Το δημοψήφισμα του 2015 και τριπλό στοίχημα του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πορεία προς την κάλπη. Γράφει ο Μποξέρ*

Όποια δημοσκόπηση και αν δει κανείς εσχάτως, ο πρώτος είναι δεδομένος. Και αναζητείται ο δεύτερος…

klei-1.jpg?v=0

Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015 θα το θυμούνται σίγουρα όλοι. Αν και το ερώτημα ήταν αν θα πρέπει να γίνει αποδεκτή η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη σωτηρία της Ελλάδας, το δίλημμα τελικά ήταν για πολλούς ΝΑΙ ή ΌΧΙ στην Ευρώπη. Εν μέρει αυτή η εκτίμηση μπορεί και να στέκει, αν και το ΌΧΙ στηρίχθηκε και σε πολύ συγκυριακά γεγονότα εκείνης της περιόδου. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν να υπερισχύσει το ‘ΟΧΙ με 61,3% έναντι του ΝΑΙ που συγκέντρωσε το 38,7%.

Τα λέμε όλα αυτά γιατί αυτό το νούμερο, δηλαδή περίπου το 39%, είναι αυτό που κοιτούν με προσοχή το τελευταίο διάστημα η ΝΔ και το Μέγαρο Μαξίμου. Υλοποιώντας μια προσπάθεια διεμβολισμού του ΠΑΣΟΚ, έτσι ώστε να έρθει στην κάλπη της ΝΔ το συντριπτικό ποσοστό που ψήφισε ΝΑΙ το 2015.

Στο Μέγαρο Μαξίμου αξιοποιούν τα νέα δεδομένα που δημιουργούνται σε σχέση με την τραγωδία των Τεμπών μετά το πόρισμα του ΕΜΠ, κάτι που είναι σαφές και στην στρατηγική που ακολουθείται. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Παύλος Μαρινάκης, αλλά και άλλα στελέχη της ΝΔ τις τελευταίες ημέρες, φέρνουν συστηματικά σε αντιδιαστολή το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου, που την περίοδο 2012 έως 2015 μετείχε στην κυβέρνηση συνεργασίας με τη ΝΔ υπό τον Αντώνη Σαμαρά. Χαρακτηριστική είναι και η αποστροφή του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι «το ΠΑΣΟΚ των προηγούμενων ετών ήταν ένα κόμμα που παρά τις πολλές μας πολιτικές διαφορές στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων στα μεγάλα και συνέβαλε μαζί με την ΝΔ στο να κρατηθεί η χώρα μας στην Ευρώπη». Με την τελική εκτίμηση από τη μεριά της ΝΔ να είναι ότι το «ΠΑΣΟΚ του κυρίου Ανδρουλάκη δυστυχώς συνέπραξε με τις πιο ακραίες φωνές του λαϊκισμού» να είναι ενδεικτική.

Στη ΝΔ πολλοί υποστηρίζουν ότι αν το κόμμα συγκεντρώσει το 90% του μετώπου που το 2015 ψήφισε ΝΑΙ είναι εφικτός ο στόχος το επόμενο διάστημα να υπερβεί με σαφήνεια το φράγμα του 30%, ένα νούμερο που η ΝΔ το έχει συγκεντρώσει στις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Και να διεκδικήσει στις εθνικές εκλογές του 2027 την αυτοδυναμία. Για αυτό και θα δούμε το επόμενο διάστημα συνεχείς προσπάθειες κριτικής -και έντονες μάλιστα- απέναντι στον Νίκο Ανδρουλάκη και στην τακτική που ακολουθεί.

Την ίδια στιγμή η κυβερνητική προσπάθεια διαχείρισης της υπόθεσης των Τεμπών θα συνεχιστεί. Και αυτό γιατί η υπόθεση της τραγωδίας θα βρεθεί και πάλι στο προσκήνιο της πολιτικής επικαιρότητας, καθώς αναμένεται να δρομολογηθούν τις επόμενες ημέρες οι διαδικασίες για την παραπομπή του Κώστα Καραμανλή στο δικαστικό συμβούλιο για την κατηγορία του πλημμελήματος. Η γραμμή του Μεγάρου Μαξίμου, που θα επιδιώξει με παράλληλες πρωτοβουλίες η πολιτική ατζέντα να μην κυριαρχηθεί απόλυτα από το θέμα των Τεμπών, θα είναι η παραδοχή ότι και λάθη και παραλείψεις έγιναν σε σχέση με την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και ότι η ΝΔ και η κυβέρνηση αναλαμβάνει το μερίδιο της ευθύνης που της αναλογεί. Όμως θα επισημαίνεται σταθερά ότι την τελευταία διετία τα κόμματα της αντιπολίτευσης επένδυσαν σε έωλες θεωρίες συνωμοσίας, που πλέον καταρρίπτονται από τους ειδικούς.

