Τελικά, ποιους πραγματικά ενοχλούν τα νόμιμα και τακτοποιημένα «τραπεζάκια έξω»;

Το να θέλεις να μπουν όρια στον δημόσιο χώρο θεωρείται σχεδόν… προσβολή σε ένα άτυπο καθεστώς εξυπηρετήσεων, ρουσφετιών και πελατειακών σχέσεων

Υπάρχει νόμος για τον δημόσιο χώρο. Σαφής, με όρια και μέτρα (με το υποδεκάμετρο, μάλιστα) που δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών. Κι όμως, στην πράξη, όλα αυτά πάνε περίπατο. Οι κανονιστικές αποφάσεις των δήμων, που προσπαθούν να βάλουν μια σειρά, βρίσκουν απέναντί τους όχι μόνο επαγγελματικά συμφέροντα αλλά και πολιτικές δυνάμεις που μπλοκάρουν τις αποφάσεις ευθέως ή διά της πλαγίας. Κι έτσι, εκεί που θα έπρεπε να μιλάμε για πόλεις φιλικές και ανθρώπινες, συνεχίζουμε να παλεύουμε με το χάος.

Η περίπτωση του Ευόσμου που αυτές τις ημέρες κυριαρχεί στην επικαιρότητα είναι χαρακτηριστική. Ο Δήμος επιχειρεί να επιβάλει ευταξία στην πλατεία, βάζοντας όρια στα τραπεζοκαθίσματα που απλώνονται ανεξέλεγκτα. Μιλάμε για τον πιο πολυσύχναστο δημόσιο χώρο της περιοχής, που είναι απρόσιτος για όσους δεν κάθονται σε καρέκλα καφετέριας. Κι αντί να στηριχθεί η προσπάθεια, είδαμε αντιδράσεις αρχικά κάποιους της συμπολίτευσης και πλέον ακόμα και από τη μείζονα αντιπολίτευση. Λες και το ζητούμενο δεν είναι η ισορροπία αλλά η διατήρηση του «έτσι τα βρήκαμε».

Δεν πρόκειται για 10 τραπέζια παραπάνω. Πρόκειται για την ίδια την έννοια του δημόσιου χώρου. Για το αν η πλατεία, το πεζοδρόμιο, ο δρόμος ανήκει σε όλους ή σε λίγους. Για το αν η μαμά με το καρότσι μπορεί να περάσει χωρίς να παρακαλέσει. Για το αν ο άνθρωπος με αναπηρία έχει δικαίωμα στην αξιοπρεπή μετακίνηση. Για το αν το παιδί θα βρει ελεύθερο χώρο να τρέξει. Αυτά είναι τα «κεκτημένα» που θίγονται, τα κεκτημένα όλων μας.

Αλλά οι πόλεις δεν ανήκουν σε λίγους. Οι πόλεις ανήκουν σε όλους. Ανήκουν στους πολλούς. Είναι των παιδιών που παίζουν κυνηγητό, των εφήβων που κάθονται σε ένα παγκάκι και συζητούν, των ηλικιωμένων που θέλουν να περπατήσουν χωρίς εμπόδια, των ανθρώπων με αναπηρία που αξίζουν πλήρη πρόσβαση, των εργαζόμενων που περνούν από την πλατεία για να πάρουν ανάσα. Αυτοί είναι οι πραγματικοί ιδιοκτήτες του δημόσιου χώρου.

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο Εύοσμος. Το βλέπουμε και σε άλλους δήμους. Δημοτικές αρχές που προσπαθούν να εφαρμόσουν το αυτονόητο, να σεβαστούν τον νόμο, να σεβαστούν τους πολίτες και την πόλη, βρίσκονται μόνες απέναντι σε θεούς και δαίμονες. Γιατί το να θέλεις να μπουν όρια στον δημόσιο χώρο θεωρείται σχεδόν… προσβολή σε ένα άτυπο καθεστώς εξυπηρετήσεων, ρουσφετιών και πελατειακών σχέσεων.

Η μεγάλη αντίδραση λοιπόν δεν αφορά τα μέτρα και τα τετραγωνικά. Αφορά την ίδια την κουλτούρα μας. Την Ελλάδα του «έλα μωρέ», του φραπέ (και του... Φραπέ) και του «κανονίζω εγώ, μη σε νοιάζει». Αφορά τη νοοτροπία που θεωρεί ότι ο νόμος είναι λάστιχο, ανάλογα με το ποιον γνωρίζεις και ποιον έχεις να σε καλύπτει.

Και στο τέλος της ημέρας, το ζήτημα δεν είναι νομικό. Είναι βαθιά πολιτικό και πολιτισμικό. Ο τρόπος που φερόμαστε στον δημόσιο χώρο δείχνει τον πολιτισμό μας. Ή θα συνεχίσουμε να ζούμε στο «έλα μωρέ» ή θα αποφασίσουμε ότι μας αξίζει μια πόλη με αισθητική, με δικαιώματα για όλους και με σεβασμό στο περιβάλλον και στον συνάνθρωπο.

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 21.09.2025