Αναφέρομαι στην παρουσία των Κυριάκου Μητσοτάκη και Νίκου Ανδρουλάκη στη Θεσσαλονίκη. Απέφυγαν ο ένας τον άλλον όπως «ο διάολος το λιβάνι». Στην εξέδρα των επισήμων, την ημέρα της μεγάλης παρέλασης, φρόντισαν να μην ανταλλάξουν ούτε καν ένα βλέμμα. Και βρίσκονταν σε έναν χώρο ελάχιστων τετραγωνικών μέτρων.
Προφανώς, αυτή η κακή προσωπική σχέση των δύο θεσμικών παραγόντων, δεν προμηνύει τίποτα το θετικό. Να μη συμφωνούν, το καταλαβαίνω. Αλλά να μην ανταλλάσσουν ούτε μία χειραψία χρονιάρα μέρα, αυτό είναι προβληματικό για την πολιτική ζωή της πατρίδας μας.
Δεν θα αναζητήσω ευθύνες γι’ αυτήν την κατάσταση. Δικαιολογημένα, ο Ν. Ανδρουλάκης θα επικαλεστεί ότι υπήρξε θύμα υποκλοπής, αλλά οι κακές προσωπικές σχέσεις προϋπήρχαν, καθώς ο ηγέτης του ΠΑΣΟΚ ουδέποτε ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του πρωθυπουργού για μία έστω εθιμοτυπική συνάντησή τους ευθύς ως εκλέχτηκε στην ηγεσία του Κινήματος. Πρόσκληση που προηγήθηκε της υπόθεσης των υποκλοπών.
Σήμερα, ο Νίκος Ανδρουλάκης, πιεζόμενος από την εσωκομματική αντιπολίτευση, τηρεί επιθετική στάση απέναντι στην κυβέρνηση και, φυσικά, απέναντι στον πρωθυπουργό. Και αυτή η κατάσταση έτσι θα πάει, ασχέτως αν τελικά θα αποφέρει πολιτικά κέρδη στο ΠΑΣΟΚ.
Εκείνο το οποίο είναι σίγουρο, είναι πως η οποιαδήποτε σκέψη για μετεκλογική συνεργασία μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ ακούγεται ως εξωπραγματική. Δεν είναι μόνο το ΠΑΣΟΚ που δεν την επιθυμεί. Ούτε και η Νέα Δημοκρατία τη θέλει. Και πού θα στραφεί αν και στις δεύτερες εκλογές δεν κατακτήσει την αυτοδυναμία;
Υποθέτω -διότι μόνον υποθέσεις κάνουμε- πως θα επιδιώξει συνεργασία με ένα μικρό κόμμα της δεξιάς. Δεν θα έχει κανέναν λόγο να εμπλακεί σε διαπραγματεύσεις με το ΠΑΣΟΚ μέσα στις οποίες θα υπάρχει και ο όρος για πρωθυπουργό κοινής αποδοχής. Η ζωή έχει αποδείξει πως τα μικρά κόμματα είναι πολύ βολικοί κυβερνητικοί εταίροι.
Όλα αυτά γράφονται με βάση τα σημερινά δεδομένα, τα οποία όλα δείχνουν πως δεν θα ισχύουν για πολύ ακόμη. Το κόμμα Τσίπρα θα ανατρέψει όλο το σκηνικό στον χώρο της αντιπολίτευσης και τα θραύσματα θα πιάσουν και το ΠΑΣΟΚ.
Το πόσο μεγάλη θα είναι η ζημία που θα υποστεί, θα καθορίσει και το μέλλον του Ν. Ανδρουλάκη. Ήδη η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζει συμπτώματα εσωστρέφειας λόγω των χαμηλών δημοσκοπικών πτήσεων. Αν υποστεί υπολογίσιμες απώλειες και από το κόμμα του Αλ. Τσίπρα, τότε η κατάσταση στο εσωτερικό της θα γίνει ακόμα πιο περίπλοκη.
Επανερχόμενος στις ανύπαρκτες σχέσεις Μητσοτάκη-Ανδρουλάκη να υπενθυμίσω πως ουδέποτε οι αρχηγοί αυτών των δύο ιστορικών κομμάτων είχαν έστω υποφερτές σχέσεις από το 1981 ως και τη συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου.
Πάντοτε η ένταση και η οξύτητα που υπήρχε στο πολιτικό σκηνικό επηρέαζε και αυτές τις σχέσεις, και στην περίπτωση του Ανδρέα Παπανδρέου με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη η μεταξύ τους εχθρότητα, που ερχόταν από τα παλιά, όξυνε και άλλο το ήδη διχαστικό κλίμα.
Ίσως η περίπτωση της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά να ήταν μία εξαίρεση, καθώς κράτησε την επαφή της, προσωπική και πολιτική, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε ανεκτά επίπεδα.
Σήμερα, αν ήθελα να χαρακτηρίσω τη σχέση Ανδρουλάκη-Μητσοτάκη, όπως φάνηκε από την παρουσία τους στη Θεσσαλονίκη, θα έβαζα τίτλο «δύο ξένοι στην ίδια πόλη».