Οι «Λύκοι στην πόλη» και η νεκρανάσταση…

Συνέντευξη στη «ΜτΚ» με τον σκηνοθέτη-ηθοποιό Βασίλη Δεμιρτζόγλου

Την περίοδο της Κατοχής, ένα ομαδικό έγκλημα συντελέστηκε στην πόλη των Γιαννιτσών. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1944, Γερμανοί ναζί με Έλληνες ταγματασφαλίτες, συγκέντρωσαν 120 κατοίκους των Γιαννιτσών στο προαύλιο του 1ο δημοτικού σχολείου.

Υπό την απειλή των όπλων, τους διέταξαν να σκάψουν τον τάφο τους και στη συνέχεια τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ και τους έθαψαν ομαδικά.

Ένας από τους κατοίκους που δέχθηκε σφαίρες στην κοιλιά, δεν υπέκυψε στα τραύματά του και όταν νύχτωσε κατάφερε να βγει από τον ομαδικό τάφο και να επιστρέψει στο σπίτι του. Η μητέρα θεράπευσε τις πληγές του με γιατροσόφια και πέθανε μετά από πολλά χρόνια.

Τα τραγικά γεγονότα τα περιγράφει η Άννα Μικροπούλου στο βιβλίο της με τίτλο «Λύκοι στην πόλη».

Αυτές τις μέρες το Θεατρικό Εργαστήρι Γιαννιτσών παρουσιάζει «Το Σημάδι», μία παράσταση βασισμένη στο βιβλίο της Άννας Μικροπούλου, σε σκηνοθεσία του Βασίλη Δεμιρτζόγλου.

Μία παράσταση-βίωμα του ομαδικού τάφου των Γιαννιτσών, κατά τη διάρκεια της οποίας, μέσα από τη μυθοπλαστική δύναμη του βιβλίου και της θεατρικής πράξης, ζωντανεύει το παρελθόν και συνυπάρχει μαζί με το παρόν, όπου θύματα και θύτες, ζωντανοί και πεθαμένοι στήνουν χορό σ’ αλώνι μνημονικό… Για να επαναλάβουν μπροστά στα μάτια των θεατών μία σύγχρονη Νέκυια… Για να επιστρέψει ένας άλλος Λάζαρος στη ζωή και να συνεχίσει θλιμμένος το βίο που του απέμεινε.

Ο Βασίλης Δεμιρτζόγλου γεννήθηκε στη Γερμανία, ζει στα Γιαννιτσά και εργάζεται στον δήμο Πέλλας.

Η πρώτη του επαφή με το θέατρο ήταν μέσω της τηλεόρασης και της εκπομπής το «θέατρο της Δευτέρας». Στη συνέχεια γράφτηκε στα προγράμματα της ΝΕΛΕ, τα οποία ανέβαζαν και θεατρικές παραστάσεις. Το 1996 έγινε μέλος του Θεατρικού Εργαστηρίου Γιαννιτσών και ξεκίνησε να παίζει θέατρο και να σκηνοθετεί. Δάσκαλός του ήταν ο Νίκος Κουμαριάς, ηθοποιός της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης, στου οποίου τις παραστάσεις μαθήτευσε έως το 2008.

Όπως λέει ο ίδιος στη «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Κυριακής» διδάχτηκε από όλους τους σκηνοθέτες, σκηνογράφους, μουσικούς με τους οποίους δούλεψε ως ηθοποιός, από τις παραστάσεις που είδε, από τις κινηματογραφικές ταινίες, από τα βιβλία-δοκίμια για το θέατρο και τα θεατρικά έργα που μελέτησε.

«Για να είμαι ειλικρινής, τώρα που το σκέφτομαι, συνειδητοποιώ ότι κάθε θεατρική στιγμή μαθαίνω κάτι καινούριο, είναι μία ξεκάθαρη μορφή εκπαίδευσης, μαθητείας για μένα το θέατρο…», δηλώνει χαρακτηριστικά ο ίδιος.

Πότε δημιουργήθηκε το Θεατρικό Εργαστήρι Γιαννιτσών;

Δημιουργήθηκε το 1995 από μία ομάδα ανθρώπων που είχαν μεράκι για το θέατρο και για την ανάπτυξη του θεατρικού πολιτισμού σε τοπικό επίπεδο. Η αποστολή του από την αρχή της δημιουργίας του μέχρι και σήμερα είναι να φέρει σε επαφή, να επικοινωνήσει και να εκπαιδεύσει τα μέλη του αλλά και τους πολίτες της ευρύτερης περιοχής της πόλης των Γιαννιτσών, του δήμου Πέλλας αλλά και της περιφερειακής ενότητας Πέλλας, με το θέατρο.

