ΖΩΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Η κιβωτός του Σέιχ Σου

- Newsroom

Μια μοναδική ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με την άγρια πανίδα της ελληνικής φύσης μάς προσφέρει ο ζωολογικός κήπος του δήμου Θεσσαλονίκης στον Κεδρηνό Λόφο. Παράλληλα, ο χώρος αποτελεί ένα μεγάλο, περιποιημένο πάρκο, ιδανικό για δροσιά, περίπατο και περισυλλογή.

Του Βασίλη Πάγκαλου

Γνήσια... ελληνικός είναι ο ζωολογικός κήπος του δήμου Θεσσαλονίκης, αφού δεν φιλοξενεί κανένα εξωτικό ζώο αλλά είδη που προέρχονται αποκλειστικά από την άγρια πανίδα της χώρας μας, σύμφωνα και με τον αρχικό στόχο που είχε τεθεί από το δημοτικό συμβούλιο.
Έτσι κι αλλιώς στην Ελλάδα έχουμε πολλά σπάνια είδη και ο ζωολογικός κήπος λειτουργεί και σαν ένα είδος καταφυγίου. Όπως μας εξηγεί ο Μάξιμος Πετρακάκης, κτηνίατρος και υπεύθυνος του ζωολογικού κήπου, μερικά από τα πιο σπάνια είδη που φιλοξενούνται εδώ είναι η αρκούδα, το μεγάλο ελάφι, ο αγριόγατος, ο αργυροπελεκάνος, τα αρπακτικά πτηνά αλλά και το αγριοπρόβατο - ένα ζώο με πατρίδα τη Σαρδηνία, που εισήχθη στην Ελλάδα τη δεκαετία του ʼ60 και προσαρμόστηκε τόσο καλά ώστε να θεωρείται πλέον και δικό μας.
Σύμφωνα με τον κ. Πετρακάκη, όμως, υπάρχει και άλλος ένας σημαντικός λόγος που ο ζωολογικός κήπος επιμένει ελληνικά: “Δυστυχώς τα παιδιά της πόλης δεν έχουν πλέον καμία επαφή με τη φύση. Μερικά χρόνια πριν, κάποια παιδιά του δημοτικού στέκονταν μπροστά στον γάιδαρο και ρωτούσαν τι ζώο είναι αυτό. Το ανέφερα εντυπωσιασμένος στη δασκάλα τους κι εκείνη μου εξήγησε ότι πήρε την απόφαση να έρθουν στον ζωολογικό κήπο όταν έβαλε τους μαθητές της να ζωγραφίσουν μια κότα και η συντριπτική πλειοψηφία ζωγράφισε ακέφαλα κοτόπουλα, όπως τα παίρνουμε από τον κρεοπώλη! Υπάρχει λοιπόν πραγματική ανάγκη για έναν τέτοιο χώρο, όπου τα παιδιά θα μπορούν να έρχονται σε τόσο κοντινή απόσταση με ζώα πολύ γνωστά όπως το ελάφι, η αρκούδα, ο λύκος, η αλεπού, ο ασβός, το αγριογούρουνο, που ποτέ όμως δεν θα είχαν τη δυνατότητα να τα δουν στη φύση”.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ, ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι άνθρωποι επισκέπτονται τον ζωολογικό κήπο, καθώς η είσοδος είναι δωρεάν και δεν υπάρχουν εισιτήρια. Ωστόσο, οι επισκέπτες υπολογίζονται κατά μέσο όρο σε 55.000 ετησίως. Λόγω καιρού παρατηρείται μια μεγάλη κάμψη τον Δεκέμβριο, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, αλλά το φθινόπωρο και ειδικά την άνοιξη υπάρχει πολύ μεγάλη κίνηση, ιδίως από τους κύριους επισκέπτες του κήπου, που είναι τα σχολεία. “Κάθε χρόνο η επισκεψιμότητα είναι αυξημένη”, λέει ο κ. Πετρακάκης, “και δεν αναφερόμαστε μόνο σε σχολεία από τη Θεσσαλονίκη. Δεν υπάρχει περιοχή από την Ελλάδα που να μη μας έχει επισκεφθεί, αφού μέσα στο πρόγραμμα των πενθήμερων ή των τριήμερων σχολικών εκδρομών τους στη Θεσσαλονίκη περιλαμβάνουν και τον ζωολογικό κήπο. Όσοι ήρθαν έχουν αποκομίσει πολύ καλές εντυπώσεις και τις έχουν διαδώσει”.
Ο ζωολογικός κήπος λειτουργεί ως εκπαιδευτικός χώρος όχι μόνο υπό την ευρεία έννοια αλλά και με πιο εξειδικευμένους τρόπους: “Μας επισκέπτονται σπουδαστές από ΙΕΚ με σχετικές ειδικότητες -όπως δασικής προστασίας ή ξεναγοί εθνικών δρυμών- ενώ έχουμε μια τακτική συνεργασία με το τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ. Έρχονται ομάδες φοιτητών και ανάλογα με τις εργασίες που τους ανατίθενται παρατηρούν συγκεκριμένα ζώα επί μεγάλα χρονικά διαστήματα, για να μελετήσουν όλο τον ημερήσιο ή τον ετήσιο κύκλο της συμπεριφοράς τους. Όταν τελειώνουν, μάλιστα, δεν μας ξεχνούν και μας στέλνουν αντίτυπα της εργασίας, ενώ μας αναφέρουν στις πηγές τους”.
Μέχρι στιγμής ο ζωολογικός κήπος, διατηρώντας ένα χαμηλό και κυρίως εκπαιδευτικό προφίλ, δεν αποτελούσε σημείο έλξης τουριστών. Οι περισσότεροι ξένοι επισκέπτες ήταν μεμονωμένοι και προέρχονταν από τις κοντινές βαλκανικές χώρες. Ίσως όμως κάτι φαίνεται να αλλάζει, όπως σημειώνει και ο κ. Πετρακάκης: “Φέτος τον Ιούλιο για πρώτη φορά ήρθαν κάποιες τουριστικές ομάδες από χώρες όπως Ιταλία, Ισπανία, Πολωνία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Κορέα. Επίσης μας τηλεφωνούν πολλά τουριστικά πρακτορεία για πληροφορίες. Δυστυχώς μέχρι τώρα δεν διαθέταμε τα χρήματα για να μεταφράσουμε το φυλλάδιο με τις πληροφορίες στα αγγλικά. Πλέον όμως έχει μπει στις προτεραιότητές μας. Επίσης κατασκευάζουμε και δική μας ιστοσελίδα, καθώς μέχρι τώρα πληροφορίες έπαιρνε κανείς μόνο από την ιστοσελίδα του δήμου Θεσσαλονίκης. Στόχος μας είναι κάποια στιγμή ο ζωολογικός κήπος να αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για τη Θεσσαλονίκη που να το γνωρίζουν οι επισκέπτες της”.

ΧΩΡΙΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Ρωτάμε τον κ. Πετρακάκη αν πιστεύει πως μια μελλοντική αυτονόμηση του ζωολογικού κήπου θα εξυπηρετούσε την ευελιξία του. “Μπορεί να μην ήμασταν χειρότερα, αλλά δεν νομίζω ότι θα ήμασταν και καλύτερα. Ο δήμος μάς παρέχει ό,τι χρειαζόμαστε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Από το 1992 που είμαι εδώ, τα κονδύλια ψηφίζονται πάντοτε ομόφωνα, από όλες τις παρατάξεις, γιατί όλοι έχουν αντιληφθεί την αναγκαιότητα της ύπαρξης ενός ζωολογικού κήπου. Αντίθετα, όλοι οι μικροί περιφερειακοί ζωολογικοί κήποι της Ελλάδας που είχαν υπαχθεί παλιότερα στο αρμόδιο υπουργείο αντιμετώπισαν διάφορες δυσκολίες και οι περισσότεροι έχουν κλείσει. Εμείς αντίθετα αναπτυσσόμαστε διαρκώς και έχουμε βλέψεις να πάρουμε και άλλη μια διπλανή έκταση ώστε να μπορέσουμε αργότερα να δημιουργήσουμε και κάτι διαφορετικό, ενδεχομένως κάτι σαν ινστιτούτο. Ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Πρασίνου, Νικόλαος Παπαγιαννόπουλος, έχει μακροπρόθεσμα οράματα, ενώ πρέπει να σας πω ότι ο ζωολογικός κήπος είναι και μια ιδιαίτερη αδυναμία του δημάρχου, Βασίλη Παπαγεωργόπουλου”.
Ο ζωολογικός κήπος της Θεσσαλονίκης δεν αντιμετωπίζει γενικώς οικονομικά προβλήματα, αλλά είναι και... υπεράνω χρημάτων. “Για εμάς δεν υπάρχουν οι λέξεις εμπόριο και χρήμα”, λέει ο κ. Πετρακάκης. “Επειδή είμαστε δημοτικός ζωολογικός κήπος, δεν έχουμε τη δυνατότητα αγοράς και πώλησης ζώων. Οι μόνες πηγές εμπλουτισμού του ζωικού κεφαλαίου είναι οι ανταλλαγές με άλλους ζωολογικούς κήπους, ή οι εκτροφές. Επίσης, μας έρχονται και κάποια ζώα τραυματισμένα. Επιπλέον, δεν έχουμε κυλικείο, αφενός γιατί θα έπρεπε να είχαμε πολύ προσωπικό για την καθαριότητα, αφετέρου γιατί έτσι δεν μπαίνουν οι επισκέπτες στον πειρασμό να ταΐσουν τα ζώα, κάτι που ως γνωστόν δεν επιτρέπεται”.
Πώς πρέπει να συμπεριφέρονται γενικά οι επισκέπτες; τον ρωτάμε; “Να μην ταΐζουν τα ζώα, να μην τα ενοχλούν και να μη ρυπαίνουν το περιβάλλον. Δεν πρέπει να θεωρούμε τον ζωολογικό κήπο μια επέκταση της βεράντας μας, όπου μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, να θορυβούμε κτλ. Είναι ένας χώρος ιδιαίτερης βαρύτητας, από την άποψη ότι φιλοξενεί άγρια ζώα και προσφέρει καθαρή ατμόσφαιρα στον κάτοικο της πόλης αλλά και στους επισκέπτες. Ας είμαστε προσεκτικοί και ας προστατεύσουμε αυτή την προσπάθεια που έχει δώσει ένα όμορφο αποτέλεσμα”.

