Στο μονοπάτι… της ανεξέλεγκτης ανόδου των τιμών που έχει χαράξει τα τελευταία 5 χρόνια συνεχίζει να βαδίζει, χωρίς παρεκκλίσεις, η αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης με το κέντρο της πόλης (3.700 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο κατά μέσο όρο με τα νεόδμητα στα «εξωγήινα» επίπεδα ακόμα και των 5.000 ευρώ ανά τ.μ., αλά… Μανχάταν), τη Νέα Παραλία (2.800 το τ.μ.) και την Καλαμαριά ( και την να δίνουν τον τόνο των αυξήσεων για όποιον να θέλει να κάνει… το τολμηρό βήμα, αποκτώντας τη δική του στέγη.
Η χρυσή τριάδα που προαναφέραμε πρωταγωνιστεί και στις τιμές των ενοικίων (24 ευρώ το τ.μ. στο κέντρο, 18 ευρώ το τ.μ. στη Νέα Παραλία, 16 ευρώ το τ.μ. στην Καλαμαριά).
Προσγειωμένες τιμές (αν και οι αυξήσεις… δεν κάνουν διακρίσεις) για όποιον θέλει να πραγματοποιήσει το στεγαστικό του όνειρο, αγοράζοντας το δικό του ακίνητο συναντάμε σε Μενεμένη, Αμπελόκηπους, Νεάπολη (1.600 ευρώ το τ.μ., 1.850 το τ.μ., 2.000 το τ.μ.). Στις ίδιες περιοχές συναντάμε και τις πιο προσιτές τιμές για μίσθωση κατοικίας.
«Η κτηματαγορά της Θεσσαλονίκης σταθερά συνεχίζει να διατηρεί την ανοδική πορεία της τελευταίας πενταετίας», σημειώνει στο emakedonia.gr ο Παναγιώτης Μερεκούλιας, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ορκωτών εκτιμητών VALUES, πολιτικός μηχανικός και πιστοποιημένος εκτιμητής.
Το… ιστορικό των αυξήσεων
Συγκεκριμένα, βάσει δεδομένων που προέκυψαν κατόπιν έρευνας της Merekoulias Values, οι τιμές ανά τετραγωνικό μέτρο ακολουθούν την εξής πορεία:
2020-2021: Στα χρόνια αυτά, η αγορά ακινήτων στη Θεσσαλονίκη άρχισε να δείχνει σημάδια ανάκαμψης. Οι τιμές για νεόδμητα διαμερίσματα στο κέντρο κυμαίνονταν κατά μέσο όρο μεταξύ 1.800 € και 2.200 € ανά τ.μ.
2022: Η ανοδική τάση εντάθηκε, με τις τιμές να αυξάνονται με πιο γρήγορους ρυθμούς. Ο μέσος όρος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης ανέβηκε σε περίπου 2.300 € - 2.600 € ανά τ.μ.
2023: Η αύξηση συνεχίστηκε με έντονο ρυθμό. Οι τιμές έφτασαν κατά μέσο όρο τα 2.600 € - 2.900 € ανά τ.μ.
2024: Η χρονιά αυτή χαρακτηρίστηκε από περαιτέρω αύξηση. Η μέση τιμή για νεόδμητα ακίνητα στον Δήμο Θεσσαλονίκης ξεπέρασε τα 3.000 € ανά τ.μ. Ειδικά για το κέντρο, η τιμή διαμορφώθηκε περίπου στα 2.800 € - 3.200 € ανά τ.μ.
2025 (μέχρι σήμερα): Η ανοδική πορεία συνεχίστηκε, με τη Θεσσαλονίκη να καταγράφει μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, η μέση τιμή στο κέντρο της Θεσσαλονίκης διαμορφώθηκε στα 2.875 € ανά τ.μ., με τις τιμές για ακίνητα υψηλών προδιαγραφών να ξεπερνούν κατά πολύ τα 4.000 €-5.000 €/τ.μ.
