- Newsroom
Ένας δρόμος με φοίνικες στις δύο πλευρές, απομεινάρι παλαιότερης αστικής καλαισθησίας, οδηγεί στην πύλη του μεγάλου κτήματος του Αμαρουσίου, που, όταν ανοίγει, για να υποδεχτεί τους επισκέπτες του, αποκαλύπτει και τη ματιά αλλά και την προσωπικότητα ενός καλού συλλέκτη.
Του Κώστα Μαρίνου
Το όνομα αυτού Πρόδρομος Εμφιετζόγλου, ο οποίος, όπως λέει, επιδίωκε να ξεφύγει από τον ψυχρό ορθολογισμό της επιστήμης που σπούδασε μέσω της ελευθερίας που βιώνουν οι εικαστικοί καλλιτέχνες και που θα γεύονταν με το έργο τους.
Στον κήπο που περιβάλλει το κυρίως κτίριο, όπου κατοικεί και ο Πρόδρομος Εμφιετζόγλου με την οικογένειά του, έχουν στηθεί πολλά γλυπτά, έργα των αναμφισβήτητα σημαντικότερων σύγχρονων ελλήνων καλλιτεχνών.
Από το “Θέατρο” του Κώστα Βαρώτσου ως την “Αστική Όαση” του Γιώργου Γυπαράκη, τα “Σινιάλα” του Τάκη, τα νέον της Χρύσας, ένα άθροισμα έργων που δίνουν μία πρώτη εικόνα του εύρους της συλλογής, η οποία αρχίζει με έργα από τα μέσα του 19ου αιώνα.
Ο επισκέπτης μπορεί να δει πολλά από αυτά στον ισόγειο χώρο του κεντρικού κτιρίου. Από το μυθικό πλέον “Κρυφό σχολειό” του Γύζη, που απέκτησε ο συλλέκτης από δημοπρασία, ως τα χαρακτικά του Κογεβίνα, τα πρόσωπα του Γιάννη Τσαρούχη, τις εικόνες του Ιακωβίδη και του Λύτρα. Έτσι ο χώρος αυτός αποκτά τη διάσταση μιας περιήγησης στις διαδρομές που ακολούθησαν οι έλληνες εικαστικοί τους τελευταίους δύο αιώνες. Όμως στον ίδιο χώρο ο προσεκτικός επισκέπτης μπορεί να “διαβάσει” όχι μόνο σελίδες της ιστορίας της ελληνικής τέχνης, αλλά με τους ανάλογους συνειρμούς και συνδέσεις να δει εικόνες της ελληνικής κοινωνικής και πολιτικής ζωής.
Επιπλέον σε μία μικρή αίθουσα του ίδιου χώρου μπορεί να μελετήσει τη διαδικασία συντήρησης που ακολούθησαν οι ειδικοί, για να “ζωντανέψουν” τον “Χρήστο τον Αράπη”, ένα από τα πιο γοητευτικά και πολλαπλώς σημαντικά έργα του Νικηφόρου Λύτρα.
Η αναφορά σε ονόματα και έργα δεν γίνεται προς εντυπωσιασμό αλλά ως ακόμη μία ένδειξη της ανοικτής ματιάς με την οποία ο Πρόδρομος Εμφιετζόγλου όχι μόνο αποκτά έργα, αλλά προσδίδει και παιδευτική αξία στη συλλογή του.
Η ένδειξη παίρνει το χαρακτήρα απόδειξης και για επιπλέον έναν λόγο. Όχι μόνο διότι η επίσκεψη, για να δει κάποιος τη συλλογή, είναι ελεύθερη κάθε Κυριακή, από τις 10 το πρωί έως τις 6 το απόγευμα, όχι μόνο διότι γίνονται δύο φορές την εβδομάδα εκπαιδευτικά προγράμματα για μαθητές όλων των βαθμίδων, αλλά και διότι ο επισκέπτης μπορεί πλέον να δει και έργα που άλλα βρίσκονταν στις αποθήκες και άλλα έχουν αγοραστεί πρόσφατα. Για τη φιλοξενία τους κρίθηκε αναγκαία η κατασκευή ενός νέου κτιρίου δίπλα στην κεντρική πύλη, έκτασης 2.000 τ.μ., έργο των αρχιτεκτόνων Κατερίνας Διακομίδου και Νίκου Χαρίτου, που είχαν υπογράψει μαζί με τον Χρήστο Παπούλια και το βραβευμένο σε ευρωπαϊκό διαγωνισμό κεντρικό κτίριο.
Με την επιμέλεια της Ευγενίας Αλεξάκη και το σχεδιασμό της έκθεσης από την Έτα Μουμτζίδου στο νέο χώρο παρουσιάζονται έργα χαρακτικής και ζωγραφικής, κατασκευές, video art, γλυπτική και φωτογραφίες καλλιτεχνών καταξιωμένων και άλλων που τώρα αρχίζουν τις εικαστικές αναζητήσεις τους, αλλά που κίνησαν το ενδιαφέρον του Πρόδρομου Εμφιετζόγλου και τους ενέταξε στη συλλογή του. Ο επισκέπτης έκθαμβος διαπιστώνει το εύρος αφενός της σύγχρονης καλλιτεχνικής δραστηριότητας στον τόπο μας, αφετέρου της “χειραφετημένης” ματιάς του συλλέκτη, ο οποίος αποδέχτηκε τους πειραματισμούς των νεότερων καλλιτεχνών.
Ο ίδιος γράφει στον εξαιρετικό, όχι μόνο από αισθητικής άποψης αλλά και για τα κείμενα που τον συνοδεύουν, κατάλογο της συλλογής ένα κείμενο που φανερώνει και την πυξίδα της συλλεκτικής δραστηριότητάς του: “Από τα παιδικά μου χρόνια ένιωθα μία ιδιαίτερη σχέση με την τέχνη. Σχέση θαυμασμού, στοργής, αγάπης. Θαυμάζω την ελευθερία της δημιουργίας. Μπορούσα και εγώ μέσα από αυτήν να πετάξω και να ονειρευτώ και αυτά ήταν τόσο απαραίτητα τα δύσκολα χρόνια του πολέμου! Αργότερα, αρχές ʼ70, όταν η οικονομική κατάσταση το επέτρεψε, άρχισε η συλλογή. Ήταν και παρέμεινε μία σχέση ιδιαίτερη μεταξύ του έργου -κάποτε και του δημιουργού- με το συλλέκτη, μακριά από σκοπιμότητα και επενδυτικές προσδοκίες…”. Οι τελευταίες δύο επισημάνσεις έχουν για τους γνωρίζοντες ιδιαίτερη βαρύτητα. Οι μη γνωρίζοντες μπορούν να εκμεταλλευτούν τη γενναιοδωρία ψυχής του Πρόδρομου Εμφιετζόγλου, για να χαρούν μία διαδρομή στη σύγχρονη ελληνική τέχνη και να τη νοηματοδοτήσουν με το δικό τους τρόπο. Και όλα αυτά σε έναν χώρο που σέβεται τους καλλιτέχνες και το έργο τους και βεβαίως τον επισκέπτη του.