Πόσα άτομα συμμετέχουν στο θεατρικό εργαστήρι και με τι ασχολούνται επαγγελματικά;

Στα μαθήματα θεατρικής επαφής συμμετέχουν κάθε χρόνο περίπου είκοσι άτομα και άλλα τόσα στο ανέβασμα των θεατρικών παραστάσεων. Τα επαγγέλματα των συμμετεχόντων είναι από όλη την γκάμα, καθηγητές, ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες, συνταξιούχοι, ιδιωτικοί υπάλληλοι, άνεργοι, οδοκαθαριστές κ.ά.

Πώς προέκυψε η παράσταση «Το Σημάδι»;

Αρχικά θα ήθελα να πω ότι η παράστασή μας «Το Σημάδι» αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας, αφού εκτός από κάποιες λίγες δικές μας δραματουργικές προσθήκες ακολουθεί αυτολεξεί το βιβλίο της Άννας Μικροπούλου «Λύκοι στην πόλη», το οποίο σύμφωνα με τη συγγραφέα είναι έργο μυθοπλασίας. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: «Οι τοποθεσίες που αναφέρονται στο βιβλίο είναι πραγματικές. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες και τα περιστατικά είτε είναι προϊόν φαντασίας της συγγραφέως, είτε χρησιμοποιούνται κατά τρόπο μυθιστορηματικό. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα, εν ζωή ή όχι, γεγονότα, ιδρύματα ή επιχειρήσεις είναι εντελώς συμπτωματική».

«Το Σημάδι» προέκυψε το καλοκαίρι του 2023, όταν η φίλη Μαρία Τριανταφυλλίδου, με προέτρεψε να διαβάσω το βιβλίο της Άννας Μικροπούλου «Λύκοι στην Πόλη», το οποίο περιγράφει 15 ιστορίες της ομαδικής εκτέλεσης που έγινε στα Γιαννιτσά τον Σεπτέμβριο του 1944 από τα τάγματα ασφαλείας του Σούμπερτ και του Πούλου.

Το βιβλίο της Άννας εξαιρετικό για τη γλαφυρότητα, την αμεσότητα, την απλότητα, και την τόλμη της γραφής του, μας εντυπωσίασε πραγματικά. Έτσι, μόλις το διαβάσαμε ξεκινήσαμε μαζί με την Ειρήνη Κοσμίδου, συνεργάτιδά μου, να δουλεύουμε πάνω στο δραμματουργικό και το σκηνοθετικό μέρος. Πέρα από το καθαυτό ιστορικό γεγονός, αυτό που μας κέντρισε περισσότερο και μας ώθησε να φέρουμε επί σκηνής όσα περιγράφονται στο βιβλίο είναι το ζήτημα της ωμής βίας, το πρόσωπο της ωμής βίας, τι σημαίνει η ωμή βία, ο θάνατος, το έγκλημα, σε όλες του τις εκφάνσεις όχι μόνο γι’ αυτόν που τη βιώνει, και γι’ αυτόν που μένει πίσω αλλά και για τις επόμενες γενιές.

Το βιβλίο της Άννας με τα καθ-οριστικά σημάδια του, τον ενοποιημένο χρόνο τους, τις συμπυκνωμένες τελείες με τις σκληρά απλές αλήθειες τους, με τα λυτρωτικά δάκρυα και η ιδέα της πραγματοποίησης θεατρικής παράστασης προκάλεσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αγαπήθηκε, αγκαλιάστηκε και καλλιεργήθηκε από όλη τη θεατρική ομάδα. Έτσι, λοιπόν, επιλέξαμε έξι ιστορίες (από τις 15 του βιβλίου) και έπειτα από πρόβες έξι μηνών, «Το Σημάδι» ανέβηκε για πρώτη φορά στο κοινό της πόλης τον Μάρτιο του 2024.

Πείτε μας λίγα λόγια για τις ιστορίες που περιλαμβάνονται στην παράσταση;

Καταρχήν θα ήθελα να αναφέρω ότι οι έξι ιστορίες που ζωντανεύουν επί σκηνής, έχουν ως σημείο εκκίνησης τελείως διαφορετικό χρόνο η κάθε μία, άλλη το 1947, άλλη το 1968, άλλη στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Όμως, η μνήμη του ήρωα που ανασύρει τα γεγονότα στην επιφάνεια και στο παρόν των θεατών, μας μεταφέρει στον Σεπτέμβριο του 1944. Έτσι, λοιπόν, οι ιστορίες του κάθε ήρωα οδηγούν στο να συναντιούνται επί σκηνής τρία διαφορετικά σημεία του χρόνου.

