- Newsroom
«Οδηγός μας αυτή τη στιγμή, αλλά και κάθε ημέρα είναι η υλοποίηση του προγράμματος μας. Στις εκλογές που θα γίνουν το 2027 θα κριθούμε για την αποτελεσματικότητά μας και για το έργο που παραδίδουμε σε μία προς μία τις δεσμεύσεις μας, αλλά και για την πρόταση που θα καταθέσουμε στους πολίτες για την επόμενη τετραετία. Αν ολοκληρώσουμε, λοιπόν, αυτήν την αποστολή, κανένας πήχης δεν είναι υψηλός», τόνισε σε συνέντευξη, που παρεχώρησε στην εφημερίδα Βραδυνή της Κυριακής ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης.
Αναφορικά με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και εν όψει της ΔΕΘ, ο κ. Μαρινάκης επιμένει ότι η φιλοσοφία της κυβέρνησης είναι«λιγότεροι φόροι και γενικά λιγότερα βάρη, ειδικά στη μεσαία τάξη και επιβράβευση των συνεπών».
Στο μέτωπο της τραγωδίας των Τεμπών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατηγόρησε την αντιπολίτευση για «εργαλειοποίηση» του πόνου και της οργής των συγγενών των 57 νεκρών, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «χωρίς κανόνες, χωρίς καμία ηθική, μας κρέμασαν στα μανταλάκια. Με κοπτοραπτικές εφηύραν επιθέσεις υπουργών κατά των συγγενών των θυμάτων. Είδαμε και ακούσαμε πολλά αυτή τη διετία: δολοφονίες χαρακτήρων, λαϊκά δικαστήρια σε απευθείας μετάδοση, κατασκευές ενόχων, καταδίκες προτού καν ολοκληρωθεί η ανάκριση», ενώ ζήτησε εκ νέου να αφεθεί η Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της.
Αναλυτικά η συνέντευξη του κυβερνητικού εκπροσώπου
Η κυβέρνηση βρίσκεται στο μέσο της δεύτερης τετραετίας και έχουμε ακούσει τον Πρωθυπουργό και υπουργούς να μιλούν για τρίτη διαδοχική θητεία με αυτοδυναμία. Πώς μπορεί να είναι εφικτός αυτός ο στόχος όταν στις δημοσκοπήσεις η ΝΔ κινείται γύρω στο 30%;
Οι δημοσκοπήσεις είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, αλλά αποτελούν μια φωτογραφία της συγκυρίας. Η μεγάλη εικόνα σε όλες τις μετρήσεις δείχνει αφενός ότι οι πολίτες εμπιστεύονται, σταθερά και με διαφορά, τη Νέα Δημοκρατία στη διακυβέρνηση της χώρας. Αφετέρου και όσο κι αν από την αντιπολίτευση προσπάθησαν να επενδύσουν στην μονοθεματικότητα, για να κρύψουν τη δική τους ένδεια προγραμμάτων και επιχειρημάτων, οι δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν τα πραγματικά προβλήματα, τα οποία ιεραρχούνται υψηλά από τους πολίτες, όπως είναι η ακρίβεια, η ασφάλεια, η υγεία, το στεγαστικό ζήτημα. Αυτοί είναι οι πραγματικοί μας αντίπαλοι και κατά συνέπεια, οδηγός για εμάς, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, αλλά και κάθε ημέρα, είναι η υλοποίηση του προγράμματος μας.
Γι'αυτό το πρόγραμμα λάβαμε ισχυρή λαϊκή εντολή, που σημαίνει ότι η μοναδική επείγουσα προτεραιότητα δεν είναι η κάλυψη της απόστασης από τα ποσοστά αυτοδυναμίας, αλλά να μην αφήσουμε καμία εκκρεμότητα. Γρήγορα, αλλά όχι βιαστικά, θέλουμε να κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις, που απομένουν, για να δώσουμε ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομία. Στις εκλογές που θα γίνουν το 2027 θα κριθούμε για την αποτελεσματικότητά μας και για το έργο που παραδίδουμε σε μία προς μία τις δεσμεύσεις μας, αλλά και για την πρόταση που θα καταθέσουμε στους πολίτες για την επόμενη τετραετία. Αν ολοκληρώσουμε, λοιπόν, αυτήν την αποστολή, κανένας πήχης δεν είναι υψηλός. Μπορεί να το διαπιστώσετε αν ανατρέξετε στις αντίστοιχες εκτιμήσεις ψήφου, που γίνονταν στα μισά της πρώτης θητείας και τις συγκρίνετε με το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών του 2023.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ήδη μέτρα ενίσχυσης κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων. Στη ΔΕΘ λέτε ότι θα δοθεί βάρος στην στήριξη της μεσαίας τάξης με φοροελαφρύνσεις. Τι να περιμένουμε; Δώστε μας το πλαίσιο.
