Με στόχο να διατηρηθεί η συλλογική μνήμη και να διδαχθούμε από το παρελθόν, προκειμένου να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις, στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ιδρύθηκαν επώνυμες έδρες για τη μελέτη συγκεκριμένων ιστορικών περιόδων. Η επιστημονική και ερευνητική δραστηριότητα αυτών των εδρών προσδοκάται να προάγει την ελληνική ιστορία και πολιτισμό διεθνώς και να ενισχύει τη θέση των ελληνικών πανεπιστημίων και της Θεσσαλονίκης στον παγκόσμιο ακαδημαϊκό χάρτη.
«Η Θεσσαλονίκη αποτελούσε και αποτελεί ακαδημαϊκό κόμβο για όλη τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Στο οικοσύστημα της πόλη υπάρχουν τρία πανεπιστήμια, εκ των οποίων δύο πολυθεματικά, τα οποία διακονούν όχι μόνον τη διδασκαλία και την έρευνα, αλλά συνδράμουν και στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Πάντα πίστευα και πιστεύω ότι συγκριτικό πλεονέκτημα της Θεσσαλονίκης, μέσω των ΑΕΙ της, είναι οι ανθρωπιστικές επιστήμες. Το ΑΠΘ και το ΠΑΜΑΚ, μέσω των επώνυμων εδρών, συμβάλλουν στην ακόμα μεγαλύτερη γνώση ιστορικών γεγονότων, τα οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον ελληνισμό και την ιστορία μας», σημειώνει στη «ΜτΚ» ο Νίκος Παπαϊωάννου, υφυπουργός Παιδείας, αρμόδιος για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Συμπληρώνει πως «η μελέτη της ιστορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μέσω της επώνυμης έδρας του ΑΠΘ, είναι ιδιαίτερη σημαντική, αφού πάνω σε αυτήν την ιστορία στηρίζεται και η ελληνικότητα της Μακεδονίας μας. Αντίστοιχα, η Έδρα Μικρασιατικών Σπουδών του ΠΑΜΑΚ, θα συμβάλλει στη γνώση της παρουσίας του ελληνισμού στη Μικρά Ασία, την άνθιση των κοινωνικών και πολιτιστικών γεγονότων της εποχής μέσα από το ελληνικό στοιχείο που καταδεικνύει τελικά ότι ο ελληνισμός είναι οικουμενικός».
Η Έδρα Μικρασιατικών Σπουδών
Η ανάγκη διατήρησης της συλλογικής μνήμης για τη Μικρασιατική Καταστροφή και τα βιώματα των προσφύγων ήταν τα στοιχεία που οδήγησαν, το φθινόπωρο του ’24, στην ίδρυση της επώνυμης έδρας Διδασκαλίας και Έρευνας στις Μικρασιατικές Σπουδές, στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών της Σχολής Οικονομικών και Περιφερειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Εξαγωγέων και δωρήτριες εταιρείες- μέλη του. Όπως είχε επισημανθεί τότε από τα συμβαλλόμενα μέρη, η ίδρυση αυτής της έδρας απαντά σε ένα χρόνιο και επιτακτικό αίτημα, και αποτελεί δικαίωση όσων επί χρόνια αγωνίζονται να μην σβήσουν οι μνήμες και να μην χαθούν τα πολύτιμα τεκμήρια εκείνης της περιόδου.
«Ειδικά για το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, η ίδρυση της έδρας συνιστά σημαντική προσθήκη για τα αντικείμενα που θεραπεύει το τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών. Το ΠΑΜΑΚ απέκτησε την πρώτη του επώνυμη έδρα, οικονομικά στηριζόμενη από πέντε επιχειρήσεις υπό την σκέπη του Συνδέσμου Εξαγωγέων. Το γεγονός αυτό ενισχύει καθοριστικά την εξωστρέφεια του Ιδρύματός μας, την αλληλεπίδρασή του με τους παραγωγικούς φορείς και την κοινωνία και αποτελεί ‘ψήφο εμπιστοσύνης’ του ιδιωτικού τομέα προς το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο», σημειώνει στη «ΜτΚ» ο πρύτανης του ΠΑΜΑΚ, Στυλιανός Κατρανίδης.
