Οι «προφήτες» Αντονιόνι και Μπέργκμαν

- Newsroom

Τι σημαίνει ακριβώς η φυσική απώλεια σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα; Βαθύτατη θλίψη όταν φεύγουν αγαπημένοι, η αίσθηση του κενού, το αδιέξοδο της εξάρτησης.



Γράφει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου
Όσον αφορά σε δημόσια πρόσωπα, κατά το «ουδείς αναντικατάστατος» η λήθη σκεπάζει με στάχτη την ιστορία. Νέες εξελίξεις, επίγονοι, διάδοχοι, η κοινωνική ροή, δημιουργούν την επούλωση. Περίπου το ίδιο συμβαίνει και με την τέχνη. Μιλάμε, γράφουμε σχεδόν μηχανικά για δυσαναπλήρωτα κενά, αλλά ουσιωδώς βρισκόμαστε σε απόσταση από το συμβάν. Τελείως κατ’ εξαίρεση, σπάνια, υπάρχουν προσωπικότητες και καλλιτέχνες που πραγματικά και βαθύτατα μας λείπουν, για συγκεκριμένους λόγους.
Είναι λογικό λοιπόν ο συνειρμός να πηγαίνει κατευθείαν σε δύο δημιουργούς του κινηματογράφου που χάραξαν νέους, καινοτόμους δρόμους στην έβδομη τέχνη. Ακριβώς σαν σήμερα και πριν από 5 χρόνια χάθηκαν ταυτόχρονα ο Ιταλός Μικελάντζελο Αντονιόνι και ο Σουηδός Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Τα σχετικά δημοσιεύματα τους κατέγραψαν ως πλήρεις ημερών, 95 χρονών τον πρώτο και 89 τον δεύτερο. Επί 54 χρόνια (1954-2004) ήταν στο σινεμά ο Μικελάντζελο, τα τελευταία βαρύτατα άρρωστος και χωρίς να μπορεί να μιλήσει, ενώ 59 χρόνια πίσω από τις κάμερες ήταν ο Ίνγκμαρ (1944-2003).

ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
Δεν είναι τόσο η επετειακή συγκυρία που τους μνημονεύω, όσο η ουσία και οι σημασίες που τους συνόδευαν και αποδεικνύουν και το τεράστιο κενό τους, το πόσο τελικά μας λείπουν. Σίγουρα υπήρξαν διαχρονικοί φιλόσοφοι των σχέσεων αλλά και προφήτες των εξελίξεων στις ευημερούσες δυτικές κοινωνίες. Ήταν οι πρώτοι που απέδειξαν πως η ευμάρεια, η ανάπτυξη, ο πλούτος, όχι μόνο δεν φέρνουν ευτυχία, αλλά οδηγούν σε απομόνωση, ψυχικά νοσήματα, κατάθλιψη, μοναξιά, εγκατάλειψη. Ο Αντονιόνι μας έμαθε τους όρους αλλοτρίωση και αποστασιοποίηση (σε αντίθεση με τον Μπρεχτ εννοούσε την κατάσταση εκείνη κατά την οποία ο άνθρωπος, φορτωμένος από πολλά προβλήματα, δεν μπορεί να ενδιαφερθεί για τον διπλανό του). Έτσι γύρισε την περίφημη τριλογία της αποξένωσης («Η περιπέτεια», «Η νύχτα», «Η έκλειψη»), με ταινίες που τη δεκαετία του ’60 βραβεύτηκαν, συζητήθηκαν και επηρέασαν ιδιαίτερα τους σινεφίλ αλλά και πολλούς σκηνοθέτες.

ΤΡΙΑ ΟΣΚΑΡ ΣΤΟΝ ΣΟΥΗΔΟ
Ο Μπέργκμαν, πέραν της αλλοτρίωσης, ανέλυσε ιδίως την ψυχολογική απομόνωση, τη μοναξιά του ατόμου παρά την παρουσία των άλλων, τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και τους μεταφυσικούς προβληματισμούς, όλα αυτά όμως δοσμένα μέσα στο πλαίσιο μια ευμαρούς σοσιαλδημοκρατίας.
Λάτρης του νουάρ ο Αντονιόνι και μέγας κοινωνιστής, μέγας ανατόμος της ψυχής και επικριτικός των ανταγωνιστικών σχέσεων ο Μπέργκμαν. Και οι δυο τους έγιναν γνωστοί τη δεκαετία του ’50, μεσουράνησαν, μονοπώλησαν το λεγόμενο καλλιτεχνικό σινεμά, το ’60 και το ’70 πήραν βραβεία σε όλα τα φεστιβάλ. Του Ίνγκμαρ του έγινε και μια επιπρόσθετη τιμή: οι Αμερικανοί τίμησαν ιδιαίτερα το έργο του και κέρδισε τρία ξενόγλωσσα Όσκαρ, για την «Πηγή των παρθένων» (1960) που έγινε και σκληρό αμερικανικό ριμέικ, το «Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη» (1961) και το «Φάνι και Αλέξανδρος» (1983).
Ο Αντονιόνι τη δεκαετία του ’70 γύρισε δύο αμερικανικές παραγωγές στις ΗΠΑ: «Ζαμπρίσκι Πόιντ» (για τις νεανικές εξεγέρσεις) και «Επάγγελμα ρεπόρτερ». Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο δημιουργών, ότι αγαπούσαν πολύ και ιδιαίτερα τις γυναίκες. Δεν άφησε πρωταγωνίστρια χωρίς να κάνει σχέση μαζί της ο Μπέργκμαν, ενώ μεγάλη αδυναμία του Αντονιόνι ήταν η Μόνικα Βίτι.

