Ώριμο και αδήριτο αίτημα η πολιτική αλλαγή. Της Ειρήνης Τσαρούχα

Ακρίβεια, φόροι, ανισότητες και... υπερκέρδη με τη βούλα της ΕΕ

Της Ειρήνης Τσαρούχα

Δημοσιογράφου

tsaroyxa-efimerida.jpg

Κάθε πρωί, εκατομμύρια Έλληνες ξυπνούν για να δουλέψουν σκληρά, σε έναν αγώνα επιβίωσης και κάθε άλλο παρά για μία αξιοπρεπή ευρωπαϊκή διαβίωση. Οι Έλληνες υφίστανται τις συνέπειες του υψηλότερου πληθωρισμού στην ΕΕ, εργάζονται περισσότερες ώρες, υποαμείβονται, πληρώνουν υψηλότατους έμμεσους φόρους και δαπανούν δυσανάλογα μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους για βασικά αγαθά.

Τα στοιχεία είναι αψευδής μάρτυρας της πραγματικότητας που βιώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά.

Το 2024, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν 3,0%, υπερβαίνοντας κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.

Οι Έλληνες εργαζόμενοι εργάζονται κατά μέσο όρο 39,8 ώρες την εβδομάδα, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ, με τον μέσο όρο στις 36,0 ώρες (σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2024).

Ο πραγματικός κατώτατος μισθός με βάση τις τρέχουσες τιμές στην Ελλάδα το 2023 βρίσκονταν λίγο πάνω από αυτόν του 1990 (σύμφωνα με στοιχεία και σχετικό γράφημα του ΟΟΣΑ).

Οι Έλληνες δαπανούν το 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 19,2% (σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2024).

Ειδικότερα στα μεγάλα αστικά κέντρα το 31% των κατοίκων δαπανούν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για στέγαση, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ (σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το 2024).

Το 26,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ μετά τη Βουλγαρία (σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2024).

Ο δείκτης Gini (δείκτης ανισότητας εισοδήματος) για την Ελλάδα ανήλθε στο 31,8%, υποδεικνύοντας υψηλή ανισότητα εισοδήματος, ενώ ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 29,6%. (ELSTAT 2024).

Όσο για τη φορολογία, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το πρώτο εξάμηνο του 2025, οι έμμεσοι φόροι στην Ελλάδα ανήλθαν στο 17,3% του ΑΕΠ, κατατάσσοντας τη χώρα στην τέταρτη θέση μεταξύ των 27 κρατών μελών της ΕΕ, μετά την Ουγγαρία, τη Σουηδία και την Κροατία. Στην ίδια θέση βρίσκεται και ως προς το μερίδιο των έμμεσων φόρων έναντι της συνολικής φορολογίας.

Οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης (καύσιμα, αλκοόλ και καπνός), πάντα ιδιαίτερα υψηλοί, έφθασαν το 5,2% του ΑΕΠ, κατατάσσοντας την Ελλάδα στη δεύτερη θέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, ενώ το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό κατέχουν και οι περιβαλλοντικοί φόροι που αποτελούν το 4,1% του ΑΕΠ, με τη Φινλανδία να κατέχει την πρωτιά και στις δύο περιπτώσεις.

Παρότι τα «επιτεύγματα» αυτά έχουν τη σφραγίδα της ΝΔ, η κυβέρνηση μιλάει για ανάπτυξη και ευημερία, αναφερόμενη προφανώς στις λίγες μεγάλες επιχειρήσεις που αυξάνουν την κερδοφορία τους -χάρη στις πολιτικές της- σημειώνοντας από τα υψηλότερα κέρδη στην ΕΕ, το 2023, σύμφωνα με την Eurostat.

Οι αριθμοί δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας: η κοινωνική ανισότητα μεγαλώνει, η φτώχεια παραμένει υψηλή και οι Έλληνες πληρώνουν ακριβά το τίμημα μιας πολιτικής, που μόνο στόχο έχει την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων και τον κατευνασμό των πολιτών με επιδόματα-ψίχουλα και όχι αξιοπρεπών μισθών, μέσω ΣΣΕ, όπως παροτρύνει και η ίδια η ΕΕ.

Όσο η επικοινωνία υπερισχύει της ουσίας, οι κοινωνικές ανισότητες μεγαλώνουν και η Ελλάδα χάνει τη μεγαλύτερη δύναμή της: τους ανθρώπους της.

Για να αναταχθεί η χώρα, απαιτείται αλλαγή παραδείγματος΄ μία νέα στρατηγική με στόχευση την ουσιαστική σύγκλιση της ελληνικής κοινωνίας με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές. Χρειάζονται πρωτίστως πολιτική βούληση και πραγματικές δεσμεύσεις για θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην ανθρωποκεντρική κατεύθυνση.

Με αυτό το πρόταγμα οικοδομείται το προγραμματικό πλαίσιο που έθεσε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από το βήμα της ΔΕΘ. Η πολιτική αλλαγή απαιτείται όχι ως σύνθημα αλλά ως ώριμο και αδήριτο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας.