Η νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ και τα εθνικά θέματα

Από τα όσα είπε η υποψήφια πρέσβειρα φαίνεται πως οι ΗΠΑ έχουν πάρει τις αποφάσεις τους για τα ενεργειακά ζητήματα και η πατρίδα μας κατέχει κεντρική θέση σε αυτόν τον σχεδιασμό

Σάκης Μουμτζής
Γράφει Σάκης Μουμτζής Συγγραφέας

Είθισται οι πρέσβεις των ΗΠΑ να μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τις χώρες στις οποίες πρόκειται να διοριστούν, κάτι απολύτως φυσιολογικό. Δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα η Κίμπερλι Γκιλφόιλ που προορίζεται -με μεγάλη καθυστέρηση- για την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ελλάδα. Την Τετάρτη, 9 Ιουλίου, κατά την προγραμματισμένη ακρόασή της από την επιτροπή της Γερουσίας, αναφέρθηκε διεξοδικά στα θέματα που αφορούν όχι μόνον τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις αλλά και τις αμερικανοτουρκικές. Και οι θέσεις της ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικές, καθώς δεν αρκέστηκε σε γενικόλογες τοποθετήσεις, αλλά μπήκε και στις λεπτομέρειες. Χαρακτηριστική η αποστροφή της τοποθέτησής της: «Εάν επιβεβαιωθεί ο διορισμός μου, θα εργαστώ για τον λεγόμενο κάθετο διάδρομο μεταξύ Ελλάδας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Μολδαβίας, Ουκρανίας και Κεντρικής Ευρώπης, ώστε η Ελλάδα να καταστεί κόμβος φυσικού αερίου των ΗΠΑ για την περιοχή. Θα ενθαρρύνω, επίσης, την πρόοδο της Ελλάδας στην κατασκευή ηλεκτρικής ενέργειας και της σύνδεσής της με τους γείτονές της, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, του Ισραήλ και της Αιγύπτου, που συμβάλλουν στην περιφερειακή ενεργειακή διαφοροποίηση και ασφάλεια, ενώ οι οικονομικές ευκαιρίες παραμένουν ουσιαστικός πυλώνας της ισχυρής σχέσης ΗΠΑ-Ελλάδας». Τέλος, αναφερόμενη στην Τουρκία και το πρόγραμμα των F-35, ανέφερε πως έμεινε εκτός, λόγω δικών της λανθασμένων επιλογών.

Από τα όσα είπε η υποψήφια πρέσβειρα φαίνεται πως οι ΗΠΑ έχουν πάρει τις αποφάσεις τους για τα ενεργειακά ζητήματα και η πατρίδα μας κατέχει κεντρική θέση σε αυτόν τον σχεδιασμό. Ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ηλεκτρική σύνδεση της Ελλάδας με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, κάτι που είχε προκαλέσει την αντίδραση της Τουρκίας. Αν όλα αυτά δεν μείνουν στα λόγια, το μπαλάκι πέφτει στην πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης. Τα χέρια της είναι λυμένα στον βαθμό που όλο αυτό το project θα τελεί υπό την έγκριση των ΗΠΑ.

Όταν εκλέχτηκε ο Τραμπ, στην Ελλάδα υπήρξε μία παρατεταμένη παγωμάρα. Η κυβέρνηση είχε εκτεθεί, στηρίζοντας τον Τζο Μπάιντεν και ήταν ορατό διά γυμνού οφθαλμού πως δεν υπήρχε χημεία μεταξύ Μητσοτάκη και Τραμπ. Συνεπώς, οι ανησυχίες ήταν εύλογες, δεδομένου και του ισοπεδωτικού τρόπου που προσλαμβάνει την πραγματικότητα ο Αμερικανός Πρόεδρος. Από την άλλη πλευρά, οι πρώτες επαφές Ερντογάν-Τραμπ έδειχναν πως υπήρχε μία συναντίληψη, τουλάχιστον σε επίπεδο χειρισμών. Φαίνεται, όμως, πως υπάρχει ένας συγκεκριμένος παράγοντας ο οποίος βάζει σε δεύτερη μοίρα τις καλές σχέσεις των δύο ηγετών. Το Ισραήλ.

Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, στάθηκαν με κάθε τρόπο δίπλα στο Ισραήλ στον πόλεμο των 12 ημερών με το Ιράν και όχι μόνο. Γνώριζε ο Νετανιάχου πως στην Ελλάδα θα έβρισκε ό,τι στήριγμα ζητούσε σε όλους τους τομείς. Και αυτό μέτρησε για τον Ντόναλντ Τραμπ. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στην ασφάλεια του Ισραήλ, εν αντιθέσει με την Τουρκία του Ερντογάν που ενισχύει με κάθε τρόπο τη Χαμάς και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.

Συνεπώς, στη γεωπολιτική εξίσωση της περιοχής η Ελλάδα δεν αποτελεί τον άγνωστο Χ αλλά τον παράγοντα σταθερότητας για τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Διόλου τυχαία, λοιπόν, η ομιλία της Γκιλφόιλ στην επιτροπή της Γερουσίας.

*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 13.07.2025