
Η είδησητην οποία αποκάλυψε πριν από μερικές ημέρες το emakedonia.gr ότι στο «Ολύμπιον» στο οποίο λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια cafe bar restaurant θα εγκατασταθεί κατάστημα της αλυσίδας McDonald’s, έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις. Λογικό. Το Ολύμπιον είναι ένα από τα πιο γνωστά glamour στέκια της πόλης και κουβαλά κι αυτό ένα μικρό μέρος της σύγχρονης ιστορίας της, καθώς έχει το προνόμιο να βρίσκεται στην πλέον εμβληματική πλατεία της Θεσσαλονίκης από τις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ίσως γι’ αυτό οι συζητήσεις έχουν τόση φόρτιση, διότι, κατά τα άλλα, το αμερικάνικο ταχυφαγείο δεν είναι η πρώτη ξένη αλυσίδα που μολύνει την Αριστοτέλους. Προϋπήρξαν άλλες. Όμως έτσι συμβαίνει συνήθως. Με την πάροδο των χρόνων πολλά, λιγότερο ή περισσότερο σπουδαία τοπόσημα της Θεσσαλονίκης χάνονται και αντικαθίστανται από άλλα. Άλλωστε, και η σημερινή εικόνα της πλατείας Αριστοτέλους ελάχιστη σχέση έχει με εκείνη της δεκαετίας του ’50 και του ’60 όπου τον τόνο έδιναν οι θερινοί κινηματογράφοι.
Πόσοι κινηματογράφοι, αλήθεια, δεν μετατράπηκαν σε σούπερ μάρκετ τις τελευταίες δεκαετίες μετά την επέλαση των video club και εν συνεχεία της συνδρομητικής τηλεόρασης και του Netflix παραδίδοντας τη σκυτάλη στους αμερικανόφερτους πολυκινηματογράφους; Τα Ηλύσια, ο Ελλήσποντος, το Αχίλλειον, το Ριβολί, ο Έσπερος, τα Κυβέλεια, ο Αίας, το Ίλιον, αλλά και προπολεμικά Τα Ολύμπια, η Αίγλη, το Πάνθεον, τα Διονύσια...
Αλλά δεν είναι μόνον οι κινηματογράφοι. Ποιος θυμάται σήμερα τον θρυλικό Κρικέλα ή το Μακεδονικό στα Κάστρα, το Φλου στη Φιλικής Εταιρείας, το ξενοδοχείο Μεντιτερανέ στην παραλία, τον Κλαουδάτο στην Ερμού, τον Καρύδα με το περιστρεφόμενο γοβάκι και τη Δορκάδα στην Εγνατία.
Οι αιτίες «θανάτου» όλων αυτών ποικίλουν. Η τεχνολογική εξέλιξη, λόγοι προσωπικοί ή οικονομικοί, όπως εν προκειμένω στο Ολύμπιον. Στην προσφορά των McDonald’s δεν είναι εύκολο να αντισταθεί κανείς ιδιοκτήτης ακινήτου.
Κάθε εποχή έχει τη δική της κουλτούρα, τις δικές της (καταναλωτικές) συνήθειες, είναι μάταιο να προσπαθεί κανείς να πάει κόντρα σ’ αυτά. Εκτός αυτού, η Θεσσαλονίκη δεν κινδυνεύει από τέτοιους εισβολείς. Η απαράμιλλη τοπική κουζίνα της, τα φαστφουντάδικα, το σουβλάκι, η πίτα γύρος, το κουλούρι, η μπουγάτσα, είναι όπλα ακαταμάχητα.
Βεβαίως, το πρόβλημα με το «Ολύμπιον» δεν αφορά τη γαστρονομία. Η μάχη του «Ο» απέναντι στο «Μ» έχει να κάνει πρωτίστως με την αισθητική και τους συμβολισμούς. Από τη μ’ια η διακριτικότητα, η αυστηρή αρχιτεκτονική ταυτότητα, ο πολιτισμός (δίπλα ακριβώς είναι η έδρα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου) και από την άλλη η ισοπεδωτική, φανταχτερή παγκοσμιοποιημένη καταναλωτική κουλτούρα.
Εκείνο που έχει τώρα σημασία είναι να προστατευτεί η φυσιογνωμία της ιστορικής πλατείας. Το τι επιτρέπεται και τι όχι από τα καταστήματα είναι σαφέστατα προσδιορισμένο στην κανονιστική διάταξη που διέπει το καθεστώς λειτουργίας όλων αυτών των επιχειρήσεων που φιλοξενούνται στην πλατεία και στον άξονα της Αριστοτέλους. Ευθύνη του Δήμου είναι να ελέγχει διαρκώς και αυστηρά την τήρηση των κανόνων, όχι μόνο στα McDonald’s, αλλά σε όλες τις επιχειρήσεις, εμπορικές, εστίασης, ψυχαγωγίας.
Κι ας παρηγορηθούμε με τη σκέψη πως ό,τι πεθαίνει σήμερα, αύριο μπορεί να ξαναγεννηθεί, όταν θα ’ρθει (αν ποτέ θα ’ρθει) το πλήρωμα του χρόνου. Όταν θα έχουμε κορεστεί και θα ’χουμε βαρεθεί αυτά τα νέα ρεύματα και θα νιώσουμε την ανάγκη να στραφούμε εκ νέου, με νοσταλγική διάθεση στις παλιές καλές μας συνήθειες, στα παλιά μας στέκια. Κάπως έτσι δεν επέστρεψαν στη ζωή της πόλης, έπειτα πολλά χρόνια στο σκοτάδι το «Όλυμπος Νάουσα», το «Ντορέ», η αγορά «Μοδιάνο», το «Μακεδονία Παλάς» και τόσα άλλα;