Τα μαθήματα
Από το τρέχον εξάμηνο ξεκινούν οι διδακτικές δραστηριότητες της Έδρας Μικρασιατικών Σπουδών, της οποίας τη χρηματοδότηση για τα επόμενα τρία χρόνια έχουν αναλάβει ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων και οι δωρήτριες εταιρίες Alumil, Optima bank, Διαμαντής Μασούτης ΑΕ, Μπίκας ΑΕ και ΔΙΟΠΑΣ ΑΕ.
Τα μαθήματα θα επικεντρώνονται σε σημαντικά ζητήματα που αφορούν την εν γένει ιστορική διαδρομή του Μικρασιατικού Ελληνισμού κατά την περίοδο της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2025-2026, η επώνυμη έδρα θα δραστηριοποιηθεί γύρω από τρεις βασικούς άξονες: α) διδασκαλία μαθημάτων γύρω από την ιστορία του Μικρασιατικού Ελληνισμού, β) έρευνα σε αρχεία για τον εντοπισμό πρωτογενούς υλικού σχετικού με τη μικρασιατική ιστορία, γ) διοργάνωση επιστημονικού Συνεδρίου ή ημερίδας πάνω σε θέματα που σχετίζονται με τις ελληνορθόδοξες Κοινότητες της Μικράς Ασίας.
Κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος θα διδαχτούν τρία μαθήματα: α) Ιστορία του Μικρασιατικού Ελληνισμού στη Νεότερη και Σύγχρονη Εποχή, β) Ιστορία της Μικρασιατικής Εκστρατείας και της Μικρασιατικής Καταστροφής, γ) Ιστορία και πηγές του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Το πρώτο μάθημα θα εξετάζει συνολικά την ιστορία των ελληνορθόδοξων Κοινοτήτων της Μικράς Ασίας από τον 19ο αιώνα έως και το 1919, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων για την οργανωτική, οικονομική, εκπαιδευτική και δημογραφική εξέλιξη του Μικρασιατικού Ελληνισμού κατά την προαναφερθείσα περίοδο. Επιπλέον, θα εξεταστούν οι επιπτώσεις των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων (Τανζιμάτ) στην πορεία των ελληνορθόδοξων πληθυσμών, η προσπάθεια του ελληνικού Κράτους, διά των διπλωματικών αντιπροσώπων του, να καταστεί σημαντικός παράγοντας των εν Μικρά Ασία εξελίξεων και η στάση των Μικρασιατών Ρωμιών έναντι της Νεοτουρκικής Επανάστασης και των ζητημάτων που αυτή έφερε.
Το δεύτερο μάθημα θα είναι επικεντρωμένο στην κρίσιμη τριετία 1919-1922, όταν η Ελλάδα εγκατέστησε πολιτική διοίκηση και στρατιωτικές δυνάμεις στη Μικρά Ασία. Βασικοί πυλώνες του μαθήματος θα είναι τα πολιτικά, στρατιωτικά και διπλωματικά γεγονότα που οδήγησαν, το Μάιο του 1919, στην αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, η οργάνωση της Ύπατης Αρμοστείας στο Μητροπολιτικό Κέντρο της Ιωνίας, οι κινήσεις του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο, η ανάδυση του κεμαλικού κινήματος, οι συνέπειες από τις ελληνικές εκλογές του 1920 για την εξέλιξη του Μικρασιατικού Ζητήματος, καθώς και τα γεγονότα που οδήγησαν στην κατάρρευση του ελληνικού μετώπου και, τελικά, στη Μικρασιατική Καταστροφή.