Έχει σημασία να τονίσουμε ότι αυτή η συζήτηση που κάνουμε δεν είναι ένας «τζόγος» παροχών, αλά 80's και 90's , που δίνονταν με δανεικά. Πλέον, η οικονομική πολιτική σχεδιάζεται σε μια χώρα δημοσιονομικά ισχυρή, με ισχυρή ανάπτυξη και με μονοψήφια ανεργία. Μια οικονομία που μπορεί, χωρίς νέους φόρους, αλλά χάρη στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και τις νέες θέσεις εργασίας, να επιστρέφει στους πολίτες το μέρισμα του πλούτου που δημιουργεί.
Οι πολίτες ξέρουν τι να περιμένουν, γιατί είναι κάτι που βιώνουν, εδώ και έξι χρόνια, με τις 72 μειώσεις φόρων, όπως επίσης των εισφορών, αλλά και με τις μόνιμες αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις. Παρότι γράφονται και διακινούνται πολλά σενάρια σχετικά με τις ανακοινώσεις της ΔΕΘ, σας συνιστώ λίγη υπομονή, διότι απομένει πολύς δρόμος μέχρι να ξεκινήσει αυτή η συζήτηση. Η φιλοσοφία, λοιπόν, είναι η ίδια: λιγότεροι φόροι και γενικά λιγότερα βάρη, ειδικά στη μεσαία τάξη και επιβράβευση των συνεπών. Εξηγούμαι: εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες προσαρμόστηκαν σε μια σειρά από πολύ σημαντικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Τώρα ήρθε η ώρα να μειωθούν βάρη, όσο επιτρέπουν τα δημοσιονομικά δεδομένα.
Οι οικονομικοί δείκτες πάνε καλά, οι οίκοι αξιολόγησης επιβραβεύουν και αναβαθμίζουν συνεχώς την ελληνική οικονομία, οι μισθοί ανεβαίνουν, η ανεργία μειώνεται. Κι όμως υπάρχουν πολλοί συμπολίτες μας - ειδικά συνταξιούχοι - που τα βγάζουν πέρα δύσκολα. Πώς θα τους στηρίξετε;
Επιτρέψτε μου, σε αυτή τη συζήτηση δεν υπάρχουν «θα». Υπάρχουν πολιτικές που ήδη εφαρμόζονται και αυξάνουν μόνιμα το εισόδημα. Η μεγάλη εικόνα είναι ότι είμαστε η πρώτη χώρα σε ρυθμούς αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η αλήθεια των αριθμών είναι ότι ο κατώτατος μισθός που είναι πλέον 880 ευρώ, έχει αυξηθεί κατά 35,4% την τελευταία εξαετία. Είναι αρκετό; Όχι. Προφανώς και ο στόχος μας είναι ολοένα και περισσότερο εργαζόμενοι, να αμείβονται με μισθούς μεγαλύτερους από τον κατώτατο. Κι αυτό είναι κάτι το οποίο σταδιακά υλοποιείται, αφού στο σύνολο των εργατικού δυναμικού, πάνω από τους μισούς και συγκεκριμένα το 53,7%, παίρνουν πάνω από 1000 ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2019 ήταν στο 36,3%.
Το διαθέσιμο εισόδημα ενισχύει η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5,4%, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Η απαλλαγή από τη συμμετοχή φαρμακευτική δαπάνη για τους χαμηλοσυνταξιούχους επίσης, ενώ και τα μέτρα 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, που ανακοινώθηκαν μετά το Πάσχα, έχουν στο επίκεντρο τη στήριξη του εισοδήματος συνταξιούχων και εργαζόμενων, με μεσαία και χαμηλά εισοδήματα. Δεν έχουμε φτάσει εκεί που θέλουμε γιατί ειδικά οι συνταξιούχοι στερήθηκαν πολλά τα τελευταία χρόνια, για αυτό και η εντολή του Πρωθυπουργού, είναι η ευημερία που καταγράφουν οι δείκτες στη μακροοικονομία, να φαίνονται όλο και περισσότερο στο πορτοφόλι των πολιτών.
