Θεσσαλονίκη: Γιατί ξεκίνησε… απότομα δίαιτα η εστίαση - Ο χαμένος τζίρος των 30 εκατ. ευρώ, το οξυγόνο της ΔΕΘ και ο κίνδυνος για 1.000 λουκέτα

Θεσσαλονικείς και τουρίστες τρώνε λιγότερο έξω, εφαρμόζοντας αυστηρή... λιτότητα στα έξοδα - Το ψυχρό καλοκαίρι, το παγωμένο φθινόπωρο και οι προκλήσεις

Καθόλου… χαλαρά δε βγαίνουν πλέον οι Θεσσαλονικείς και οι τουρίστες για φαγητό με την εστίαση στην πόλη να βιώνει μία περίοδο ακραίας δοκιμασίας με τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις να κόβουν πέρα από την… όρεξη και τζίρο σχεδόν 30 εκατ. ευρώ φέτος (σε σχέση με το 2024), σκορπώντας ανασφάλεια στους επαγγελματίες.

Μετά από ένα «κακό» και παγωμένο για τους τζίρους καλοκαίρι (αδιανόητο για… νορμάλ περιόδους να δεινοπαθούν τα ταμεία το συγκεκριμένο διάστημα), οι ελπίδες των επιχειρηματιών στρέφονται στη ΔΕΘ η οποία τροφοδοτεί με 100 εκατ. ευρώ το οικονομικό οικοσύστημα της πόλης, αποδίδοντας σύμφωνα με εκτιμήσεις 10 εκατ. στα ταμεία των μαγαζιών εστίασης. Μετά τη ΔΕΘ έρχεται όμως το φθινόπωρο που με τα τωρινά δεδομένα δεν προμηνύει καλά… μαντάτα.

Ντελίβερι – έξοδος σε ταβέρνα 1-0

Πάντως η ακρίβεια (που στρέφει την κίνηση σε ταχυφαγεία, σούπερ μάρκετ και γενικώς… μαγείρεμα ή ντελίβερι ενώ και οι τουρίστες δεν… σκορπούν ανέμελα χρήματα), η αύξηση στις τιμές του ρεύματος και στο κόστος πρώτων υλών, οι προκλήσεις που έχει φέρει η ψηφιακή κάρτα εργασίας, τα αυξημένα ενοίκια και τα φορολογικά βάρη, βάζουν τα μαγαζιά στα σχοινιά με πολλές μάχες… επιβίωσης να δίνονται το φθινόπωρο.

Σε κάθε περίπτωση, πολλές φορές οι τρελές αυξήσεις στις τιμές για ένα γεύμα (που δεν δικαιολογούνται πάντα από τις αυξήσεις στα κόστη) ειδικά αν μιλάμε για οικογένεια και οι μερίδες για… σπουργίτια που σερβίρει μερίδα καταστημάτων (σε μία προσπάθεια να ρίξει ακόμα παραπάνω το κόστος) διώχνουν κόσμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η ανεξέλεγκτη άνοδος σε τιμές και κόστη δεν σφίγγει τον κλοιό στα μαγαζιά.

Επιπλέον, η υπερπληθώρα καταστημάτων εστίασης (σε κάθε γωνιά της πόλης ξεπηδά ένα καφέ που λίγο αργότερα συνήθως κλείνει, με τον φαύλο κύκλο των λουκέτων να πολλαπλασιάζεται) πιέζει ακόμα περισσότερο τους τζίρους με μερίδα επαγγελματιών να... βγαίνει εκτός αγοράς μη μπορώντας να αντιμετωπίσει με αξιώσεις τον ανταγωνισμό.

Ο κατήφορος

Ο κλάδος της εστίασης φαίνεται ότι εισέρχεται σε φάση ταχείας συρρίκνωσης καθώς η ακρίβεια διαρκείας αναγκάζει τόσο τους Έλληνες όσο και τους τουρίστες να περιορίσουν τις εξόδους τους, εφαρμόζοντας μίνι… εθελοντικά μνημόνια στους προϋπολογισμούς τους.

Στο πλαίσιο αυτό, ο τζίρος στην εστίαση σημείωσε «βουτιά» το δεύτερο τρίμηνο του 2025, φαινόμενο που σύμφωνα με τους παράγοντες της αγοράς οφείλεται στη μείωση της εξόδου για φαγητό τόσο από τα νοικοκυριά στην Ελλάδα όσο και από τους ξένους επισκέπτες, οι οποίοι επιλέγουν την κατανάλωση των γευμάτων εντός των τουριστικών καταλυμάτων, ξενοδοχείων ή ενοικιαζόμενων δωματίων και καταλυμάτων τύπου Airbnb.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου των Υπηρεσιών Εστίασης, ο κύκλος εργασιών το δεύτερο τρίμηνο 2025 ανήλθε σε 2.729.441 χιλ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 2,6% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο 2024, όπου είχε ανέλθει σε 2.803.317 χιλ. ευρώ. Στη Θεσσαλονίκη η κατρακύλα στον τζίρο άγγιξε το 5,2% (μεγαλύτερη πτώση δηλαδή σε σχέση με το πανελλαδικό ποσοστό).

Ελεύθερη πτώση χωρίς… αλεξίπτωτο

Στο δεύτερο τρίμηνο του 2025 ο τζίρος των επιχειρήσεων εστίασης στη Θεσσαλονίκη «έγραψε» 218,7 εκατ. ευρώ, έναντι 230,6 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Σωρευτικά, σύμφωνα με τα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ και τις αναφορές εκπροσώπων του κλάδου, εκτιμάται πως για όλη τη χρονιά έως σήμερα οι ανατιμήσεις και η οικονομική στενότητα των πολιτών έχουν «καταπιεί» από τα ταμεία των επιχειρήσεων εστίασης της πόλης πάνω από 27 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2024 (12 εκατ. μείωση τζίρου το δεύτερο τρίμηνο που έρχεται να προστεθεί σε μείωση τζίρου 15 εκατ. το πρώτο τρίμηνο).

