου ποσού των ανέπαφων συναλλαγών με κάρτες πληρωμών χωρίς τη χρήση ΡΙΝ στα 50 ευρώ, ανακοίνωσε σήμερα η Ελληνική Ένωση Τραπεζών.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην σχετική ανακοίνωση, σε συνέχεια της από 23 Μαρτίου 2021 ανακοίνωσης της ΕΕΤ, οι τράπεζες-μέλη της, στο πλαίσιο της δέσμευσής τους για διαρκή συνδρομή τους στον περιορισμό των επιπτώσεων του κορονοϊού (COVID-19), στη δημόσια υγεία και τη συναλλακτική καθημερινότητα, θα διατηρήσουν το όριο ποσού των ανέπαφων (contactless) συναλλαγών καρτών χωρίς τη χρήση ΡΙΝ στα 50 ευρώ, από την 1η Ιουλίου 2021 και εφεξής.
Από την 30η Μαρτίου 2020 οπότε και υιοθετήθηκε το συγκεκριμένο μέτρο, η ανταπόκριση του συναλλακτικού κοινού υπήρξε καθολική, ελαχιστοποιώντας σημαντικά τη φυσική επαφή των κατόχων καρτών με το πληκτρολόγιο του τερματικού (POS).
Ως εκ τούτου, όλες οι συναλλαγές, ανεξαρτήτως ποσού, μπορούν να πραγματοποιούνται ανέπαφα χωρίς παράδοση της κάρτας πληρωμών στον εκάστοτε υπάλληλο του καταστήματος όπου διενεργείται η συναλλαγή. Για συναλλαγές, πέραν του ποσού των 50 ευρώ, θα εξακολουθήσει να είναι απαραίτητη και να ζητείται η πληκτρολόγηση του ΡΙΝ του στο POS, από τον κάτοχο της κάρτας, αναφέρει η ΕΕΤ.
Υπενθυμίζεται, σε κάθε περίπτωση, η ιδιαίτερη προσοχή που πρέπει να επιδεικνύουν οι συναλλασσόμενοι στην ασφαλή φύλαξη της κάρτας τους.
Οι έλεγχοι δείχνουν ότι η φοροδιαφυγή οργιάζει σε συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες - Θα επανεξετασθούν τα κίνητρα και οι εκπτώσεις
Η συνεδρίαση χαρακτηρίστηκε από περιορισμένη παρουσία ξένων επενδυτών και σχετικά χαμηλό τζίρο
«Μια εμπορική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ θα ήταν εξαιρετικά επιθυμητή, αλλά η έκθεση της ΕΕ στην αμερικανική αγορά δεν είναι ανεξέλεγκτη»
Η συνολική αξία των εισαγωγών ανήλθε στο ποσό των 6.973,6 εκατ. ευρώ