Η δραματοποίηση των έξι από αυτών των ιστοριών ακολούθησε τον τρόπο αφήγησης του βιβλίου, ώστε διαρκώς να ζωντανεύουν και να εναλλάσσονται επί σκηνής, οι δύο χρόνοι της κάθε ιστορίας. Έτσι, παρακολουθούμε την πρώτη ιστορία να διαδραματίζεται το 1968, ενώ η ενεργοποίηση της μνήμης του κεντρικού ήρωα, μας μεταφέρει στον Σεπτέμβριο του 1944. Με τον ίδιο τρόπο εξελίσσονται και οι υπόλοιπες ιστορίες, οι οποίες ενώ τοποθετούνται σε πολύ συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια, παρεμβαίνει η μνήμη των πρωταγωνιστών για να μας μεταφέρει στις μέρες γύρω από την 14η Σεπτεμβρίου. Ανάμεσα σ’ αυτά προστίθεται και ο παρών χρόνος της παράστασης, ηθοποιών και θεατών, το 2024.

Οι φρικιαστικές εκτελέσεις αμάχων από τα τάγματα ασφαλείας του Σούμπερτ και του Πούλου, τον Σεπτέμβριο του 1944, κοινώς το Ομαδικό Έγκλημα στο 1ο Δημοτικό Σχολείο και οι άλλες εκτελέσεις σε διάφορα σημεία της πόλης των Γιαννιτσών, με τη συνδρομή του Γερμανικού στρατού κατοχής, καθώς και το τραύμα που δημιούργησαν σ’ αυτούς που έζησαν τη σφαγή και διασωθήκαν, ζωντανεύει (μέσω της μυθοπλασίας του βιβλίου και της παράστασης) κατά κάποιο τρόπο, στο παρόν συντελεστών και θεατών. Μέσα απ’ το ιστορικό γεγονός, το βιβλίο της Άννας και την παράστασή μας, μιλάμε για τα πιο ακραία επίπεδα ανθρώπινης βίας, τον αντίκτυπο και τα σημάδια της. Ο Χατζιδάκις έλεγε ότι αν συνηθίσουμε το τέρας, θα του μοιάσουμε. Μέσα απ’ την παράστασή μας, θέλουμε να φανερώσουμε όψεις της αληθινής διάστασης του τέρατος, του πραγματικού του προσώπου, τον διαχρονικό του αντίκτυπο, που δεν είναι μόνο η ζοφερή στιγμή του βρυχηθμού του αλλά και το Σημάδι που αφήνει στους επόμενους ανθρώπους και γενιές. Για να μπορέσουμε να το δούμε, να το αναγνωρίσουμε, να μην το συνηθίσουμε, να το ξεσυνηθίσουμε τελικά, να μη του μοιάσουμε.

Ποιοι είναι οι συντελεστές της παράστασης;

Βοηθός σκηνοθέτη είναι η Ειρήνη Κοσμίδου, η δραματουργική επεξεργασία έγινε από εμένα και την Ειρήνη Κοσμίδου, τα σκηνικά και τα κοστούμια από την Τιτώ Παπαδημητρίου, η αφίσα έγινε από την Άννα Πρασόβσκαγια, ο σχεδιασμός φωτισμών, η μουσική και ο χειρισμός κονσόλας από τον Κωνσταντίνο Πρασόβσκι, το μακιγιάζ από τον Κωνσταντίνο Πρασόβσκι, τη Μαρία Καλπακίδου και τη Σοφία Λαζαρίδου, η οργάνωση παραγωγής από τη Μαρία Βάσσου, ο συντονισμός από την Ειρήνη Κοσμίδου και παίζουν οι ηθοποιοί: Κυριάκος Τσαμαλτούπης, Μαρία Βάσσου, Ελευθερία Λαγκαδιανού, Δώρα Κενανίδου, Βασίλης Δεμιρτζόγλου, Ειρήνη Κοσμίδου, Φανή Μεντζαφύλλη, Αργύρης Ταφραλίδης, Παύλος Καλπακίδης, Αννέτα Γόδου, Παναγιώτης Μπαλής.

Πώς αντιδρά το κοινό που παρακολουθεί την παράσταση;

Σε κάθε παράσταση το κοινό είναι διαφορετικό και συνεπώς οι αντιδράσεις του είναι διαφορετικές.

