Χάθηκε η μπάλα το τελευταίο διάστημα στη χώρα μας με τα ηχητικά βίντεο που παρα-ευαισθητοποίησαν τους πάντες, αλλά αποενεργοποίησαν τη λογική. Να ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, μερικά αυτονόητα.
Πρώτον ότι η κυβέρνηση (η κάθε κυβέρνηση) δεν μπορεί να επηρεάσει το έργο και την ταχύτητα της Δικαιοσύνης, συνεπώς η όποια κριτική για την καθυστέρηση της προανάκρισης και κατά συνέπεια και της δίκης δεν την αφορά.
Δεύτερον δεν μπορεί να είσαι πολιτικός ή δικηγόρος ή δημόσιο πρόσωπο και να μη γνωρίζεις ότι οι σοβαρότατες υποθέσεις ανατίθενται είτε με εντολή πρωθυπουργού είτε με εντολή Αρείου Πάγου σε εφέτες δικαστές για καλύτερη ανάκριση και δίκη. Ούτε να ανακαλύπτεις ξαφνικά ότι πρόεδρος και εισαγγελέας Αρείου Πάγου περνάνε από την Εκτελεστική Εξουσία. Δυστυχώς και οι πιο μετριοπαθείς πολιτικοί αρχηγοί, όπως ο Ανδρουλάκης και ο Φάμελλος, στην προσπάθειά τους να ανέβουν επάνω στο κύμα των αντιδράσεων και να ταυτιστούν με τη Ζωή (που είναι η αλήθεια ότι επανήλθε στα χειρότερά της) και τον Βελόπουλο, ξεφεύγουν και, φυσικά, δεν θα τα καταφέρουν. Γιατί, όσοι επιλέγουν το θυμικό και όχι το μυαλό, οι original ακραίοι δηλαδή, θα τους ξεπεράσουν και θα πάνε στα άκρα. Τα πρόσφατα βίντεο, που είναι αληθινά και δεν είναι πειραγμένα, αφορούν τη συγκεκριμένη αμαξοστοιχία και δείχνουν πως ούτε εύφλεκτα υλικά μεταφέρονταν ούτε τίποτα άλλο. Ας περιμένουμε όμως και το πόρισμα της Εθνικής Αρχής Διερεύνησης Ατυχημάτων που είναι να βγει κατά τα τέλη του μήνα, για να έχουμε μία σίγουρη εικόνα.
Ας κατέβουν, όμως, λίγο τα ντεσιμπέλ. Και από τους γονείς με όσα γράφονται για τη Δικαιοσύνη αλλά και από τους εκπροσώπους της Δικαιοσύνης, τόσο την ηγεσία του Αρείου Πάγου, όσο και την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Εδώ ισχύει το «κρείττον του λαλείν το σιγάν» που έλεγαν και οι αρχαίοι, ώστε να επιτύχουν το αυτονόητο, που είναι και ζητούμενο: να βοηθήσουν τους ανακριτές, τους εισαγγελείς και τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους να κάνουν τη δουλειά τους, με βάση τον νόμο και τη συνείδησή τους. Γιατί αυτό που πάει να δημιουργηθεί το τελευταίο διάστημα είναι μία αφόρητη πίεση επί των ανακριτών. Με στόχο το κατηγορητήριο είτε να μη βασίζεται στα υφιστάμενα στοιχεία, αλλά να κοιτά προς τη φωνασκούσα κοινή γνώμη, είτε οι ανακριτές να απαξιωθούν από τώρα και έτσι να αποδομηθεί η οποιαδήποτε τελική τους πρόταση.
Όσο σημαντικό είναι να βρούμε τα «γιατί» εκείνης της νύχτας, άλλο τόσο σημαντικό είναι το πώς δεν θα ξαναβρεθούμε -ως χώρα και ως κοινωνία- ενώπιον αντίστοιχων τραγωδιών. Όπως στο Μάτι, στη Μάνδρα και στα Τέμπη.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 16.02.2025