19 47

Δεν είναι ο σεισμός το μόνο κακό που βρήκε τη Μιανμάρ. Εδώ και χρόνια, η χώρα πλήττεται από πολιτικές αναταράξεις, εμφύλιες συγκρούσεις και φυσικά αβάσταχτη φτώχεια. Στα δυτικά της Ινδοκίνας, δίπλα στο Μπανγκλαντές, λίγο Ινδοκίνα, λίγο Ινδία, κάτι που αποτυπώνεται και στα φυλετικά χαρακτηριστικά των κατοίκων. Και εκεί, στα δυτικά κυρίως, κατοικεί ο λαός των Ροχίγκια, αυτός που βρίσκεται στο στόχαστρο των κατά καιρούς δικτατοριών αλλά και των υπόλοιπων αυτοχθόνων. Στην περιοχή τους, ο Εγκέλαδος συμπλήρωσε μία εθνοκάθαρση, η οποία ξεκίνησε από το 1978 και κατά καιρούς γνώρισε εξάρσεις, όπως αυτές του 2016 και 2017. Ήταν τότε, που σύμφωνα με τις επίσημες καταγραφές, 624.000 Ροχίγκια εξωθήθηκαν στο γειτονικό Μπαγκλαντές, προκειμένου να γλιτώσουν τις σφαγές, όχι μόνον από τα εκάστοτε δικτατορικά καθεστώτα, αλλά και από μία δημοκρατία που δεν απάλειψε το μίσος. Φυσικά, ο λόγος είναι ότι πρόκειται για μουσουλμανικούς πληθυσμούς, με ελάχιστες εξαιρέσεις ινδουϊσμού. Και από την άλλη πλευρά, ανατολικότερα, στη δεύτερη πληθυσμιακά πόλη μετά την πρωτεύουσα Γιανγκόν, βρίσκεται το Μάντελεϊ. Κοντά του η γειτονική λίμνη Ίνλε, όπου ο σεισμός βρήκε εγκατεστημένο το επίκεντρό του.

Αν θα μπορούσε να μιλήσει κάποιος για τουρισμό στη δύστυχη Μιανμάρ, τότε η συγκεκριμένη λίμνη και η γειτονική πόλη των 1.200.000 κατοίκων είναι το ένα από τα δύο -και μοναδικά- αξιοθέατα, τα οποία διαθέτει. Βέβαια, η λέξη τουρισμός θεωρητικά συνοδεύεται από άνετη πρόσβαση στη χώρα, δυνατότητα εσωτερικών μετακινήσεων και παροχή στοιχειωδών υπηρεσιών. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει για τη Μιανμάρ. Ένα μόνο πέρασμα από την Ταϊλάνδη, στον δρόμο της κινηματογραφημένης γέφυρας του ποταμού Κβάι. Μάλιστα, κατά περιόδους, κλείνει και αυτό. Ο κινηματογράφος μας σύστησε την περιοχή στα χρόνια του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου, όταν η Βιρμανία (αυτή ήταν η ονομασία της τότε) εξαντλούσε τη σκληρότητά της εναντίον Αυστραλών και Βρετανών, πολεμώντας στο πλευρό των Ιαπώνων. Με τόσα που υπέστη η Μιανμάρ στα χρόνια της βρετανικής αποικιοκρατίας, ουσιαστικά ως το 1939, δεν είναι ν’ απορεί κάποιος για την αντίδραση.

Ώσπου εμφανίστηκε ο εθνικός ήρωας, αεροπόρος Αούγκ Σαν, ο οποίος «προπονήθηκε» στα γιαπωνέζικα στρατεύματα, ίδρυσε το 1941 τον εθνικό στρατό της Βιρμανίας, βάδισε προς τη χώρα του, ώσπου αντιλήφθηκε ποιος θα ήταν ο νικητής του πολέμου, και γύρισε υπέρ των Βρετανών, προκειμένου η τότε Βιρμανία, το 1947, να κερδίσει την ανεξαρτησία της. Ο ίδιος ηγήθηκε ενός σοσιαλιστικού κόμματος και κυβέρνησε, όσο ν’ αρχίσει ο χορός των δικτατοριών, το 1950. Τα βάσανα της πατρίδας του δεν σταμάτησαν εκεί, φθάνοντας ως τις μέρες μας.