Αυτό που μας ανέφεραν, κατά κύριο λόγο, οι θεατές μετά το τέλος το παραστάσεων είναι ότι παρακολουθώντας τις ιστορίες ανέσυραν μνήμες και γεγονότα από την πόλη τα οποία τους είχαν διηγηθεί οι γονείς τους, καθώς η ιστορία είναι πρόσφατη, συγκινούνταν, αναγνώριζαν χαρακτηριστικά σημεία της πόλης, καταστήματα, δρόμους, -ταυτισμένα με τα παιδικά τους χρόνια- που δεν υπάρχουν πλέον ή που έχουν αλλάξει μορφή, όπως το ζαχαροπλαστείο «Η ΒΛΑΣΤΗ», το 1ο Δημοτικό Σχολείο στεγασμένο στο αρχικό του κτήριο, η πλατεία Μάγγου, τα γεμάτα αυλές χαμόσπιτα της πόλης, οι διαφορές που είχε η πόλη από συνοικία σε συνοικία, πολλοί από αυτούς -οι νεώτεροι κυρίως- ζητούσαν να μάθουν περισσότερες πληροφορίες για το γεγονός της 14ης Σεπτεμβρίου, για τη δράση των δοσίλογων, για το ιστορικό της ημέρας. Μας έκανε επίσης εντύπωση ότι ένα μεγάλο κομμάτι του κοινού είδε, όπως και εμείς που συμμετείχαμε στην παράσταση, με διαφορετική αντίληψη την ημέρα μνήμης της 14ης Σεπτεμβρίου, η οποία ενώ στη συνείδησή μας ήταν, μέχρι πρότινος, μία απλή επετειακή τελετή, τώρα έγινε μία ζωντανή πραγματικότητα. Ένα άλλο σημαντικό κομμάτι για μας ήταν και ο προβληματισμός που μας εξέφρασαν οι θεατές σε σχέση με τη βία.

Επιπλέον, επειδή παίξαμε και για μαθητές σχολείων, αυτό που μας έμεινε από τις αντιδράσεις τους ήταν κυρίως η επιθυμία τους να μάθουν περισσότερα για την ιστορία της πόλης και για την πόλη εν γένει, καθώς και το γεγονός ότι είδαν με περισσότερη αποστροφή το τέρας που λέγεται βία.

Εκτός από «Το σημάδι» τι άλλα έργα έχετε ανεβάσει;

Το Θεατρικό Εργαστήρι Γιαννιτσών όλα αυτά τα χρόνια έχει ανεβάσει πολλές παραστάσεις από την παγκόσμια και ελληνική δραματουργία. Έργα κλασικά και σύγχρονα, πάντα με γνώμονα την ουσιαστική επαφή με το θέατρο, τόσο για τους συντελεστές όσο και τους θεατές. Στόχος μας ήταν, είναι και θα είναι η Ουσία και όχι η Επιφάνεια, το θεατρικό «Είναι» και όχι το «Φαίνεσθαι». Γενικότερα βλέπουμε το θέατρο ως πράξη αληθινά ανθρωπιστική που θα μας ξυπνήσει, θα μάθει, θα ενώσει, θα μας ωριμάσει συναισθηματικά και πνευματικά.

Κάποιες από τις παραστάσεις που ανεβάσαμε είναι «Ο κύκλος με την Κιμωλία» του Μπρεχτ, «Το παιχνίδι της τρέλας και της Φρονιμάδας» του Θεοτοκά, «Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια» του Κασόνα, το «Όνειρο Θερινής Νυκτός» του Σαίξπηρ, «Το Λουρί του Σωκράτη», του Ποταμίτη, «Το θεριό του Ταύρου» του Νεσίν, «Ο δράκος» του Σβαρτσ, «Περλιμπλίν και Μπελίσα» του Λόρκα, «Με δύναμη από την Κηφισιά» του Κεχαΐδη, μονόπρακτα των Τσέχωφ και Γκι Ντε Φουαζί, «Η Βεγγέρα» του Καπετανάκη, το «Πανηγύρι» του Κεχαΐδη, «Καβγάδες στην Κιότζια» του Γκολντόνι, «Δείπνο ηλιθίων» του Βέμπερ, «Ο Καλός άνθρωπος του Σετσουάν» του Μπρεχτ, «Ο Ταρτούφος» του Μολιέρου, «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ κ.ά.

Έχετε παίξει και σε άλλες περιοχές;

Ναι, έχουμε παίξει σε φεστιβάλ ερασιτεχνικών ομάδων στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στην Καρδίτσα, στην Έδεσσα, στο Δίστομο, στον Χορτιάτη και προγραμματίζουμε να παίξουμε στην Πτολεμαΐδα καθώς και στην Κάντανο της Κρήτης.

Πώς βλέπετε το μέλλον των περιφερειακών θεατρικών ομάδων; Θα καταφέρουν να επιβιώσουν ή θα διαλυθούν;

Είναι δύσκολο να κρατηθούν γιατί το brain drain, η αιμορραγία της δημιουργικής πνοής του τόπου, δεν ισχύει μόνο με κατεύθυνση από την Ελλάδα προς στο εξωτερικό, αλλά και από τις μικρές επαρχιακές πόλεις προς τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα (Αθήνα Θεσσαλονίκη κ.λπ.). Έτσι, οι μικρές πόλεις μικραίνουν, γεωμετρικά, σε όλα επίπεδα.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 27.04.2025

Loader