Δημοσιονομικά λέτε δεν αντέχει η οικονομία να δοθούν ο 13ος και ο 14ος μισθός στις συντάξεις και στο δημόσιο. Είναι κάτι που πρέπει να ξεχάσουμε οριστικά;
Κύριε Αρμένη, η οικονομική πολιτική αυτής της κυβέρνησης δεν χαράσσεται, κοιτώντας τη γυάλινη σφαίρα. Γίνεται με σχέδιο και η κάθε παροχή είναι κοστολογημένη. Μία προς μία οι μόνιμες αυξήσεις που έχουν δοθεί, μαζί με αυτές που θα δοθούν, αλλά και οι έκτακτες ενισχύσεις, είναι όπως έχουμε πει κι άλλες φορές «μετρημένες στο μέτρο». Είναι αποτέλεσμα μιας συνετούς διαχείρισης και ενός συγκεκριμένου οδικού χάρτη, που δεν χρηματοδοτείται από τα «λεφτόδεντρα» και σίγουρα όχι από τις κατά καιρούς διασκευές των περιβόητων «δώστα όλα», του «λεφτά υπάρχουν», ή των οραμάτων για περήφανες διαπραγματεύσεις, που τσάκισαν τα εισοδήματα εργαζόμενων και συνταξιούχων, διπλά με άμεσες μειώσεις μισθών, και τριπλά με τις φορολαίλαπες, που «μάτωσαν» οικονομικά τον ελληνικό λαό.
Οι «αντοχές» στις οποίες αναφέρεστε δεν είναι κάτι αόριστο και, σε κάθε περίπτωση, εμείς δεν πρόκειται για κανένα εφήμερο, πολιτικό κέρδος να στείλουμε τον λογαριασμό στην επόμενη γενιά. Είναι οι ευρωπαϊκοί κανόνες και θα πρέπει να το επαναλάβω, μήπως και γίνει αντιληπτό και από την αντιπολίτευση: Μπορούμε να δίνουμε μέχρι εκεί που φτάνει το χέρι μας. Υπάρχει ένα «ταβάνι» δαπανών και οτιδήποτε παραπάνω από αυτό σημαίνει ότι, εν προκειμένω, αυτά τα 3 δισεκατομμύρια που κοστολογείται η επαναφορά 13ου και 14ου μισθού, θα πρέπει να κοπούν από αλλού. Ας μας πει η Αντιπολίτευση από πού. Όχι για να εφαρμόσουμε την πρόταση τους, αλλά για να καταλάβουν οι πολίτες, ότι κάποιοι είναι διατεθειμένοι-επιτρέψτε μου την έκφραση- να παίξουν στα «ζάρια» τις θυσίες τους στα χρόνια της κρίσης, αλλά και την πρόοδο που έχει γίνει μετά από αυτήν, μόνο και μόνο για να επιβιώσουν πολιτικά.
Κύριε εκπρόσωπε, στην υπόθεση των Τεμπών, η αντιπολίτευση σας κατηγορεί, ότι πανηγυρίζετε με το πόρισμα του καθηγητή Καρώνη, αλλά ούτε με αυτό μπορείτε να βγείτε από τη θέση του απολογούμενου. Τι απαντάτε;
Η κυβέρνηση δεν έχει λόγο να πανηγυρίσει για καμία πραγματογνωμοσύνη. Το είπαμε από την πρώτη στιγμή, για εμάς, υπάρχει μόνο ένα χρέος: να χυθεί άπλετο φως σε αυτήν την εθνική τραγωδία. Και ξέρετε, αυτή η δέσμευση δεν αναλήφθηκε μόνο στα λόγια, αλλά με πράξεις. Δεσμευτήκαμε ότι θα παράσχουμε κάθε νομοθετική διευκόλυνση στις ανακριτικές αρχές και το κάναμε. Συστήσαμε και στελεχώσαμε έναν ανεξάρτητο οργανισμό που εξέδωσε ένα από τα πορίσματα, που αποτελούν μέρος του προανακριτικού υλικού. Και όλα αυτά κόντρα σε μια ετερόκλητη συμμαχία, συνωμοσιολόγων, διακινητών fake news, που λυπάμαι που θα το πω, νομιμοποίησε η ίδια η αξιωματική αντιπολίτευση, είτε με την ανοχή στις αδιανόητες και αστήριχτες κατηγορίες, είτε με την υιοθέτηση κάποιων εξ' αυτών. Εμείς, δεν αναζητούμε καμία ρεβάνς, παρότι εδώ και δυο χρόνια, απέναντι μας είχαμε ένα ανίερο, αντικυβερνητικό «μέτωπο», που εργαλειοποίησε τον πόνο 57 οικογενειών.
