Θεσσαλονίκη: Όλες οι εκδηλώσεις που αναβάλλονται λόγω βροχής
Οι νέες ημερομηνίες
Για τις υπερβάσεις στη συγκέντρωση μικροσωματιδίων η χώρα μας καταδικάστηκε το 2023 από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Των Σοφίας Χριστοφορίδου και Γιώργου Τσαντίκου, Φωτ. Αλέξανδρος Αβραμίδης
Κανένα από τα μέτρα που προτάθηκαν για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη δεν έχουν εφαρμοστεί, δύο χρόνια μετά την καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το συγκεκριμένο θέμα. Αποτέλεσμα αυτής της ολιγωρίας είναι ότι συνεχίζονται οι υπερβάσεις στις συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων και η έκθεση των κατοίκων της πόλης στις βλαβερές επιπτώσεις της ρύπανσης, ενώ η χώρα είναι εκτεθειμένη στον κίνδυνο νέας παραπομπής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Τα ρεπορτάζ σχετικά με την ατμοσφαιρική ρύπανση, που δημοσίευσε η «Μακεδονία της Κυριακής» (8/6/2025) και αναδημοσιεύονται στο emakedonia.gr (9,10 και 11 Ιουνίου) αποτελούν μέρος της έρευνας «Ατμοσφαιρική Ρύπανση: Η ιστορία δύο πόλεων». Το project υλοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα, με την υποστήριξη του μη κερδοσκοπικού δημοσιογραφικού οργανισμού iMEdD (Incubator for Media Εducation and Development)
Χρόνιο πρόβλημα
Το ότι η ατμόσφαιρα στη Θεσσαλονίκη είναι επιβαρυμένη είναι γνωστό στους επιστήμονες ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Το πρόβλημα έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό το καλοκαίρι του 1998, όταν η Greenpeace πραγματοποίησε ένα πρόγραµµα καταγραφής των επιπέδων της ατµοσφαιρικής ρύπανσης σε Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη, µε τη βοήθεια κινητής µονάδας µέτρησης (Airlab). Τότε οι μετρήσεις έδειξαν ότι η ατµόσφαιρα της πόλης ήταν ιδιαιτέρως επιβαρυµένη µε µικροσωµατίδια ΡΜ10, καρκινογόνους ρύπους (όπως π.χ. το βενζόλιο), οξείδια του αζώτου, αλλά και ρύπους βιοµηχανικής κυρίως προέλευσης, όπως το διοξείδιο του θείου. «Τα στοιχεία από τους σταθμούς του Δήμου Θεσσαλονίκης, εκείνα τα χρόνια, δείχνουν ότι οι συγκεντρώσεις ρύπων ήταν πολύ χειρότερες από αυτές που υπάρχουν σήμερα» σημειώνει ο Δημήτρης Μελάς, καθηγητής Φυσικής της Ατμόσφαιρας στο ΑΠΘ. «Σήμερα είμαστε καλύτερα μεν, αλλά όχι καλά» προσθέτει. Tι συνέβη στο μεσοδιάστημα; Η αποθείωση του πετρελαίου απάλλαξε τις πόλεις από τα οξείδια του θείου, που εκπέμπονταν από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης των αυτοκινήτων και της βιομηχανίας, αλλά και από τις κεντρικές θερμάνσεις. Πλέον εδώ και πολλά χρόνια το κύριο πρόβλημα ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη εντοπίζεται στα μικροσωματίδια PM10, για τις υπερβάσεις στη συγκέντρωση των οποίων η χώρα μας καταδικάστηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Κατά κανόνα υπερβάσεις καταγράφονται τους χειμερινούς μήνες- όχι τυχαία, καθώς η καύση βιομάζας (καυσόξυλα και πέλετ) είναι αυτή που κατά κύριο λόγο ενοχοποιείται από τους επιστήμονες για τις αυξημένες συγκεντρώσεις PM10.
Χτυπάει «κόκκινο» στο κέντρο και το Κορδελιό
Μέχρι το 2011 η καύση βιομάζας απαγορευόταν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Εκείνη τη χρονιά, και ενώ βρισκόμαστε σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, αποφασίστηκε να αρθεί η απαγόρευση. Σε συνδυασμό με την εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου, λόγω των διαδοχικών αυξήσεων στον ΕΦΚ, και την οικονομική ένδεια, οι πολίτες άρχισαν να καίνε από καυσόξυλα και πέλετ μέχρι κάθε είδους υλικό που θα μπορούσε να καεί και να τους ζεστάνει.
Με βάση τις Ετήσιες Εκθέσεις του ΥΠΕΝ, οι σταθμοί που διαχρονικά παρουσιάζουν υπερβάσεις στη συγκέντρωση PM10 είναι οι σταθμοί Αγίας Σοφίας και Κορδελιό. Σε αυτούς τους σταθμούς η μέση ημερήσια συγκέντρωση ΡΜ10 υπερβαίνει τα 50μg/m3 για περισσότερες από 35 ημέρες, που είναι το όριο που θέτει η ΕΕ. Στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, το οποίο καλύπτεται από τον σταθμό Αγίας Σοφίας οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε πολυκατοικίες των δεκαετιών του ’60, του ’70 και του ’80. Στο Κορδελιό ζουν κατά κανόνα άνθρωποι με χαμηλά εισοδήματα. Και στις δύο περιπτώσεις είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι τα σπίτια σε αυτές τις περιοχές θερμαίνονται με τζάκια ανοικτού τύπου, τα οποία οι επιστήμονες «ενοχοποιούν» για τις εκπομπές PM10. «Και λίγα τζάκια μπορούν να κάνουν πολύ μεγάλη διαφορά. Aν μιλάμε για μία πόλη του 1 εκατομμυρίου κατοίκων, που έχει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά, το 1% από αυτά να καίει βιομάζα, μπορεί να αυξήσει κατά πολύ τις συγκεντρώσεις σωματιδίων» εξηγεί ο κ. Μελάς.
«Έχουμε πελάτες στο κέντρο της Θεσσαλονίκης που καίνε ξύλα, είτε σε σόμπα, είτε σε τζάκι. Οι παλιές πολυκατοικίες του κέντρου όλες είχαν σόμπα και έχουν την εγκατάσταση για μπουρί. Επίσης έχουμε πελάτες που κατοικούν στην καρδιά του ιστορικού κέντρου- Μητροπόλεως Τσιμισκή και Αριστοτέλους και στην παραλία. Είναι γνωστοί, επώνυμοι πελάτες, που αυτή την αίσθηση του ξύλου που καίγεται στο τζάκι δεν την αλλάζουν με τίποτα» μας λέει ο Γιώργος Μπέκας, ο οποίος έχει μια μεγάλη επιχείρησης εμπορίας καυσόξυλων στη Θεσσαλονίκη.
Επιπλέον, η γεωμορφολογία των δύο περιοχών, που είναι πεδινές, σίγουρα παίζει ρόλο, όπως και το γεγονός ότι ο μεν σταθμός Αγίας Σοφίας βρίσκεται στο πυκνοκατοικημένο κέντρο της Θεσσαλονίκης, όπου η κίνηση των οχημάτων είναι ιδιαίτερα αυξημένη, ο δε σταθμός Κορδελιού βρίσκεται σε μια οικιστική περιοχή που γειτνιάζει με μεγάλες βιομηχανίες.
Το λιμάνι
Κατά καιρούς αυξηµένες συγκεντρώσεις PM10 καταγράφονται και στον σταθµό µέτρησης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, «και ο λόγος είναι γιατί είναι κοντά στο λιµάνι» σηµειώνει ο κ. Μελάς, εξηγώντας ότι η φορτοεκφόρτωση χύδην φορτίων παράγει σκόνη. Όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση του ΥΠΕΝ για το 2023 ο νέος σταθµός «ΠΚΜ» (στις εγκαταστάσεις της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας) αποτελεί «σταθµό παρακολούθησης» και όχι σταθµό για έλεγχο συµµόρφωσης µε τις οριακές τιµές, λόγω γειτνίασης µε το χώρο φορτοεκφόρτωσης του ΟΛΘ καθώς οι µετρήσεις ποιότητας περιβάλλοντα αέρα δεν είναι αντιπροσωπεύουν την ευρύτερη περιοχή και επηρεάζονται από το όµορο µικροπεριβάλλον. Ενδεικτικά για το έτος 2023 καταγράφηκαν 34 ηµέρες υπερβάσεων στα PM10. Zητήσαµε από την ΟΛΘ ΑΕ να µας πληροφορήσει για τα µέτρα που έχει λάβει για τον περιορισµό της σκόνης και ποια µετρήσιµα αποτελέσµατα έφεραν. «Στην ΟΛΘ ΑΕ δεν υπάρχουν εν δυνάµει πηγές αέριας ρύπανσης. Επιπλέον, η ΟΛΘ ΑΕ εφαρµόζει πρόγραµµα παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα σε 24ωρη βάση, 7 ηµέρες την εβδοµάδα, το οποίο µετρά τη συγκέντρωση συγκεκριµένων ατµοσφαιρικών ρύπων, σύµφωνα µε τους εγκεκριµένους Περιβαλλοντικούς Όρους για τη λειτουργία του λιµένα» ήταν η απάντηση της εταιρίας. Αναφορικά µε τη διακίνηση των χύδην φορτίων, σύµφωνα µε την ΟΛΘ ΑΕ στο διάστηµα 2020-24, έχει δραστικά µειωθεί κατά 29% (από 3,1εκατ. σε 2,2 εκατ. τόνους), ενώ το 25% περίπου διακινείται µε σωληνώσεις, χωρίς να εκλύεται σκόνη.
* Το β΄μέρος της έρευνας θα δημοσιευτεί στις 10/6/2025
Η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης ανέρχεται σε €1.209.852,67 (χωρίς ΦΠΑ), ενώ η προθεσμία συμμετοχής είναι έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2025
Ποιες ώρες θα διεξαχθούν - Συστάσεις προς τους οδηγούς
Πέντε τραυματίες και σε τροχαίο στο ύψος του Βαθύλακκου