ΣΙΝΕΜΑ Η απελπισία των Αμερικανών καμικάζι της ζωής. Του Αλέξη Δερμεντζόγλου

- Newsroom

Υπάρχουν καλλιτέχνες που έχουν ως σήμα κατατεθέν τη συνέπεια. Λειτουργούν με έναν υψηλό μέσο όρο, με σταθερές αξίες, και δεν σε απογοητεύουν. Ο Ντάρεν Αρονόφσκι κατάφερε να κινηθεί σ’ ένα τέτοιο επίπεδο και το αποδεικνύει και τώρα με τον “Παλαιστή”.

Από τις 29 Ιανουαρίου θα παρακολουθήσουμε σε όλη την Ελλάδα μια ταινία την οποία κάποιοι Θεσσαλονικείς σινεφίλ ήδη απόλαυσαν από τις 14 Νοεμβρίου (έναρξη 49ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου). Είναι ο “Παλαιστής” (ο πρωτότυπος τίτλος, “Top wrestler”, είναι πιο εύστοχος, μια και εδώ έχουμε, ας πούμε, παραστάσεις σόου). Η ταινία έφθασε με το Χρυσό Λιοντάρι από τη Βενετία και επιβεβαίωσε τη σταθερή στάση του Αρονόφσκι. Εδώ και κάποια χρόνια, οπότε χαρακτηρίστηκε μεγάλο ταλέντο, καταφέρνει και λειτουργεί πέρα από συμβιβασμούς.
Όσο για την αμερικανική κινηματογραφία, πάντα έδειξε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε παρόμοια αθλήματα, και ειδικά στην πυγμαχία. Ιδίως μάλιστα διερεύνησε τον σκοτεινό χώρο του αθλήματος, πάντα σε σχέση με σικέ ματς και άλλες ύποπτες συναλλαγές.

ΤΑ ΣΙΚΕ ΜΑΤΣ
Ο Αρονόφσκι προσπερνά το θέμα μ’ έναν εξαιρετικό τρόπο. Ασχολείται αρχικά με το wrestling, που έτσι κι αλλιώς είναι πάντα στημένο, λειτουργεί ως μια παράσταση. Οι θεατές γνωρίζουν τα κόλπα, άσχετα αν πολλές φορές προσποιούνται πως όλα είναι κανονικά. Επίσης οι “αθλητές”, δηλαδή οι σόουμεν, δεν είναι πάντοτε ιδιαίτερα αληθοφανείς ως ηθοποιοί. Έχω δει τέτοιους αγώνες και στην Ελλάδα. Οι παλαιστές περνούν τα 40, πολλές φορές και τα 50 χρόνια. Καταντούν τραγικά πλάσματα, είναι να τους λυπάσαι. Η ζωή που κάνουν, τα χτυπήματα που τρώνε, τους μετατρέπουν (συνήθως) σε γραφικές φιγούρες.

ΟΛΑ ΓΙΑ ΘΕΑΜΑ
Ο Αρονόφσκι δηλαδή, πίσω από αυτά τα βασανισμένα κορμιά, επιχειρεί να διαπεράσει κριτικά το αμερικανικό όνειρο, για την ακρίβεια να το αντιστοιχίσει. Προ οκταετίας είχε γυρίσει μια ταινία που αγαπήσαμε ιδιαίτερα, το “Ρέκβιεμ για ένα όνειρο” (διάβαζε στήλη “Σινεφίλ”), όπου το σχόλιο ήταν ιδιαίτερα πικρό. Εδώ είναι έμμεσο και ως εκ τούτου πιο καίριο.
Αξιοποιεί δύο εκπληκτικούς “σηματοδότες”, τον Μίκι Ρουρκ και τη Μαρίζα Τομέι, που τους αξίζουν τα Όσκαρ. Εκείνος είναι ένας ξεπεσμένος παλαιστής, που παθαίνει καρδιακή προσβολή, του κάνουν by pass και του απαγορεύουν διά ροπάλου να ασχοληθεί εκ νέου με το -ας πούμε- άθλημα. Γνωρίζει μια μπαργούμαν, που χορεύει σχεδόν γυμνή ιδιωτικά χορό της κοιλιάς για τους πελάτες. Στο σπίτι όμως την περιμένει ένα παιδάκι. Είναι δηλαδή κατά βάθος μια στοργική μητέρα, που για να επιβιώσει χαρίζει πλαστή σαρκική ηδονή στο... φιλοθέαμον κοινό. Κάτι τέτοιο κάνει και ο βασικός ήρωας;

ΟΙ ΕΠΙΡΡΟΕΣ
Ο Αρονόφσκι εμπνεύστηκε την ταινία του από ένα περίφημο αλλά “βαρύτατο” αθλητικό μελόδραμα πυγμαχίας, το “Γίγαντας κυλισμένος στον βούρκο” του Ραλφ Νέλσον. Ο Άντονι Κουίν έπαιζε εκεί με εκπληκτική δυναμική έναν τύπο που είχε καταντήσει παλιάτσος, σε μια ταινία άκρως φορτισμένη.
Ο Αρονόφσκι, πέρα από το “όνειρο”, επιχειρεί να αξιοποιήσει το περίφημο “Σκοτώνουν τ’ άλογα όταν γεράσουν”. Στην προκειμένη περίπτωση αποδεικνύει πως το “όνειρο” και ο φόνος κάθε ξεζουμιασμένου είναι συστατικά του ίδιου τρόπου, μιας όμοιας διαδικασίας με την οποία κινείται το συγκεκριμένο σύστημα.