Τα στοιχεία δείχνουν ότι λόγω της ακρίβειας οι καταναλωτές περιορίζουν τις εξόδους τους και προτιμούν τη διατροφή κατ’ οίκον. Οι τουρίστες πλέον ψωνίζουν από τα σουπερμάρκετ και μαγειρεύουν στο ενοικιαζόμενο διαμέρισμα ενώ οι Θεσσαλονικείς κόβουν ή περιορίζουν δραστικά ακόμα και το… παραδοσιακό ταβερνάκι προτιμώντας να πάρουν ένα γύρο στο χέρι, εξοικονομώντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό.

Ακόμα και με τις μεγάλες αυξήσεις στα πιτόγυρα (σε κάποιες περιπτώσεις η τιμή ξεπερνά και τα 5 ευρώ), το fast food βγαίνει πολύ πιο οικονομικά σε ένα νοικοκυριό σε σύγκριση με την έξοδο σε μία ταβέρνα.

Υπό αυτό το πρίσμα, έντονος είναι ο προβληματισμός στην εστίαση της πόλης με το καλοκαίρι (από τις πιο «δυνατές» περιόδους της χρονιάς για τα μαγαζιά) να μην αποχαιρετά με τις καλύτερες εντυπώσεις, την ώρα που το φθινόπωρο που σήμερα κάνει πρεμιέρα και ο χειμώνας που έρχονται ήδη «μαζεύουν» μαύρα σύννεφα για έναν κλάδο άρρηκτα συνδεδεμένο με την καθημερινότητα των Ελλήνων, πόσω μάλλον Θεσσαλονικέων.

«Οι συνήθειες των πελατών αλλάζουν» - Ανάσες από τη ΔΕΘ, καμπανάκι για λουκέτα

«Οι συνήθειες των καταναλωτών (Ελλήνων και τουριστών) αλλάζουν ραγδαία λόγω των ανατιμήσεων, πλέον ευνοούνται τα ταχυφαγεία και τα σούπερ μάρκετ, ο κόσμος κόβει τα έξοδά του, δεν έχει να ξοδέψει όπως παλιά, θα προτιμήσει να φάει ένα μεγάλο σάντουιτς ή να μαγειρέψει στο Airbnb παρά να κάτσει σε ταβέρνα. Η ακρίβεια και η αύξηση του λειτουργικού κόστους μας πιέζoυν αφόρητα. Χάθηκε τζίρος σχεδόν 30 εκατ. το 2025 έως σήμερα, οι αφίξεις και οι κρατήσεις στα καταλύματα μπορεί να αυξάνονται αλλά τα έσοδα των επιχειρήσεων εστίασης πέφτουν, αυτό αφορά όλο το νομό Θεσσαλονίκης. Από εδώ και πέρα ελπίζουμε στη ΔΕΘ που αφήνει πέριξ των 10 εκατ. ευρώ στο τζίρο της εστίασης, είμαστε ικανοποιημένοι που η Έκθεση θα παραμείνει στο κέντρο», σημειώνει στο emakedonia.gr ο Μιχάλης Επιτροπίδης, πρόεδρος του Συλλόγου Εστιατόρων-Ψητοπωλών και Καφέ Μπαρ Νομού Θεσσαλονίκης, εκπέμποντας σήματα κινδύνου.

«Οι επιχειρήσεις εστίασης στη Θεσσαλονίκη έφταναν τις 5.607 το 2024 στη Θεσσαλονίκη, κάθε χρόνο έχουμε 500-600 λουκέτα, εκτιμώ πως φέτος μπορεί να αυξηθούν σε 1.000», καταλήγει.

Το στοίχημα

Σε αυτό το περιβάλλον, οι επαγγελματίες καλούνται να κερδίσουν ένα πολύ δύσκολο στοίχημα, από τη μία να κρατήσουν ένα ποιοτικό επίπεδο υπηρεσιών (η Θεσσαλονίκη αναμφίβολα φημίζεται για το καλό φαγητό) που θα είναι ελκυστικό για να προτιμήσει την έξοδο στην ταβέρνα ο μέσος Έλληνας αλλά και συγκράτησης όσο το δυνατόν του λειτουργικού κόστους για να μην εμφανίζουν συνεχώς ζημιές και αντικρίζουν ολοένα και κοντύτερα το φάσμα του λουκέτου.

«Στεγνά» ταμεία για έξι στις δέκα επιχειρήσεις

Το «ναρκοπέδιο» από το οποίο καλείται να διαβεί ο κλάδος της εστίασης αποτυπώνεται ανάγλυφα και στα στοιχεία της εξαμηνιαίας αποτύπωσης του οικονομικού κλίματος του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.

Όπως προκύπτει από τα εν λόγω στοιχεία, για το πρώτο εξάμηνο του 2025, το ποσοστό των επιχειρήσεων της εστίασης που δεν έχουν ταμειακά διαθέσιμα, ή τα ταμειακά τους διαθέσιμα επαρκούν το πολύ για ένα μήνα, ανέρχεται στο 63,1%, ήτοι περισσότερες από έξι στις δέκα επιχειρήσεις. Ειδικότερα, το 36,8% εξ αυτών δηλώνει ότι δεν έχει καθόλου ταμειακά διαθέσιμα, ενώ το 26,3% έχει ταμειακά διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για ένα μήνα.

Loader