Το τρίτο μάθημα θα έχει έναν πιο «εργαστηριακό» προσανατολισμό, καθώς οι φοιτητές θα έλθουν σε επαφή με αρχειακό και δευτερογενές υλικό γύρω από την ιστορία του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Έδρα Μεγάλου Αλεξάνδρου
Την τρέχουσα εβδομάδα δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης η απόφαση που ορίζει τις λεπτομέρειες ίδρυσης και λειτουργιάς της επώνυμης έδρας με τίτλο «Αρχαία Ελληνική Ιστορία: Ο Μέγας Αλέξανδρος και η Εποχή του» στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Η πρωτοβουλία χρηματοδοτείται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τον ΣΕΒΕ, το ΕΒΕΘ, το ΕΕΘ και το ΒΕΘ, για τρία χρόνια.
Η έδρα φιλοδοξεί να γίνει σημείο αναφοράς για την ιστορική έρευνα της εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της αρχαίας Μακεδονίας, ενώ παράλληλα θα προάγει την αξιόπιστη και τεκμηριωμένη ιστορική γνώση, θα εκπαιδεύει νέους ερευνητές με ειδίκευση στην ελληνική αρχαία ιστορία, θα ενισχύει τη διεθνή συνεργασία με ακαδημαϊκούς και πολιτιστικούς φορείς και σαφώς, θα αναδεικνύει τον επιστημονικό και πολιτιστικό ρόλο του ΑΠΘ σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι βασικοί στόχοι της έδρας εδράζονται πάνω στους ακόλουθους άξονες: Τη συστηματική και τεκμηριωμένη έρευνα της ιστορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την υποστήριξη της διεπιστημονικής έρευνας του γνωστικού πεδίου μέσω της συνεργασίας της Αρχαίας Ιστορίας με τις λοιπές Αρχαιογνωστικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες, την υποστήριξη της διαχρονικής έρευνας του γνωστικού αντικειμένου μέσω της μελέτης της επίδρασης του Μεγάλου Αλεξάνδρου σε μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους και την εφαρμογή των πορισμάτων της ανωτέρω έρευνας στη διδασκαλία και -ως αποτέλεσμα αυτού- την προσέλκυση νέων φοιτητών/τριών και την εξοικείωση και εκπαίδευση νέων ερευνητών στο γνωστικό πεδίο.
Το Διεπιστημονικό Κέντρο Αριστοτελικών Μελετών
Το Διεπιστημονικό Κέντρο Αριστοτελικών Μελετών, (ΔΙΚΑΜ), του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, διανύει το 15ο έτος δράσης του, από την ίδρυσή του με απόφαση της Συγκλήτου τον Ιούλιο του 2011. Μελετά και προβάλλει σε παγκόσμια κλίμακα το αριστοτελικό έργο, το οποίο καλύπτει όλους τους βασικούς κλάδους της Φιλοσοφίας και των Επιστημών, κάτι το οποίο αποτελεί και τον καινοτόμο χαρακτήρα του, καθιστώντας το μοναδικό στο είδος του σε διεθνές επίπεδο.
Η Δήμητρα Σφενδόνη-Μέντζου, ομότιμη καθηγήτρια Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΑΠΘ, μέλος της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών, ιδρύτρια και πρόεδρος του ΔΙΚΑΜ εξηγεί πως το ΔΙΚΑΜ, με τις άοκνες προσπάθειές του, και χωρίς καμία τακτική επιχορήγηση, πέτυχε να δώσει σημαντική ώθηση στη μελέτη του αριστοτελικού έργου μέσα από μία σύγχρονη και δι-επιστημονική προσέγγιση, και ταυτόχρονα να προβάλλει σε παγκόσμια κλίμακα την εμβληματική μορφή του οικουμενικού φιλοσόφου, Αριστοτέλη. Παράλληλα, έχει καταστήσει πόλο έλξης και σημείο αναφοράς για τους Αριστοτελιστές όλου του κόσμου, το ΑΠΘ και τους δύο παγκοσμίου ενδιαφέροντος αρχαιολογικούς χώρους: Τα αρχαία Στάγειρα, γενέτειρα του Αριστοτέλη και την αρχαία Μίεζα, τον τόπο όπου δίδαξε τον Μέγα Αλέξανδρο.