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Η αξία του “Παλαιστή” είναι ιδίως ιδεολογική. Δεν διαθέτει την οπτική δύναμη του “Ρέκβιεμ για ένα όνειρο”, ούτε καμιά άλλη μυθοπλαστική καινοτομία. Ο νοήμων σινεφίλ από την αρχή γνωρίζει πως η κατάληξη θα είναι έτσι ή αλλιώς τραγική. Κι αυτό βέβαια εξασφαλίζεται από την αυθαιρεσία της μυθοπλασίας. Δεν έχουμε εδώ να κάνουμε με πραγματικό πρόσωπο που έγινε ταινία, και ως εκ τούτου ο σκηνοθέτης μπορεί να υπερβεί κάποια όρια.
Ο Μάικλ Μαν αφηγήθηκε με ωραίο οπτικό στιλ την ιστορία του “Άλι”. Όσο για τον Σκορσέζε, “ανοίχτηκε” όσο μπόρεσε πιο ελεύθερα στα πεδία του “Οργισμένου ειδώλου”, αφηγούμενος την περίπτωση του Τζέικ Λα Μότα.

ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΦΙΛΜ
Είδαμε βεβαίως και άλλα φιλμ που έχουν σχέση με την πυγμαχία. Μου άρεσε η δημιουργία του Ρομπέρ Οσέν “Ψυχή και σώμα” (ελληνικός τίτλος “Δάφνες στο ρινγκ”), με τον Τζον Γκάρφιλντ αγέρωχο και ανυπότακτο. Ο Ρόμπερτ Γουάιζ γυρίζει μια πολύ αξιοσημείωτη ταινία με τον Ρόμπερτ Ράιαν. Τα “Βασανισμένα κορμιά” (1949), μια ιστορία θάρρους και προσωπικής ηθικής, είναι σημείο αναφοράς. Την ίδια χρονιά ο Μαρκ Ρόμπσον παρουσιάζει τα “Φλογισμένα πάθη” (“Champion”) με τον Κερκ Ντάγκλας. Υπάρχει και μια ταινία που αγάπησα πολύ: το 1956 ο Ρόμπσον και πάλι γυρίζει το υπέροχο νουάρ “Έπεσαν σκληρά” (“The harder they fall”), με τους Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ και Ροντ Στάιγκερ.

ΧΑΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΧΕΡΙ
Το “Έπεσαν σκληρά” είναι ένα εξαιρετικό νουάρ με αθλητικούς ρεπόρτερ, στημένους αγώνες πυγμαχίας και έναν τύπο που αποφασίζει να ξεσκεπάσει τη βρομιά. Σπουδαία δουλειά σε όλα τα επίπεδα.
Ο Αρονόφσκι στον δικό του “Παλαιστή”, όπου όλα είναι στημένα και γνωστά, αφηγείται ένα μελόδραμα προσωπικής οδύνης και συντριβής. Μίκι Ρουρκ και Μαρίζα Τομέι παλεύουν στο ρινγκ της αμερικανικής κοινωνίας του θεάματος, της πλαστότητας και της παροχής ψεύτικων δεδομένων.
Παίζουν σ’ ένα ματς τελείως στημένο από το αμερικανικό “όνειρο” και τις επιπλοκές του. Είναι χαμένοι από χέρι και δεν έχει πλέον καμιά σημασία το ποιος θα πεθάνει και ποιος θα ζήσει. Οι ήρωες είναι συναισθηματικά νεκροί, απόβλητοι, με την τελευταία ελπίδα να κόβεται σαν μικρή και ασήμαντη τρίχα. Η μοίρα τους έχει προδιαγραφεί και η ντεσπεράντο βουτιά του τέλους, σε στιλ καμικάζι, τα λέει όλα ξεκάθαρα.

ΣΙΝΕΦΙΛ

ΡΕΚΒΙΕΜ ΓΙΑ ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ
(REQUIEM FOR A DREAM)
έγχρωμη, ΗΠΑ 2000, διάρκεια 99’

Σενάριο: Χέρμπερτ Σέλμπι Τζούνιορ από το ομώνυμο μυθιστόρημά του και Ντάρεν Αρονόφσκι

Σκηνοθεσία: Ντάρεν Αρονόφσκι

Παίζουν:  Έλεν Μπέρστιν, Σάρα Τζένιφερ Κόνελι, Τζάρεντ Λέτι

Διακρίσεις: Υποψηφιότητα της Έλεν Μπέρστιν για Όσκαρ

Διανομή: ODEON

Ευτυχισμένα συντρίμμια

Πολύκροτη ταινία που αγαπήθηκε πολύ. Η μουσική της (από τον Κλιντ Μανσέλ) παίζεται τακτικά σε δραματοποιημένες ειδήσεις και άλλες παρόμοιες περιστάσεις. Η φωτογραφία του Μάθιου Λίμπατικ είναι υπόδειγμα αισθητικής αντιστοίχισης εφιαλτικών οραμάτων.
Η προταθείσα για Όσκαρ Έλεν Μπέρστιν είναι συγκλονιστική.
Παρά τον ακαδημαϊσμό του λογοτεχνήματος, η ιστορία παρακάμπτει κάθε διδακτισμό και καταλήγει σε μια συνταρακτική αλληγορία για τα θρυμματισμένα κομμάτια ευτυχίας του περιβόητου αμερικανικού ονείρου.
Η απελπισία του νεαρού ζευγαριού και η έκπτωση της μαμάς, που εθίζεται στα ηρεμιστικά μπλεγμένη στα γρανάζια ενός τηλεοπτικού σόου, καθορίζουν και το μέτρο του τιμήματος.
Ο Αρονόφσκι, με μια υποδειγματική αφήγηση που πατά σθεναρά το ένα πόδι στον ακαδημαϊσμό και το άλλο στην κυριολεξία, απογειώνεται προς έναν ανθρωπισμό τελείως μοντέρνας διαχείρισης. Μη χάσετε το φιλμ.

 

 

Loader