  • Από τη ΧΑΝΘ στο Σέιχ Σου. Πριν από 22 χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 1987, τα λιγοστά ζώα του τότε ζωολογικού κήπου της Θεσσαλονίκης μεταφέρθηκαν από το πάρκο της ΧΑΝΘ και τις ασφυκτικές εγκαταστάσεις τους στον σημερινό άνετο χώρο τους. Από τότε μέχρι σήμερα ο ζωολογικός κήπος εξελίσσεται με αργά αλλά σταθερά βήματα: το 1994 δημιουργήθηκε το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και το 2000 το Σπίτι των Ερπετών. Την ίδια χρονιά, στα 33 στρέμματα που είχαν παραχωρηθεί αρχικά από το δασαρχείο προστέθηκαν άλλα 25, κι έτσι η σημερινή έκταση του πράσινου και των εγκαταστάσεων φτάνει τα 58 στρέμματα. Παράλληλα εμπλουτίστηκε με δωρεές από ιδιώτες και από άλλους ζωολογικούς κήπους κι έτσι αυτήν τη στιγμή φιλοξενεί 32 είδη θηλαστικών και πτηνών, καθώς και 10 είδη ερπετών. Πολλά απʼ αυτά τα ζώα ανήκουν σε σπάνια είδη που απειλούνται με εξαφάνιση.


Δυο αρκούδες και μια... βαλκανική ιστορία

Ο ζωολογικός κήπος κρύβει μια πολύ όμορφη ιστορία ευαισθησίας και ανθρωπιάς, που ο κ. Πετρακάκης -όπως ομολογεί- δεν κουράζεται να τη διηγείται:
“Οι δύο αρκούδες που φιλοξενούμε είναι αδέλφια και μας ήρθαν ως δωρεά από τον ζωολογικό κήπο του Βελιγραδίου τον Νοέμβριο του 1993. Είχαν γεννηθεί στη Βοσνία και έχασαν τη μητέρα τους σε ναρκοπέδιο. Τα περιμάζεψαν οι Βόσνιοι και όταν έγιναν περίπου τεσσάρων μηνών τα πήγαν στον ζωολογικό κήπο του Βελιγραδίου. Καθώς όμως ξέσπασε ο πόλεμος, δεν μπορούσαν να τα κρατήσουν ούτε εκεί. Τότε λοιπόν ήρθε στη Θεσσαλονίκη ινκόγκνιτο ο ίδιος ο δήμαρχος του Βελιγραδίου, για να ελέγξει τον ζωολογικό μας κήπο. Ξαναήρθε σε μία εβδομάδα περνώντας πολλές ώρες εδώ μέσα, και την τρίτη φορά που ήρθε παρουσιάστηκε με την ιδιότητά του και είπε ότι ήθελε να μας δωρίσει τα αρκουδάκια. Αμέσως ήρθαμε σε επαφή με τον τότε δήμαρχο Ντίνο Κοσμόπουλο και αμέσως έγινε η μεταφορά. Δεν σταμάτησε όμως εκεί το ενδιαφέρον των Σέρβων. Σε ένα μήνα μας παρακάλεσαν να βιντεοσκοπήσουμε μία ολόκληρη ημέρα από τη ζωή των αρκούδων και να τους τη στείλουμε. Όλο τον επόμενο χρόνο, εν καιρώ πολέμου και με δικά τους έξοδα, έρχονταν κατά διαστήματα άνθρωποι από το Βελιγράδι για να δουν πώς πάνε τα αρκουδάκια τους. Μου έκανε τρομακτική εντύπωση, τους βγάζω το καπέλο για την ευαισθησία και την ανθρωπιά τους. Με την ευκαιρία θέλω να ευχαριστήσω ειδικά τον Βουκ Μπόγιοβιτς, που ήταν ο υπεύθυνος του ζωολογικού κήπου. Το 2000, όταν κάναμε την επέκταση, μας ενίσχυσαν ξανά με τα αγριοπρόβατα και με ένα ζευγάρι ελάφια. Πάρα πολλά ζώα μας προέρχονται από δωρεές του ζωολογικού κήπου του Βελιγραδίου”.
Loader