Ακολουθεί πίνακας ενδεικτικών τιμών οικιστικών ακινήτων
| Περιοχή | Τιμή πώλησης (€) | Τιμή μίσθωσης (€/τ.μ.) |
| Θεσσαλονίκη Κέντρο | 3.700,00 € | 24,00 € |
| Νέα Παραλία | 2.600,00 € | 18,00 € |
| Ντεπώ | 2.400,00 € | 13,00 € |
| Τούμπα | 2.550,00 € | 11,00 € |
| Τριανδρία | 2.350,00 € | 10,00 € |
| Φάληρο | 2.550,00 € | 15,00 € |
| Καλαμαριά | 2.800,00 € | 16,00 € |
| Πυλαία | 2.100,00 € | 10,00 € |
| Συκιές | 2.050,00 € | 10,00 € |
| Νεάπολη | 2.000,00 € | 9,00 € |
| Αμπελόκηποι | 1.850,00 € | 7,50 € |
| Μενεμένη | 1.600,00 € | 5,00 € |
Πώς να φύγεις από το πατρικό;
Σε ένα θολό στεγαστικό τοπίο, μετά τα 30 εγκαταλείπουν το πατρικό σπίτι οι Έλληνες σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, που επιβεβαιώνουν μία τάση που ξεκίνησε μετά την πανδημία, ως άμεση συνέπεια της ραγδαίας αύξησης του στεγαστικού κόστους, που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο φαίνεται να επιβαρύνει ιδιαίτερα τους νέους.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η χώρα μας κατατάσσεται τρίτη αναφορικά με τον μέσο όρο ηλικίας αποχώρησης από το πατρικό σπίτι, στα 30,7 έτη σύμφωνα με τα στοιχεία του 2024, πίσω από την Κροατία (31,3 έτη) και τη Σλοβακία (30,9 έτη).
Αντίθετα, οι Φινλανδοί (21,4 έτη), οι Δανοί (21,7 έτη) και οι Σουηδοί (21,9 έτη) έχουν τους χαμηλότερους μέσους όρους. Παρότι οι Έλληνες παραδοσιακά αποχωρούν αργότερα από το πατρικό σε σύγκριση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, η διαφορά αυτή διευρύνθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και ειδικά από το 2020, έτος κατά το οποίο επιδεινώθηκε συνολικά το στεγαστικό πρόβλημα.
Η Ελλάδα σήμερα παρουσιάζει, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που δαπανούν τουλάχιστον το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγη, παρά το σχετικά υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης.
Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν πως σχεδόν ένας στους τρεις Ελληνες (30,3%) δαπανά πάνω από το 40% του εισοδήματός του για το σπίτι, έναντι μόλις 8,2% στην Ε.Ε. Ακολουθούν στενά οι Δανοί (28,9%) με σημαντική διαφορά από τις υπόλοιπες χώρες, όπως η Ολλανδία (15,3%), η Γερμανία (14,8%) και η Σουηδία (13,5%). Αντίθετα, η Κροατία (2,1%), η Κύπρος (2,8%) και η Σλοβενία (3%) καταγράφουν τα χαμηλότερα ποσοστά.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σε 16 από τις 27 χώρες της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, οι νέοι έως 29 ετών επιβαρύνονται περισσότερο από το κόστος της στέγης σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημά τους.
Μόνο η αύξηση της προσφοράς θα δώσει λύσεις
Μόνο η γενναία ενίσχυση της προσφοράς κατοικίας (από εκεί ξεκινά το πρόβλημα) με αξιοποίηση ακινήτων και οικοπέδων του Δημοσίου (με ή χωρίς συνεργασία με ιδιώτες) που αραχνιάζουν και ριζοσπαστικές παρεμβάσεις προσανατολισμένες στην ανάπτυξη του μοντέλου της κοινωνικής κατοικίας (διάθεση σπιτιών σε ευάλωτα κοινωνικά στρώματα με χαμηλό ενοίκιο), θα ρίξει σπίτια στην αγορά, διορθώνοντας την ανισορροπία με κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση ήδη να δρομολογούνται αλλά δεν αναμένεται άμεσο αποτέλεσμα.
Απαιτείται χρόνος που δεν υπάρχει για να χτιστούν νέα σπίτια ή να αξιοποιηθούν (αφού ανακαινιστούν) υπάρχοντα, με την οξεία στεγαστική κρίση να γιγαντώνεται κάθε μέρα που περνάει.