Η «ΕΡΗΜΟΣ» ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
Λειτούργησαν ως κοινωνικοί και ιδεολόγοι προφήτες για πράγματα και θέματα που, όταν τα παρακολουθούσαμε στις ταινίες τους, θεωρούνταν ιδιαίτερα απόμακρα και σχεδόν αδύνατο να μεταφερθούν στην Ελλάδα. Οι ταινίες τους αρχικά θεωρήθηκαν ακατανόητες, αλλά βαθμιαία κέρδισαν μεγάλη αποδοχή, ενώ πια στις μέρες μας τις φυλάγουμε ως αθάνατα, κλασικά έργα. Τις ταινίες τους πια τις βιώνουμε, σχεδόν δεν χρειάζονται αναλύσεις. Ο Αντονιόνι γύρισε π.χ. την «Κόκκινη έρημο» (την πρώτη έγχρωμη ταινία του), αναφερόμενος μέσω της ηρωίδας του (Μόνικα Βίτι) στην πλήρη έρημο των σχέσεων. Νωρίτερα, με την τριλογία της αποξένωσης τα είπε όλα διά των τίτλων. Η ζωή είναι ένα ταξίδι σε αναζήτηση «Περιπέτειας» (γνήσιας συγκίνησης), με σταθμό σε μια μεγάλη «Νύχτα» απογοήτευσης, εκμετάλλευσης, παραίσθησης, σκηνοθεσίας της ευτυχίας, για να καταλήξουμε στην εύγλωττη «Έκλειψη».

ΥΠΟΤΑΓΗ ΚΑΙ ΑΠΟΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΣΗ
Εκεί λοιπόν που σβήνει ο λαμπτήρας των σχέσεων, φθάνει και η μέγιστη ματαιότητα για ένα ταξίδι που δεν οδήγησε πουθενά, παρά στην απομάκρυνση ακόμα περισσότερο. Σε έγχρωμο ο Αντονιόνι θα γυρίσει στο Λονδίνο το βραβευμένο «Blow up», ίσως την πιο πικρή και αιχμηρή ταινία που έχω δει πάνω στα θέματα της κοινωνικής ενσωμάτωσης, της υποταγής στους κανόνες του παιχνιδιού, της απορρόφησης από τον αλλοτριωτικό παράγοντα. Είναι φανερό πως η ταινία αποτελεί μια μετεξέλιξη προβληματισμών του Ρενουάρ.
Στο «Ζαμπρίσκι Πόιντ», 40 χρόνια πριν το εισπράξουμε στο τώρα, θα μας πει πως η επανάσταση είναι μόνο στο μυαλό μας, και φυσικά θα γυρίσει το ανεπανάληπτο «Επάγγελμα ρεπόρτερ», που για μένα είναι ταυτόχρονα η διαθήκη και τα άπαντά του: η δυτική ευημερούσα κοινωνία, η αναζήτηση ταυτότητας, η αποπροσωποποίηση, η κοινωνική αποβολή, ο θάνατος, το τέλος. Τα περιέγραψε όπως ακριβώς γίνονται και εξελίσσονται σήμερα.

ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ο Μπέργκμαν γύρισε την περίφημη ταινία θεολογικού προβληματισμού «Η έβδομη σφραγίδα» και φυσικά τις «Άγριες φράουλες», ύμνο στην αγάπη, που τη θεωρεί το υπέρτατο αγαθό πέρα από οτιδήποτε άλλο. Ο Ίνγκμαρ είχε την ικανότητα να γυρίζει και διακριτικές κωμωδίες, αλλά αγαπήθηκε για τα ψυχοδράματά του. Γύρισε ένα περίφημο φιλμ-σχόλιο για την ταυτότητα και την υπόδυση, την «Περσόνα». Ακόμα την τολμηρότατη «Σιωπή» του, που συζητήθηκε πολύ, ενώ ενόχλησαν οι τολμηρότατες σκηνές της. Στην ωριμότητά του, και αφού είχε ζήσει με τόσο ωραίες γυναίκες, γυρίζει ένα απόλυτα συγκλονιστικό φιλμ, τις «Σκηνές από ένα γάμο». Κάτω από τις σκηνοθετικές του οδηγίες, η διάσημη συμπατριώτισσα και συνονόματή του ηθοποιός Ίνγκριντ κέρδισε Όσκαρ για τον ρόλο της στο ψυχόδραμα «Φθινοπωρινή σονάτα».

ΕΓΚΑΙΡΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Ήταν άνθρωπος σκεπτόμενος σε όλα τα επίπεδα. Κάποιες ταινίες του λοιπόν είχαν σαφέστατες αντιπολεμικές νύξεις. Έντονη καταγγελία του φασισμού είναι το εύγλωττο «Αυγό του φιδιού». Όσο για το έγχρωμο, πολύωρο αριστούργημά του «Φάνι και Αλέξανδρος», είναι αυτοβιογραφικό, ποιητικό, ευαίσθητο και πρωτότυπο.
Ξαναβλέποντας τις ταινίες των Αντονιόνι και Μπέργκμαν, γνωρίζουμε πόσο έγκαιρα είχαν διαγνώσει τη σύγχρονη ηθική, οικονομική, ιδεολογική κρίση, το τέλος των σχέσεων, καταγράφοντας προφητικά όχι μόνον αυτά τα φαινόμενα αλλά και τα γενεσιουργά αίτιά τους. Αθάνατοι, λοιπόν.

Loader