Δεν θα είναι εύκολο αυτό το αφήγημα. Δεν θα είναι εύκολο γιατί δύσκολα οι άνθρωποι αρνούνται να μετακινηθούν από τις παγιωμένες πεποιθήσεις τους, παραπέμποντας και στον Νίτσε που έλεγε ότι «ο μεγαλύτερος εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμα, αλλά οι πεποιθήσεις». Και οι άνθρωποι ως γνωστόν ακόμα και όταν οι πεποιθήσεις τους αμφισβητούνται από πλήθος γεγονότων και αποδείξεων αναζητούν επιχειρήματα που να τεκμηριώνουν τις απόψεις που είχαν στο παρελθόν. Δεν αλλάζουν εύκολα και δύσκολα παραδέχονται το λάθος τους. Είναι δύσκολο δηλαδή να αλλάξει η πεποίθηση και η συμπεριφορά ανθρώπων που κατέβηκαν στις μεγάλες κινητοποιήσεις του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου μιλώντας για συγκάλυψη και ζητώντας δικαιοσύνη. Με αυτή την έννοια το εγχείρημα θα μπορέσει να έχει επιτυχία για τη ΝΔ μόνο αν καταφέρει να κρατήσει τις ισορροπίες. Ασκώντας ως ένα σημείο κριτική στην αντιπολίτευση για τις θεωρίες συνωμοσίας που υποστήριξε φανατικά, αλλά και κοιτώντας με προσοχή προς τους πιο ψύχραιμους ψηφοφόρους που μπορεί στην αρχή να τάχθηκαν με τη λογική της συγκάλυψης και με τα τελευταία πορίσματα να αλλάζουν γνώμη, όμως σήμερα εξακολουθούν να ζητούν μια καλύτερη ασφάλεια στον ελληνικό σιδηρόδρομο. Η κυβέρνηση λοιπόν πρέπει να αναγνωρίσει τις ευθύνες της και να τρέξει με χίλια το βασικό στοίχημα. Που είναι ένας σύγχρονος και ασφαλής σιδηρόδρομος.

Κυβέρνηση και ΝΔ έχουν να αντιμετωπίσουν σε επίπεδο πολιτικού σκηνικού ουκ ολίγα ζητήματα. Όπως δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις που έχουν φτάσει στο Μέγαρο Μαξίμου και δημοσιεύτηκαν χθες σε κυριακάτικα φύλλα, είναι πολύ ενδιαφέρον ο χάρτης των διαρροών που εμφανίζει το κυβερνητικό κόμμα. Ένα σημαντικό κομμάτι, που φτάνει το 9,2%, είναι οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι της ΝΔ, δηλαδή αυτοί που την ψήφισαν το 2023 και σήμερα έχουν αποστασιοποιηθεί, αλλά δεν έχουν πάει αλλού. Αυτό αποτελεί ένα 4% του εκλογικού σώματος που δεν έχει περάσει ακόμα στην απέναντι από την κυβερνητική όχθη. Ένα κρίσιμο σημείο λοιπόν είναι το πώς η κυβέρνηση θα μπορέσει να τους επαναπροσεγγίσει και να τους πείσει. Εδώ η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι αυτό μπορεί να συμβεί με την ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων, καθώς πρόκειται για μερίδα ψηφοφόρων που θεωρούνται ψαγμένοι και απαιτητικοί

Την ίδια στιγμή αυτό που κάνει δύσκολο το εγχείρημα της αύξησης των ποσοστών της ΝΔ είναι ότι οι διαρροές της είναι και προς τα δεξιά και προς τα αριστερά. Για την ακρίβεια η κυβέρνηση έχει διαρροές της τάξης του 4% προς τον Κυριάκο Βελόπουλο και του 4,5% προς τη Φωνή Λογικής. Την ίδια στιγμή χάνει προς το ΠΑΣΟΚ 6,3% και προς την Πλεύση Ελευθερίας 5,5%. Δηλαδή προς την Κεντροδεξιά οι απώλειες φθάνουν στο 8,5% και προς στην Κεντροαριστερά στο 11,8%. Από το πώς θα καταφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να περπατήσει επάνω σε αυτό το τεντωμένο σκοινί, έτσι ώστε να κερδίσει και από τις τρεις πλευρές, θα κριθεί εν πολλοίς η αυτοδυναμία στις επόμενες εθνικές εκλογές. Είναι κάτι σα να θέλεις να τριχοτομήσεις τον κύκλο. Γιατί όποια δημοσκόπηση και αν δει κανείς εσχάτως, ο πρώτος είναι δεδομένος. Και αναζητείται ο δεύτερος…

Τελειώνοντας μια φράση μόνο για τον Αντώνη Σαμαρά. Είναι πραγματικά να απορεί κανείς το πως αυτά που έχουν γίνει τα τελευταία 6 χρόνια στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης κριτικάρονται από τον πρώην πρωθυπουργό με τη φράση «Η Ελλάδα βρίσκεται στο περιθώριο. Παντελώς απούσα». Να διαφωνείς ναι, αλλά να βλέπεις και το τί γίνεται…

*Ένας Αθηναίος ΄που ζει στη Θεσσαλονίκη

Loader