Χωρίς κανόνες, χωρίς καμία ηθική, μας κρέμασαν στα μανταλάκια. Με κοπτοραπτικές εφηύραν επιθέσεις υπουργών κατά των συγγενών των θυμάτων. Είδαμε και ακούσαμε πολλά αυτή τη διετία: δολοφονίες χαρακτήρων, λαϊκά δικαστήρια σε απευθείας μετάδοση, κατασκευές ενόχων, καταδίκες προτού καν ολοκληρωθεί η ανάκριση. Εμείς, πολιτικά λοιπόν, θεωρούμε -και αυτή είναι μια θέση που διατυπώναμε και πριν από το πόρισμα του καθηγητή Καρώνη- ότι ανακύπτει ένα μείζον ζήτημα, που δεν είναι μόνο ηθικής τάξης, για το οποίο ειδικά ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, οφείλει να δώσει απαντήσεις. Σας θυμίζω ότι ο κ. Ανδρουλάκης, αποκάλεσε τον Πρωθυπουργό της χώρας, «αρχιερέα της συγκάλυψης».
Και, εν πάσει περιπτώσει, τώρα που οι θεωρίες συνωμοσίας καταρρίπτονται, ας αφήσουμε με σεβασμό στον πόνο των συγγενών την Δικαιοσύνη να δώσει τις δικές της απαντήσεις.
Και μια πιο προσωπική ερώτηση. Γιατί ασχοληθήκατε με την πολιτική; Και ποια άποψη έχετε σήμερα για την πολιτική σε σχέση με εκείνη που είχατε στα εφηβικά ή τα φοιτητικά σας χρόνια;
Δεν είμαι σίγουρος ότι είχα μέσα μου το μικρόβιο. Ή τουλάχιστον δεν το ανακάλυψα από την αρχή της παρουσίας μου στη Νομική της Κομοτηνής. Θυμάμαι με σχεδόν απόλυτο τρόπο, στις πρώτες συναστροφές με τους συμφοιτητές μου, να λέω: «Θα σας ψηφίζω αλλά μην μου πείτε να ασχοληθώ». Η πορεία βέβαια που ακολούθησα ήταν διαφορετική και η αλήθεια είναι ότι πάντα το μέτρο για μένα, ήταν αυτό που κάνω να έχει αποτέλεσμα. Βέβαια η συνθήκη ήταν προφανώς διαφορετική, γιατί η πολιτική ενασχόληση μας, ως μέλη της μεγαλύτερης φοιτητικής παράταξης, ήταν ουσιαστική.
Είχε προτάσεις, όπως η αλλαγή στο πρόγραμμα σπουδών, η ανοιχτή σχολή, η βελτίωση των υποδομών. Δεν σας κρύβω ότι είδα με ικανοποίηση, μια πολιτική που είχαμε προτείνει το 2009-2010, λίγο πριν πάρω το πτυχίο μου, για την κατάργηση των αφισοκολλήσεων, να υλοποιείται δέκα χρόνια αργότερα σε κάποια πανεπιστήμια. Εξακολουθώ να πιστεύω, ότι σε όποια θέση και αν βρισκόμαστε στην πολιτική, αξιολογούμαστε καθημερινά και σίγουρα είμαστε προσωρινοί σε αυτήν. Όπως επίσης είναι πεποίθησή μου, ότι στο τέλος πάντα πρέπει να κρινόμαστε από τους πολίτες. Βγαίνω και εγώ μπροστά για τη σιωπηρή πλειοψηφία των «νοικοκυραίων», όπως ειρωνικά μας αποκαλούσαν, που θέλει κάθε παραβατικός να έχει συνέπειες.
Για τη γενιά μου και την αμέσως επόμενη που χρειάζεται να εκπροσωπείται από πολιτικούς με ένσημα. Για τους συνεργάτες που είχα σε όσα γραφεία δούλεψα που μαζί βλέπαμε πράγματα που μας ενοχλούσαν στη χώρα που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε.
Ο βασικός μου στόχος είναι να εκπληρώσω καλά αυτά τα καθήκοντα, ν' ανταποδώσω την εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού. Και να είμαι κι εγώ ένας από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, που θα εκπροσωπήσουν στην επόμενη Βουλή του κατοίκους του βόρειου τομέα. Γιατί από μικρό παιδί έχω την άποψη ότι ο αιρετός έχει την μεγαλύτερη αξία από οποιονδήποτε άλλον στην πολιτική.