Η διαχρονική αξία του αριστοτελικού έργου, για τη δυτική σκέψη και πολιτισμό αναδείχθηκε πρόσφατα στο πλαίσιο ημερίδας που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, με τη συμμετοχή καταξιωμένων επιστημόνων, με διεθνή απήχηση του ερευνητικού τους έργου.
Το έργο του ΔΙΚΑΜ ανέδειξε, μάλιστα, ο υφυπουργός Παιδείας και πρώην Πρύτανης του ΑΠΘ, Νίκος Παπαϊωάννου, τονίζοντας στο πλαίσιο της εκδήλωσης: «Κατόρθωσε να αναδειχθεί σε έναν διεθνώς αναγνωρισμένο θεσμό και ταυτόχρονα προβάλλει την Ελλάδα ως γενέτειρα ιδεών που σημάδεψαν και συνεχίζουν να εμπνέουν την ανθρωπότητα. Με επιμονή και επιστημονική αρτιότητα πέτυχε να καταστήσει το έργο του Αριστοτέλη αντικείμενο μελέτης και γόνιμου διαλόγου σε παγκόσμια κλίμακα. Μέσα από τη δι-επιστημονική προσέγγιση που χαρακτηρίζει το κέντρο αναδεικνύεται η δυνατότητα του σύγχρονου στοχασμού να συναντά την επιστήμη και να συνομιλεί δημιουργικά με τα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας».
«Σε παγκόσμια κλίμακα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις όπως η κλιματική κρίση, οι κοινωνικές ανισότητες, ζητήματα δικαιοσύνης, ζητήματα Παιδείας. Έχει διαχωριστεί η πολιτική από τον χώρο της ηθικής. Ένα μεγάλο δίδαγμα του Αριστοτέλη είναι ότι δεν μπορείς να έχεις πολιτική χωρίς ηθική και δεν μπορείς να έχεις ηθική, χωρίς πολιτική. Αναπτύσσεται πλέον μία τάση για στροφή προς τον κόσμο της αρχαίας σοφίας, των αρχαίων πολιτισμών, προκειμένου να αντλήσουμε ιδέες για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα αδιέξοδα του 21ου αιώνα. Το ενδιαφέρον, μάλιστα, είναι, ότι η τάση αυτή έχει βάλει στην πρώτη γραμμή τον Αριστοτέλη, καθώς αναγνωρίζεται ότι η διδασκαλία του έχει διαμορφώσει την εξέλιξη του Ευρωπαϊκού, και εν γένει δυτικού πολιτισμού, στον χώρο της Φιλοσοφίας, της Δημοκρατίας, του Δικαίου, της Παιδείας, των Επιστημών, και όχι μόνον», σημειώνει στη «ΜτΚ» η Δήμητρα Σφενδόνη-Μέντζου.
Επισημαίνεται ότι μεταξύ των δραστηριοτήτων του ΔΙΚΑΜ είναι η διοργάνωση διεθνών επιστημονικών Συνεδρίων & σεμιναρίων, πολιτιστικών εκδηλώσεων και διαλέξεων, συμμετοχή σε διεθνή Συνέδρια, εκδόσεις επιστημονικών τόμων και πρακτικών Συνεδρίων. Η συνεργασία του ΔΙΚΑΜ με κορυφαίους φιλοσόφους και επιστήμονες μελετητές του αριστοτελικού έργου, καθώς και με Ιδρύματα και Ερευνητικά Κέντρα διεθνούς κύρους, όπως η Ακαδημία Αθηνών, η International Federation of Philosophical Societies (FISP), και το CERN έχουν προσδώσει ιδιαίτερο κύρος στο έργο του, το οποίο με τη δεκαπενταετή δράση του έχει κατακτήσει τη διεθνή αναγνώριση.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο της υπογραφής μνημονίου ίδρυσης της έδρας εξέφρασε της ικανοποίησή του ευχαριστώντας παράλληλα τους φορείς για τη χρηματοδότηση της έδρα